Καλές θάλασσες - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Οι τρόφιμοι του Δημοτικού γηροκομείου είχαν ζήσει πολλά Χριστούγεννα στη ζωή τους και η έξαψη των γιορτών είχε πια σιγάσει. Η παιδική λαχτάρα είχε σβήσει προ πολλού και οι χαρές της οικογένειας ήταν ήδη θαμπές. Στις γιορτές όμως η ρουτίνα έσπαγε κάπως και αυτό μετρούσε για τους ηλικιωμένους, μετρούσε για κάθε ηλικία. Το βοηθητικό προσωπικό είχε στολίσει την αίθουσα και κρατούσε τα φώτα χαμηλωμένα για να μοιάζουν πιο εντυπωσιακά τα λαμπιόνια του πλαστικού δέντρου.  Στον φωτισμό πρόσθετε κάτι και η μόνιμα αναμμένη τηλεόραση.

- Ελένη, έλα λίγο που σε θέλω.

Ήταν η φωνή της Ανθούλας, της παλιάς καραβάνας των τραπεζοκόμων.

- Πήγαινε το τσάι της κυρα-Δέσποινας. Είναι αυτή με το πράσινο σάλι. Και δώσ’ της και τον φάκελο αυτό. Πες της από τον γιο της. Να της το διαβάσεις εσύ, δεν ξέρει γράμματα.

Η Ελένη είχε πρόσφατα πιάσει δουλειά. Η οκτάμηνη σύμβαση με τον Δήμο ξεκίνησε στα μισά του Δεκέμβρη και ακόμη μάθαινε τους γέροντες και τα χούγια τους. Τώρα κρατούσε το δίσκο με το τσάι και το φάκελο και αναζήτησε με το βλέμμα την Δέσποινα.

- Κυρία Δέσποινα, το τσάι σας. Έχετε και μια κάρτα… Να σας τη διαβάσω;

Η Δέσποινα πήρε τα μάτια από την τηλέοραση και έστησε το αυτί γεμάτη χαρά:

«Αγαπημένη μου μάνα,

Σου γράφω από την μακρινή Αυστραλία. Πιάσαμε λιμάνι εδώ και λίγες μέρες αλλά δεν μπορούμε να ξεμπαρκάρουμε καθόλου. Βλέπεις έχει κι εδώ κορωνοϊό. Δεν σ’ έχει φάει μόνο εσένα η κλεισούρα, μάνα, παντού υπάρχει πρόβλημα. Εδώ είναι καλοκαίρι και σκάει ο τζίτζικας, αλλά ετοιμάζονται για τα Χριστούγεννα. Ελπίζω να τα καταφέρω να είμαι στην Ελλάδα το Πάσχα. Καλές Γιορτές!

Σε φιλώ, Ιορδάνης»

Η Δέσποινα ήδη έκλαιγε από χαρά! Κρατούσε σε κάποια απόσταση την κάρτα με το έλατο και το MERRY CHRISTMAS και την καμάρωνε.

- Ακούτε; Ο Ιορδάνης μου! Έχουν κι εκεί κορονοϊό. Μα τι κακό είν’ αυτό σε όλο τον κόσμο; Δε με ξεχνάει όμως! Δεσποινίς, θα μου γράψετε μιαν απάντηση; Λίγες γραμμές μόνο, δε θα σας κουράσω.

Η Ελένη έπιασε στυλό και χαρτί και έπιασε να γράφει:

«Ιορδάνη μου, εύχομαι να βρεις καλές θάλασσες…»

Για δέκα περίπου λεπτά η Δέσποινα υπαγόρευε. Μερικές φορές δεν της άρεσε μια διατύπωση και ζητούσε από την νεαρή τραπεζοκόμο να την αλλάξει. Οι υπόλοιποι τρόφιμοι κοιτούσαν πλάγια και χαμογελούσαν, ένας-δυο δυσφόρησαν γιατί δεν άκουγαν καλά την τηλεόραση και δυνάμωσαν τον ήχο. Κάποτε τελείωσε:

  • Την ευχή μου να ‘χεις παιδί μου! Τη σύσταση την ξέρουν τα κορίτσια.

«Κορίτσια»  ήταν το υπόλοιπο βοηθητικό προσωπικό, ανεξαρτήτως ηλικίας.

Η Ελένη επέστρεψε στο γραφειάκι της κουζίνας και έδωσε το γράμμα στην Ανθούλα.

- Να το βάλουμε σε φάκελο. Η κυρία Δέσποινα είπε ότι εσείς έχετε τη διεύθυνση.

Η Ανθούλα πήρε το χαρτί, το δίπλωσε στα δύο και το έβαλε στην τσέπη της ποδιάς.

- Πάμε να πετάξουμε τα σκουπίδια να πάρουμε και λίγο αέρα.

Μόλις βγήκαν στο Δεκεμβριάτικο κρύο η Ανθούλα άνοιξε την σακούλα των σκουπιδιών και πέταξε μέσα το γράμμα της Δέσποινας. Η Ελένη μισάνοιξε το στόμα έκπληκτη. Περπατώντας προς τους κάδους η Ανθούλα μίλησε χωρίς περιστροφές:

  • Ελένη, πρέπει να το ξέρεις. Η Δέσποινα κάποτε είχε τρεις γιους. Τον έναν τον έχασε έφηβο σε τροχαίο, τον άλλο στα 35 από καρκίνο. Ο Ιορδάνης, ο ναυτικός, ήταν ο τελευταίος. Η Δέσποινα το χαμπέρι του ναυαγίου δεν το άντεξε. Το νοικοκυρεμένο σπιτικό της γρήγορα έγινε τρώγλη. Την μάζεψε η Δημαρχία στο γηροκομείο. Τα γράμματα τα σκαρφιστήκαμε εμείς για να περιμένει κάτι, να νιώθει άνθρωπος. Ο «Ιορδάνης» είμ’ εγώ. Η κάρτα που ήδη στόλισε στο κομοδίνο της είναι τα δικά της Χριστούγεννα.

Η Ελένη πέταξε τα σκουπίδια στον κάδο αμίλητη. Στο σκοτάδι δε φάνηκαν τα κόκκινα μάτια της. Μόνο που τα σκούπισε με την ανάστροφη του μανικιού της.  

Μανόλης Χατζηπαναγιώτου






Αναρτήθηκε από:

Μανόλης Χατζηπαναγιώτου