Δημοσιεύτηκε
Γιατί κι εδώ, στα ελληνικά τα χώματα, είναι που όλα φοράνε, σιγά σιγά και «προοδευτικά», τη μάσκα του φτιαχτού και της ψευτιάς και της υποκρισίας, όσο και του εξωραϊσμού και της αξιοποίησης και της ωραιοποιημένης αυθαιρεσίας.
Και να ‘μαστε, λοιπόν, μπροστά στο πρόβλημα, το μέγα, που είναι φοβερό και ανατριχιαστικά και εφιαλτικά και, λίγο πολύ, άλυτο. Γιατί πώς μπορεί να συμβεί... το θαύμα: να απαλλαγούμε από τα φτιασιδώματα, κι από τις μάσκες κι από τις ψευτιές κι από τα τόσα καλλυντικά, πού μας έχουνε καταμαγέψει και που διαφθείρουνε και εκπορνεύουνε τα πάντα; Ή, μήπως και πρόκειται μόνο για μια μπόρα (μια κακοκαιρία), που θα περάσει και θα φύγει και θα ξεχαστεί (κι αν δε λογαριάσουμε το πόσες ζημιές θ’ αφήσει πίσω της); Κι αν θα την διώξει, δηλαδή, ένας κάποιος καινούργιος ήλιος, μια νέα ξαστεριά, ένα καινούργιο, διάχυτο, φως; Πού θα έρθει, όμως, από πού και πώς, … κι αν είναι για να 'ρθει ; Και για να ξαναγεννηθούνε, τότε, όλα ( άνθρωποι, τοπία, σπίτια), στην αληθινή τους υπόσταση και διάσταση, στην πραγματική τους ποιότητα και οντότητα- κάτι σαν ένα «απαρχής»-- κι όπως, ένας στρωτός βηματισμός και μια κοφτερή ματιά, θα πλάθουνε την κάθε τέχνη σε μιαν παρθενική μορφή και ισορροπημένη και μετρημένη και σεμνή και όλο δροσιά και χάρη. Και τι καλά που θα ‘τανε, αν γινόταν να αποδειχτεί πως το αληθινό ( που είναι το ουσιαστικό και το γόνιμο) ζει ακόμα, απέθαντο τόσο μέσα μας, όσόσο και έξω μας.
Κι ας ταράζεται, σήμερα, το σύμπαν, από τα πολλά μασκαρέματα και τα τόσα φτιασίδια και τις τόσες τρέλες και τις ανισορροπίες και τα παρανοϊκά παρασκευάσματα και με τις απειράριθμες ψευδολογίες. Και γιατί έχουμε να κάνουμε, λοιπόν, με τοπία και με σπίτια, που λες και τα ‘χουνε χτίσει και κάποιοι Θεοί και όχι μονάχα ανθρώπινα χέρια. Γι’ αυτό και ΘΕΟΧΤΙΣΤΑ και «απ’ αιώνων και εις αιώνα τον άπαντα» καλοβαλμένα και ισορροπημένα και καλοζυγισμένα και λιτά και απλά και αυτονόητα.
Διαδίκτυο