Δημοσιεύτηκε
Γιατί άραγε οι Δυτικοευρωπαίοι, συγκριτικά με τους Έλληνες, γιορτάζουν τα Χριστούγεννα περισσότερο από το Πάσχα; Εκτός από τις ιστορικές και πολιτισμικές ερμηνείες, η απάντηση συμπυκνώνεται και στη φράση του Κόντογλου. «Στη Δύση έχουμε ζωγραφιές, κάδρα και στην Ορθοδοξία εικονίσματα». Με άλλα λόγια, μέσα από τον εικονογραφικό κύκλο των Χριστουγέννων εντοπίζονται οι διαφορές Ανατολής- Δύσης όχι μόνο στην τεχνοτροπία αλλά και στην εικονολογική αντίληψη. Σε αντίθεση με τους κανόνες της βυζαντινής αγιογραφίας που παραμένουν σχεδόν σταθεροί, αποσκοπώντας στην μύηση του πιστού στην πνευματικότητα και στο υπερβατικό, στη Δύση η Γέννηση του Χριστού περνάει από διάφορα στάδια, ανάλογα με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής.
Μετά την αυστηρή θεοκρατική αποτύπωση του πρώιμου Μεσαίωνα, ακολουθεί ο γλυκερός συναισθηματισμός της ιπποσύνης με τις εμφατικές χειρονομίες που θα τον διαδεχθεί η πρόδηλη εκκοσμίκευση, επηρεασμένη σαφώς από τον ουμανισμό της Αναγέννησης. Η Γέννηση απογυμνώνεται από το θρησκευτικό της περιεχόμενο και αποδίδεται ως ένα ιστορικό γεγονός. Στον Μποτιτσέλι, πχ, η εκκεντρική σύνθεση, με τις ομάδες των Αγγέλων αφενός και τις διαβολικές μορφές αφετέρου, παραπέμπει στην απελευθέρωση της ανθρωπότητας από το Κακό, σύμφωνα με τα κηρύγματα του Σαβοναρόλα. «Η Παναγία των Βράχων» του Λεονάρντο ντα Βίντσι με τον Ιωάννη Βαπτιστή παιδί να συναντιέται με τον μικρό Χριστό είναι εμπνευσμένη από τα Απόκρυφα Ευαγγέλια. Συχνά επίσης ένα συμπληρωματικό επεισόδιο αυτονομείται, ώστε να γίνει η αφορμή για μια θεαματική παρέλαση της αριστοκρατίας, όπως συμβαίνει στην «Προσκύνηση των Μάγων» του Μ. Γκοτσολι με την παρουσία του Λαυρέντιου των Μεδίκων.
Κι ενώ στην Ευρώπη ο χριστουγεννιάτικος κύκλος σταδιακά υποχωρεί και η επέλαση του μοντερνισμού κατά τον 19ο αιώνα τον περιορίζει αισθητά, στην χώρα μας επανέρχεται όχι πλέον ως θεολογικό ζήτημα, αλλά στενά συνδεδεμένος με την εθνική ταυτότητα. Την περίοδο που ο Φαλμεράιερ αμφισβητεί την ιστορική συνέχεια των Ελλήνων, ο Κ. Παπαρρηγόπουλος την υπερασπίζεται με την «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», ο Ν. Πολίτης εκτελεί το πατριωτικό του χρέος με τη συλλογή των δημοτικών τραγουδιών και ο Λύτρας ζωγραφίζει «Τα Κάλαντα», ως μια απτή απόδειξη της λαϊκής παράδοσης.
Η ιερότητα των Χριστουγέννων, ως αδιαπραγμάτευτο κοίτασμα πολιτισμικής συνοχής, επανακάμπτει δριμύτερη με τη γενιά του ΄30 . Η Γέννηση του Χριστού και τα παρεμφερή θέματα μέσα από τον ένδοξο βυζαντινισμό του Κόντογλου, στον οποίο προσχωρεί ο Τσαρούχης και ο Εγγονόπουλος, η μεταφυσική του χρώματος στον Παρθένη, ακόμη και ο παγανισμός των καλικαντζάρων στον Τέτση επιστρατεύονται για να επουλωθούν οι πληγές της Μικρασιατικής καταστροφής και η παντιέρα της ελληνικότητας να κυματίσει ξανά περήφανη στο πιο ψηλό κατάρτι.