Τεχνολογία και χειραφέτηση: Μια κριτική προσέγγιση - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Εισαγωγή

Από την εποχή του Διαφωτισμού, η τεχνολογία έχει αναδυθεί ως ένα εργαλείο το οποίο υπόσχεται την απελευθέρωση του ανθρώπου από την άγνοια και τους περιορισμούς της φύσης. Αυτή η πίστη στην τεχνολογική πρόοδο ισχυροποιήθηκε κατά την Βιομηχανική Επανάσταση, όταν η παραγωγική ισχύς και η μηχανοποίηση θεωρήθηκε ότι θα απελευθερώσουν τον άνθρωπο από τη σωματική κόπωση και θα προάγουν την ανθρώπινη ευημερία (Καστοριάδης, 1978; Marcuse, 2020). Η υπόσχεση αυτή, όμως, συνοδεύτηκε από μια αντίστοιχη πρόκληση: τη σχέση εξάρτησης του ανθρώπου από τα ίδια τα εργαλεία και τις μηχανές που δημιούργησε.

Η άποψη ότι η τεχνολογία είναι ουδέτερο εργαλείο και ότι η χρήση της εξαρτάται μόνο από τους εκάστοτε ανθρώπους που τη διαχειρίζονται είναι ισχυρή στο δημόσιο διάλογο και στην ακαδημαϊκή σκέψη. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, η τεχνολογία από μόνη της δεν φέρει ηθικά, πολιτικά ή κοινωνικά χαρακτηριστικά. Αυτά προκύπτουν μόνο όταν χρησιμοποιείται εντός συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών και θεσμικών πλαισίων. Ωστόσο, αυτή η άποψη επιδέχεται αμφισβήτησης και κριτικής. Η τεχνολογία εξαρτάται από τους κοινωνικούς θεσμούς που τη διαμορφώνουν και τη διέπουν, και έτσι η σχέση του ανθρώπου με την τεχνολογία δεν είναι απλή ούτε μονοσήμαντη.

Το άρθρο αυτό υποστηρίζει ότι η τεχνολογία, αποσπασμένη από έναν κριτικό κοινωνικό και θεσμικό αναστοχασμό, δεν εκπληρώνει την υπόσχεσή της για χειραφέτηση. Αντίθετα, μπορεί να περιορίσει τη δυνατότητα του ανθρώπου να αυτοκαθορίζεται, να αλληλεπιδρά και να συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση της κοινωνίας. Σε μια εποχή όπου η εξάρτηση από τα τεχνολογικά εργαλεία αυξάνεται διαρκώς, είναι σημαντικό να αναρωτηθούμε αν και πώς η τεχνολογία μπορεί πραγματικά να υπηρετεί τον άνθρωπο, χωρίς να τον δεσμεύει ή να τον αποξενώνει από το ουσιαστικό περιεχόμενο της ύπαρξής του.

Ιστορικό της θεωρίας της ουδετερότητας

Η αντίληψη ότι η τεχνολογία είναι ουδέτερη ενσωματώθηκε και καλλιεργήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τον 18ο αιώνα και έπειτα, μέσα από τις φιλοσοφικές και επιστημονικές εξελίξεις του Διαφωτισμού (Habermas, 1993). Οι θετικές επιστήμες έφεραν στο προσκήνιο την ιδέα ότι η γνώση και η πρόοδος είναι δυνατές μόνο μέσω της αντικειμενικής μελέτης και της αμερόληπτης παρατήρησης του κόσμου. Αυτή η τάση ενίσχυσε την πίστη πως η τεχνολογία, ως απόρροια της επιστημονικής γνώσης, μπορεί να αναπτυχθεί και να αξιοποιηθεί ανεξάρτητα από τις κοινωνικές και ηθικές αξίες, δηλαδή ως ένα ουδέτερο εργαλείο.

Η Βιομηχανική Επανάσταση αποτέλεσε κρίσιμο σταθμό για την προώθηση της ιδέας της απελευθέρωσης μέσω της τεχνολογίας, καθώς οι μεγάλες μηχανές παραγωγής και το αναδυόμενο βιομηχανικό σύστημα υπόσχονταν αύξηση της παραγωγικότητας και διευκόλυνση της ανθρώπινης εργασίας (Marcuse, 2020). Η τεχνολογία ως μέσο απελευθέρωσης του ανθρώπου από τη σωματική κόπωση ειδώθηκε συνακόλουθα ως μέσο για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Στη βάση αυτής της θεώρησης, οι κοινωνίες αποδέχθηκαν την τεχνολογική πρόοδο ως αυτοσκοπό, χωρίς να αμφισβητούν τη φύση και τον ρόλο της σε σχέση με τις ανθρώπινες αξίες και τις ανάγκες της κοινωνίας.

Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση άρχισε να δέχεται κριτική κατά τον 20ο αιώνα. Οι μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις, ειδικά οι τεχνολογίες της πληροφορίας και τα πυρηνικά όπλα, αποκάλυψαν ότι η τεχνολογία δεν είναι ούτε απομονωμένη ούτε ουδέτερη, αλλά συνδέεται άμεσα με τις πολιτικές και κοινωνικές δομές που την παράγουν και την κατευθύνουν (Adorno & Horkheimer, 1996). Μέσα από τα έργα κριτικών στοχαστών, όπως ο Χορκχάιμερ, ο Αντόρνο και άλλοι, η ουδετερότητα της τεχνολογίας άρχισε να αποδομείται, και η τεχνολογία αναγνωρίστηκε ως ένας σύνθετος παράγοντας που επηρεάζει και επηρεάζεται από τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες. Η ανάδυση αυτής της κριτικής προοπτικής έθεσε το ερώτημα: είναι η τεχνολογία πράγματι ουδέτερη ή μήπως ενσωματώνει κοινωνικές, πολιτικές και ηθικές αξίες που επηρεάζουν τις δομές εξουσίας και ελέγχου;

Η κοινωνική διάσταση της τεχνολογίας

Σε μια βαθύτερη ανάλυση, μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι κάθε τεχνολογική ανάπτυξη εκφράζει τις ανάγκες και τις προτεραιότητες της κοινωνίας που τη δημιουργεί. Για παράδειγμα, η ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας στις αρχές του 20ού αιώνα συνδέθηκε στενά με την απαίτηση των βιομηχανικών κρατών για παραγωγικότητα, εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και ενίσχυση της στρατιωτικής δύναμης. Η τεχνολογία στην περίπτωση αυτή εξυπηρέτησε την αύξηση της οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος, αποτελώντας έτσι όχι ένα ουδέτερο μέσο αλλά ένα εργαλείο που ενσωματώνει τις ανάγκες του κράτους και της αγοράς για έλεγχο και επιβολή (Habermas, 1993).

Παράλληλα όμως, θα συνιστούσε γενναία αφαίρεση να θεωρήσουμε ότι η τεχνολογία λειτουργεί απλώς ως καθρέφτης των κοινωνικών θεσμών, καθώς έτσι θα της αφαιρούσαμε την διάσταση της διαμόρφωσης της κοινωνικής δομής και της αναδιαμόρφωσης των σχέσεων εξουσίας. Η διάδοση των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι τεχνολογίες αυτές δημιούργησαν νέες δυνατότητες επικοινωνίας, συνεργασίας και πρόσβασης στη γνώση, αλλά συγχρόνως επέτρεψαν την επέκταση των μηχανισμών ελέγχου, παρακολούθησης και εκμετάλλευσης των χρηστών (Foucault, 2011). Ένα πιο συγκεκριμένο παράδειγμα είναι η χρήση των κοινωνικών δικτύων και των ψηφιακών πλατφορμών, όπως το Facebook, το Instagram και το Twitter. Από τη μία πλευρά, αυτές οι πλατφόρμες παρέχουν νέες δυνατότητες επικοινωνίας, δικτύωσης και ανταλλαγής πληροφοριών, καθιστώντας πιο προσιτή τη συμμετοχή σε δημόσιες συζητήσεις και κοινωνικές πρωτοβουλίες∙ ωστόσο, οι ίδιες αυτές τεχνολογίες επιτρέπουν τη συλλογή προσωπικών δεδομένων και την παρακολούθηση των χρηστών, τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν για εμπορικούς ή πολιτικούς σκοπούς, ελέγχοντας και κατευθύνοντας τη συμπεριφορά τους. Έτσι, η τεχνολογία, διευκολύνει τις κοινωνικές ιεραρχίες και την επικράτηση συγκεκριμένων μορφών εξουσίας.

Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι η τεχνολογία πρέπει να μελετηθεί όχι μόνο ως τεχνικό αντικείμενο αλλά και ως φαινόμενο που επηρεάζει και επηρεάζεται από το κοινωνικο-ιστορικό περιβάλλον. Στον σύγχρονο κόσμο, η τεχνολογία συνήθως κατευθύνεται από την επιδίωξη της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας, ενισχύοντας τις οικονομικές δομές που βασίζονται στην εκμετάλλευση της φύσης και την ανάπτυξη χωρίς όρια. Επιπλέον, η ανάπτυξή της, ιδιαίτερα σε γραφειοκρατικά ή συγκεντρωτικά συστήματα, συχνά χρησιμοποιείται για να ενισχύσει τις σχέσεις εξουσίας, απομακρύνοντας τον πολίτη από τη δυνατότητα ενεργής και αυθεντικής συμμετοχής στις κοινωνικές διαδικασίες.

Παράλληλα, η ιδέα ότι η τεχνολογική πρόοδος ισοδυναμεί με κοινωνική και ανθρώπινη χειραφέτηση είναι σαφώς παραπλανητική. Η απλή ανάπτυξη της τεχνολογίας δεν εξασφαλίζει ένα πιο δίκαιο ή ελεύθερο κοινωνικό σύστημα, καθώς η τεχνολογία μπορεί εξίσου εύκολα να χρησιμοποιηθεί για να ενισχύσει την ανισότητα, την αποξένωση και την καταπίεση. Στην πραγματικότητα, η σύνδεση της τεχνολογικής εξέλιξης με τις λογικές της παραγωγής και της κατανάλωσης ενισχύει τον καταναγκασμό και τη λογική της εκμετάλλευσης, προωθώντας μία ιδεολογία απεριόριστης ανάπτυξης χωρίς κοινωνικούς ή οικολογικούς περιορισμούς.

Η ανάγκη επανεξέτασης της τεχνολογίας μέσα από την Αυτονομία

Θα μπορούσε όμως η τεχνολογία να αποτελέσει πραγματικό μέσο χειραφέτησης; Προσωπικά πιστεύω πως ναι, αλλά υπό πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις, καθώς οφείλουμε να προχωρήσουμε σε μια ριζική επανεξέταση του κοινωνικού νοήματος που της αποδίδεται. Η τεχνολογία δεν αναπτύσσεται στο κενό, αλλά καθοδηγείται από φαντασιακές σημασίες και συλλογικά προτάγματα που την τοποθετούν σε συγκεκριμένα πολιτισμικά και αξιακά πλαίσια. Η κοινωνία επομένως πρέπει να θέσει ερωτήματα γύρω από το τι επιδιώκει μέσα από την τεχνολογία και πώς αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο πραγματικής συμμετοχής και αυθεντικής συλλογικής αυτοθέσμισης.

Η έννοια της αυτονομίας προϋποθέτει την ικανότητα μιας κοινωνίας να διαμορφώνει και να επιλέγει τους δικούς της νόμους και θεσμούς. Η τεχνολογία μπορεί να γίνει φορέας τέτοιου είδους κοινωνικής αυτονομίας μόνο εάν ενσωματωθεί σε ένα πλαίσιο όπου η κοινωνία αναλαμβάνει την ευθύνη των επιλογών της και καθορίζει τον προσανατολισμό της τεχνολογικής ανάπτυξης βάσει των αξιών της και όχι της ανώνυμης αγοράς ή των συγκεντρωτικών δομών εξουσίας. Αυτή η προσέγγιση εκφράζει την άποψη πως η κοινωνική αλλαγή, για να είναι ουσιαστική, πρέπει να στηρίζεται σε μια επανανοηματοδότηση των συλλογικών στόχων και των μορφών πολιτικής συμμετοχής.

Επιπλέον, η επιδίωξη της αέναης ανάπτυξης και της αποτελεσματικότητας, που κυριαρχεί στις σύγχρονες τεχνολογικές εφαρμογές, θα πρέπει επίσης να συζητηθεί καθώς αναπαράγει μια εργαλειακή λογική η οποία βλέπει τον κόσμο ως αντικείμενο προς εκμετάλλευση. Αυτή η λογική βρίσκεται σε αντίθεση με την αυτονομία, καθώς δημιουργεί μια σχέση κυριαρχίας μεταξύ ανθρώπου και φύσης και ενισχύει δομές εξάρτησης και ανισότητας. Ένας επαναπροσδιορισμός της σχέσης αυτής θα απαιτούσε τη θεσμική καλλιέργεια ενός νέου νοήματος, όπου η τεχνολογία υπηρετεί συλλογικούς και βιώσιμους στόχους, αντί να προωθεί τη γραμμική και αέναη συσσώρευση.

