Δημοσιεύτηκε
Κι εκεί που ο κόσμος είχε λύσει όλα του τα προβλήματα ήρθε η βράβευση του Μπομπ Ντίλαν για να σπείρει το διχασμό ανάμεσα σε βιβλιόφιλους και μουσικόφιλους. Σοκ για τους πρώτους, δέος για τους δεύτερους.
Οι θεωρητικοί κατέβασαν από τα ράφια όλη τη βιβλιογραφία για να απαντούν στις συνεντεύξεις τους τι εστί λογοτεχνία, χωρίς να βρουν πουθενά ένα αξιόπιστο λογοτεχνικόμετρο. Οι υπερβολές ένθεν και ένθεν δεν έλειψαν. Μερικοί τον χαρακτήρισαν σύγχρονο Όμηρο και άλλοι έναν χίπη που λέει ασυναρτησίες. Από κοντά συγγραφείς και εκδότες που την ημέρα της ανακοίνωσης μούσκεψαν τα μαξιλάρια τους από το κλάμα, αφού έτρεφαν κρυφές ελπίδες πως μπορεί να ήταν αυτοί οι τυχεροί.
Επί του θέματος. Όταν αφήσουμε τον αιφνιδιασμό και την έκπληξη να καταλαγιάσουν και σκεφτούμε ψύχραιμα, θα δικαιώσουμε την επιλογή της Σουηδικής Ακαδημίας, ανεξάρτητα από τα κριτήρια που είχε στο μυαλό της (ποιητικό ταλέντο, απήχηση, πρόκληση). Ο Αμερικανός τροβαδούρος υφαίνει τους στίχους των τραγουδιών του με νότες και συνδυάζει τον νουάρ λυρισμό των μπίτνικς με τα υπαρξιακά άγχη του σημαντικότερου ποιητή της ατίθασης γενιάς, του Ντίλαν Τόμας, από τον οποίο δανείστηκε και το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο. Επαξίως θεωρείται ο πιο αναγνωρισμένος εκπρόσωπος της αμερικανικής κουλτούρας, αφού η ποίησή του έδωσε φωνή στην κοινωνική διαμαρτυρία, στα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα υψώθηκε ενάντια στον ρατσισμό και υπερασπίστηκε τους ταπεινούς και καταφρονεμένους. Στο πρόσωπό του πήραν εκδίκηση ο Λ. Κοέν, ο Λ Φερέ, ο Κ. Βελόζο και ο Νικ Κέιβ,
Αλλού βρίσκονται οι ενστάσεις μας. Από τα στέμματα των καλλιστείων στην Κάτω Ραχούλα μέχρι τα αγαλματίδια του θείου Οσκαρ και τα επίχρυσα μετάλλια του κυρίου Νόμπελ τα βραβεία κάθε λογής είναι διαβλητά. Πρώτα απ’ όλα γιατί είναι εφήμερα και διαρκούν όσο η λάμψη μιας αστραπής και μια αράδα στην Wikipaideia. Υπάρχει επίσης πολύ παρασκήνιο, σκοτεινές ίντριγκες και μια ατέλειωτη παράγκα διαπλεκόμενων συμφερόντων. Τρίτον αρκετοί καταξιωμένοι λογοτέχνες δεν τιμήθηκαν ποτέ με την ανώτατη διάκριση. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους: Μπόρχες, Μπρεχτ, Τσέχωφ, Κορτάσαρ, Έκο, Ίψεν, Τζόυς, Κάφκα, Μούζιλ, Ναμπόκοφ, Όργουελ, Πεσσόα, Πάουντ, Προυστ, Τολστόι, Γουλφ, Πλαθ, Κούντερα, Μαγιακόφσκι, Λόρκα κ.α. Από τους δικούς μας έμειναν στην απέξω ο Νίκος Καζαντζάκης αν και ήταν τρεις φορές υποψήφιος, αλλά υπονομεύθηκε δολίως τόσο από την Εκκλησία όσο και από την Πολιτεία. Τελευταία φορά το 1957, που το κέρδισε ο Α. Καμί, ο οποίος με γενναιοδωρία απέστειλε στη σύζυγό του Ελένη ένα τηλεγράφημα, αφότου πλέον ο Κρητικός στοχαστής είχε αφήσει την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο της Γερμανίας. «Μαζί του χάθηκε ένας από τους τελευταίους μεγάλους καλλιτέχνες. Είμαι από εκείνους που αισθάνονται και θα εξακολουθήσουν να αισθάνονται το μεγάλο κενό που άφησε». Ούτε ο Κ. Π. Καβάφης το πήρε ποτέ, παρά την ακτινοβολία και την επιρροή που έχει ασκήσει στην ποίηση διεθνώς. Αμφότεροι είναι οι πιο πολυμεταφρασμένοι Ελληνες λογοτέχνες, αφήνοντας ακόμα και τους νομπελίστες, Ελύτη και Σεφέρη, να τρώνε τη σκόνη τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τα κινηματογραφικά ισοδύναμα των Οσκαρ.
Κραυγαλέες περιπτώσεις του ψεύτη και άδικου ντουνιά: Το 1941 ο «Πολίτης Κέιν», μετά από παρεμβάσεις του μεγαλοεκδότη Randolph Hearst τον οποίο φωογράφιζε, χάνει από την «Κοιλάδα της κατάρας», το 1977 οι μπουνιές του Ρόκυ με ένα upper cut ρίχνουν κάτω τον ρομαντικό «Ταξιτζή» και το 2002 τα λικνίσματα της χορεύτριας του «Σικάγο» κατατροπώνουν τον μελαγχολικό «Πιανίστα». Are you talking to me members of committee? Kαλό θα είναι όταν συνεδριάζετε να κλείνετε τα κινητά σας να μην πίνετε για να έχετε διαύγεια σκέψης και εσείς οι διοργανωτές να μην καλείτε τους υποψήφιους σαν να τους προορίζετε μόνο για να κρατάνε το μπολ με τα φιστίκια.