Η αναδιαμόρφωση της τεχνολογίας, δεν είναι απλώς τεχνικό ή οικονομικό ζήτημα, αλλά βαθιά πολιτικό και πολιτισμικό, που αφορά την ίδια την αυτονομία των κοινωνιών και την ικανότητά τους να αυτοθεσμίζονται σε αρμονία με τους στόχους που οι ίδιες θέτουν.

Θεσμοί συμμετοχής ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη χειραφέτηση

Η θεσμική δομή μιας κοινωνίας αποτελεί τον καίριο παράγοντα που μπορεί να καθορίσει εάν η τεχνολογία θα λειτουργήσει ως μέσο αυτονομίας ή ετερονομίας. Η δημιουργία θεσμών συμμετοχής, όπου οι πολίτες έχουν τον έλεγχο και λόγο στις τεχνολογικές αποφάσεις, είναι απαραίτητη για την προώθηση μιας χειραφετητικής χρήσης της τεχνολογίας. Η ενεργή συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων που αφορούν την τεχνολογία και τις δομές της μπορεί να αποτρέψει τον κίνδυνο συγκέντρωσης της τεχνογνωσίας και της εξουσίας σε λίγα χέρια και να ενισχύσει μια πραγματική κοινωνική δημοκρατία.

Η τρέχουσα τεχνολογική διακυβέρνηση λειτουργεί σαφώς με τρόπο που αποκλείει τη συμμετοχή της ευρύτερης κοινωνίας. Η ιεραρχική διαμόρφωση των θεσμών τεχνολογικής διακυβέρνησης δημιουργεί ανισότητες στη γνώση και στην εξουσία, οδηγώντας σε έναν τεχνοκρατικό έλεγχο που συχνά αγνοεί τις συλλογικές ανάγκες. Η ανάγκη για ένα διαφορετικό μοντέλο διακυβέρνησης είναι εμφανής: ένα σύστημα όπου οι κοινότητες διατηρούν άμεση πρόσβαση και ελέγχουν τις τεχνολογικές εφαρμογές και αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή τους. Αυτό το πλαίσιο ενισχύει τις αρχές της αυτονομίας, επιτρέποντας στη συλλογική βούληση να συνδιαμορφώνει τον τρόπο και τον σκοπό της τεχνολογικής ανάπτυξης.

Η τεχνολογία έχει τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως δίκτυο συλλογικής συνεργασίας, ενισχύοντας την αλληλεπίδραση και την αλληλεγγύη ανάμεσα σε πολίτες και κοινότητες. Η δημιουργία ανοιχτών, αποκεντρωμένων δικτύων γνώσης και πληροφορίας μπορεί να προωθήσει μορφές οριζόντιας διακυβέρνησης και διαμοιρασμού της τεχνολογίας, δίνοντας την ευκαιρία στους ανθρώπους να συν-δημιουργήσουν και να συν-αποφασίσουν. Η τεχνολογία μπορεί έτσι να χρησιμοποιηθεί για την υποστήριξη κοινοτήτων που δρουν συλλογικά και αυτοκαθορίζονται, καταρρίπτοντας τις παραδοσιακές σχέσεις εξουσίας και τον συγκεντρωτικό έλεγχο.

Για την επίτευξη μιας πραγματικά δημοκρατικής διαχείρισης της τεχνολογίας, οι κοινωνίες πρέπει να αναπτύξουν θεσμούς και πρακτικές που να εξυπηρετούν την αποκεντρωμένη συμμετοχή και τον κοινωνικό έλεγχο. Οι προτάσεις αυτές περιλαμβάνουν τη δημιουργία συνελεύσεων πολιτών για την αξιολόγηση και κατεύθυνση της τεχνολογικής ανάπτυξης, τη θεσμοθέτηση δομών ανοιχτού κώδικα που επιτρέπουν στους πολίτες να έχουν πλήρη πρόσβαση στην τεχνολογία και τη δυνατότητα να συμβάλουν στον σχεδιασμό και την ανάπτυξή της, καθώς και την ενίσχυση της εκπαίδευσης σε τεχνολογικά θέματα, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από ειδικούς.