Για τα Νόμπελ Ειρήνης καλύτερα ας μη μιλήσουμε. Η γελοιοποίηση του θεσμού έφτασε στο αποκορύφωμά της το 1973 όταν βραβεύτηκε ο Χ. Κίσινγκερ, ο πολιούχος των δικτατοριών και των πραξικοπημάτων. Αλλά και η φετινή απονομή στον Πρόεδρο της Κολομβίας δεν υστερεί σε φαιδρότητα. Η συνθήκη ειρήνης που υπέγραψε με τους αντάρτες απορρίφθηκε από το λαό της χώρας του, ενώ οι Σουηδοί (αλήθεια τι πίνουν και δεν μας δίνουν ) δεν είχαν καν το τακτ να το μοιράσουν, εφόσον μια συμφωνία συνομολογείται πάντα από δύο μέρη. Μήπως τελικά η ιστορία με τον Μπομπ ήταν μια κίνηση αντιπερισπασμού για να μπαλώσουν την γκάφα ολκής που διέπραξαν;
Ένα άλλο θέμα βέβαια που ανακύπτει συχνά είναι ότι οι φορείς που απονέμουν τα έπαθλα αδιαφορούν παντελώς για την προσωπικότητα του βραβευθέντος. Μπούγιο να γίνεται, ή τι γύρευες στη Λάρισα, εσύ ένας Υδραίος; Μόνο θυμηδία πχ μπορούσε να προκαλέσει η παρουσία των Rolling Stones στο Μπάκιγχαμ. Να βλέπεις τους γερόλυκους Mick Jagger και Keith Richards, που μια ζωή έκαναν πράξη το sex drugs and rock roll, να φοράνε σμόκιν και να περπατάνε καμαρωτοί καμαρωτοί στα χρυσοποίκιλτα ανάκτορα σου θυμίζει καρικατούρα του πιο ευφάνταστου σκιτσογράφου. Τόσο παράλογο και παράδοξο σαν να τιμούσε η Καθολική Εκκλησία τον Παζολίνι για την ταινία Σαλό ή 120 μέρες στα Σόδομα. A propos. Πώς και δεν είχε κανείς τη φαεινή ιδέα να τους δώσει το prize of chemisty? Μέχρι τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο ο Mr Tambourine, αντικομφορμιστής από κούνια και από άποψη, είναι άφαντος για τους χορηγούς του που θα ήθελαν να του δώσουν στις 10 Δεκεμβρίου την επιταγή τους ενός περίπου εκατομμυρίου ευρώ. Θα στείλει άραγε αντιπρόσωπο όπως έκανε ο Μάρλον Μπράντο ή θα αγνοήσει το συμβάν ως μη γενόμενο;
Πάντως αν ο Δ. Σαββόπουλος έπαιρνε το Κρατικό βραβείο για τη συνολική προσφορά του, όπως είχε προταθεί στην αρμόδια επιτροπή πριν 4 χρόνια, σίγουρα θα πήγαινε φορώντας τη μαύρη του ρεντιγκότα θα έβγαζε και ένα λογύδριο όπως είθισται σε τέτοιες περιστάσεις ώστε να έχει και ένα επιπλέον αντικείμενο συζήτησης ο εμφύλιος που στο μεταξύ θα είχε ξεσπάσει. Οι μισοί θα υπερθέματιζαν παραπέμποντας στο «Είδα την Αννα κάποτε» και στη «Δημοσθένους Λέξη» και οι άλλοι μισοί θα αναθεμάτιζαν αυτόν που τόλμησε να αποκαλέσει «ΚωλοΕλληνες» αυτό τον περήφανο λαό. Σύρραξη θα επακολουθούσε και μεταξύ ποιητών και στιχουργών. Γιατί δηλαδή οι ασήμαντοι ποιητίσκοι που δεν τους ξέρει ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας τους είναι καλύτεροι από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, τον Α. Αλκαίο, τον Μάνο Ελευθερίου ή τη Λίνα Νικολακοπούλου. Η χαρά της διαγραφής στο φβ.
Και βέβαια ούτε που θέλω να φαντασθώ τι θα γινόταν αν έσπαγε ο διάολος το ποδάρι του και βραβευόντουσαν οι κάτοικοι της Λέσβου. Θα ‘πιαναν τα καριοφίλια οι Χρυσαυγίτες (ως πιο παραδοσιακοί), τα καλάσνικοφ οι αλληλέγγυοι και ούτε ψύλλος στον κόρφο μας. Λέτε γι’ αυτό να μην μας έκανε τη χάρη η Σουηδική Ακαδημία ή έμαθε για την εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα ΜΚΟ , ΑVAAZ , το επίλεκτο τσιράκι του Σόρος, που διακινούσε την υποψηφιότητα με συλλογή υπογραφών ποντάροντας στον συναισθηματισμό των Ελλήνων;
Επιμύθιο. Ολοι κάπου ποντάρουν, που φυσικά δεν είναι η αθωότητα των διακρίσεων. Οι διάφοροι υποψήφιοι στον ναρκισσισμό και τη ματαιοδοξία τους, οι επίσημες οργανώσεις στο κύρος τους που συχνά οι ίδιες κουρελιάζουν, οι μεσάζοντες στις πωλήσεις δίσκων ή βιβλίων και το φιλοθεάμον κοινό στο κουτσομπολιό και τον σχολιασμό που αναδεικνύεται ο μεγάλος νικητής στην καταπολέμηση της ανίας του.