Προκλήσεις και Προϋποθέσεις

Ένα από τα κύρια εμπόδια στην υιοθέτηση συμμετοχικών θεσμών είναι οι υφιστάμενες ιεραρχικές δομές εξουσίας που επικρατούν σε πολλούς τομείς. Οι τεχνοκρατικές λογικές, που θέλουν την τεχνολογία να διέπεται από επαγγελματίες και ειδικούς, περιορίζουν τη δυνατότητα των πολιτών να συμμετέχουν ενεργά. Επιπλέον, η οικονομική διάσταση της τεχνολογικής ανάπτυξης αποτελεί επίσης σημαντικό παράγοντα. Οι εμπορικοί στόχοι των τεχνολογικών εταιρειών συχνά συγκρούονται με τις ανάγκες των κοινοτήτων. Η επιδίωξη του κέρδους μπορεί να οδηγήσει σε καινοτομίες που εξυπηρετούν μόνο περιορισμένα συμφέροντα, ενισχύοντας την ανισότητα και την κοινωνική απομόνωση.

Η εκπαίδευση παίζει επίσης έναν καθοριστικό ρόλο στην ικανότητα των πολιτών να συμμετάσχουν ενεργά στην τεχνολογική διαδικασία. Η πρόσβαση στη γνώση και η κατανόηση των τεχνολογικών διαδικασιών πρέπει να είναι προσιτές σε όλους, ανεξαρτήτως κοινωνικής ή οικονομικής θέσης. Αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται προγράμματα εκπαίδευσης που να επικεντρώνονται όχι μόνο στην τεχνική κατάρτιση, αλλά και στην κριτική σκέψη και την ανάλυση των κοινωνικών επιπτώσεων της τεχνολογίας (Habermas, 1993). Η οικοδόμηση μιας κουλτούρας συμμετοχής και αλληλεγγύης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία των θεσμών συμμετοχής (Καστοριάδης, 1978).

Προοπτικές για το μέλλον της τεχνολογίας και της χειραφέτησης

Καθώς οι τεχνολογικές καινοτομίες προχωρούν, είναι σημαντικό να αναλογιστούμε τις προοπτικές που αυτές προσφέρουν, όπως και τις προκλήσεις που ενδέχεται να προκύψουν.

Η τεχνητή νοημοσύνη είναι μία από τις πιο ριζοσπαστικές καινοτομίες της εποχής μας, με τη δυνατότητα να αλλάξει δραστικά τον τρόπο που αλληλεπιδρούμε με την τεχνολογία. Ενώ οι εφαρμογές της μπορεί να προσφέρουν σημαντικά οφέλη, όπως η αυτοματοποίηση καθημερινών διαδικασιών και η βελτίωση της αποδοτικότητας, εγείρουν επίσης σοβαρά ηθικά ζητήματα.

Η εξάρτηση από αλγορίθμους για τη λήψη αποφάσεων, από τη διαχείριση των προσωπικών δεδομένων μέχρι την αυτόνομη οδήγηση, απαιτεί έναν κριτικό διάλογο σχετικά με την εξουσία και την ευθύνη. Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα χρησιμοποιηθεί για την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης και όχι για την αναπαραγωγή ανισοτήτων; Η προοπτική μιας «τεχνολογίας για το καλό όλων» πρέπει να συνοδεύεται από διαφάνεια, υπευθυνότητα και την αναγνώριση της ανάγκης για άμεση ανθρώπινη παρέμβαση και εποπτεία.

Τα κοινωνικά κινήματα έχουν αποδειχθεί ανθεκτικά στη χρήση της τεχνολογίας ως μέσου οργάνωσης και κινητοποίησης. Με τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη ψηφιακών εργαλείων, οι πολίτες μπορούν να αναλαμβάνουν δράση σε τοπικό και διεθνές επίπεδο, διευρύνοντας τις δυνατότητες συμμετοχής τους. Η ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων επιτρέπει τη διάδοση πληροφοριών και την οργάνωση δράσεων με πρωτοφανή ταχύτητα. Ωστόσο, η βοήθεια αυτή έρχεται «πακέτο» με τις προκλήσεις του ψηφιακού αναλφαβητισμού και των fake news. Η εκπαίδευση στην ψηφιακή παιδεία καθίσταται απαραίτητη για τη διασφάλιση ότι οι πολίτες μπορούν να κάνουν κριτική χρήση των εργαλείων που έχουν στη διάθεσή τους. Στον σύγχρονο ψηφιακό κόσμο, η κριτική σκέψη και η επανεξέταση των τεχνολογικών επιτευγμάτων είναι απαραίτητες. Οι κοινωνίες πρέπει να επανεξετάσουν τις επιπτώσεις των τεχνολογιών στη ζωή τους και να διασφαλίσουν ότι η τεχνολογία λειτουργεί προς όφελος των κοινωνικών στόχων. Αυτή η διαρκής κριτική διαδικασία είναι σημαντική για την ανάπτυξη ενός ηθικού και υπεύθυνου προσανατολισμού προς την τεχνολογία, που θα υποστηρίζει τη χειραφέτηση και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Συμπεράσματα                                     

Η τεχνολογία, όπως παρουσιάστηκε, δεν είναι ένα ουδέτερο εργαλείο· ενσωματώνει και αντανακλά τις ανάγκες, τις αξίες και τις προτεραιότητες των κοινωνικών ομάδων και θεσμών που τη διαμορφώνουν και τη χρησιμοποιούν. Κάθε τεχνολογική καινοτομία αναδεικνύει συγκεκριμένα σύνολα αξιών, τα οποία, ανάλογα με το πλαίσιο χρήσης, μπορούν να ενισχύσουν ή να αποδυναμώσουν διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Η τεχνολογία δεν επηρεάζει μόνο την καθημερινή ζωή, αλλά και τη δομή και οργάνωση της κοινωνίας, καθώς αναδιαμορφώνει τον τρόπο που επικοινωνούμε, εργαζόμαστε και αλληλεπιδρούμε. Συνεπώς, είναι κρίσιμης σημασίας να προσεγγίζουμε την τεχνολογική πρόοδο με κριτική διάθεση, έχοντας επίγνωση των θετικών και αρνητικών συνεπειών που μπορεί να έχει στην κοινωνική συνοχή, την οικονομική ισότητα και την πολιτιστική έκφραση.

Η ανάγκη για ένα κριτικό και υπεύθυνο πλαίσιο ανάπτυξης της τεχνολογίας γίνεται ολοένα και πιο εμφανής καθώς οι επιπτώσεις της γίνονται βαθύτερες και ευρύτερες. Η άκριτη αποδοχή της τεχνολογίας ως αναπόφευκτης προόδου κρύβει τον κίνδυνο της αποξένωσης των ατόμων από την κοινωνία, λόγω της αυξανόμενης εξάρτησης από τεχνολογικά μέσα που δεν είναι προσβάσιμα ή κατανοητά από όλους. Οι κοινωνικές ανισότητες ενδέχεται να διευρυνθούν όταν η πρόσβαση σε νέες τεχνολογίες παραμένει προνόμιο συγκεκριμένων ομάδων, αντί να προωθείται μια δίκαιη και ισότιμη πρόσβαση σε όλους.

Η τεχνολογία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά εργαλείο που μπορεί όντως να συμβάλει στην προώθηση της ανθρώπινης ευημερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η επιτυχία αυτής της ιδέας όμως εξαρτάται από την δική μας θέληση και ικανότητα να ενσωματώσουμε συλλογικές αξίες στην ανάπτυξη και χρήση των τεχνολογιών.

Ηλίας Σεκέρης

Βιβλιογραφία

Καστοριάδης, Κ. (1978). Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας. Αθήνα: Κέδρος.

Adorno, T. W., & Horkheimer, M. (1996). Διαλεκτική του Διαφωτισμού. Φιλοσοφικά αποσπάσματα. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος.

Foucault, M. (2011). Επιτήρηση και τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής. Αθήνα: Πλέθρον.

Habermas, J. (1993). Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας. Δώδεκα παραδόσεις. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Marcuse, H. (2020). Ο μονοδιάστατος άνθρωπος. Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.






Αναρτήθηκε από:

Ηλίας Σεκέρης

Μαθηματικός & ανεξάρτητος ερευνητής στα πεδία της Κοινωνικής & Αλληλέγγυας Οικονομίας και της Άμεσης Δημοκρατίας.

https://sekeris.gr/