Δημοσιεύτηκε
Η εκκεντρική συμπεριφορά του βασιλιά Λουδοβίκου Β΄της Βαυαρίας (1845-1886) σε συνδυασμό με την ανευθυνότητα του για την πολιτική και την άσκηση των καθηκόντων του έκαναν το υπουργικό συμβούλιο Πφρέτσχνερ σε συνεννόηση με τον Μπίσμαρκ να τον απομακρύνει από το βασιλικό αξίωμα κρίνοντάς τον ως διαταραγμένο.
Στις 12 Ιουνίου 1886, Σάββατο το μεσημέρι, έφτασε στο ανάκτορο του Μπεργκ ο Λουδοβίκος με ισχυρή συνοδεία. Ένα μεγάλο τμήμα του ανακτόρου είχε μετατραπεί σε νευρολογική κλινική. Στις πόρτες της αίθουσας υποδοχής και του υπνοδωματίου του βασιλιά είχαν διανοιχθεί τρύπες ώστε να μπορούν να παρακολουθούν όλες του τις κινήσεις. Στα παράθυρα είχαν τοποθετηθεί σιδερένια κάγκελα και όλα τα χερούλια είχαν ξεβιδωθεί από τις πόρτες.
Κατά το μεσημεριανό του γεύμα του έδωσαν αντί για κανονικά μαχαίρια, μαχαίρια του φρούτου και εκείνος παρατήρησε: «Μα το φρούτο δεν σερβίρεται πρώτο!». Γύρω στις τρεις το απόγευμα ο Λουδοβίκος πήγε για ύπνο και διέταξε να τον ξυπνήσουν σε εννέα ώρες. Ο καθηγητής δόκτωρ Χ. Γκράσεϋ ενημέρωσε τον Λουδοβίκο να μην κοιμάται την ημέρα αλλά τη νύχτα και όταν ο «ασθενής» ξύπνησε τα μεσάνυχτα, δεν του έδωσαν ρούχα να φορέσει. Την επόμενη μέρα το πρωί ο Λουδοβίκος ζήτησε να μιλήσει με τους γιατρούς. Πρώτα ήρθε ο δόκτωρ Γκούντεν, στον οποίο είπε ο βασιλιάς ότι τον ενοχλεί το γεγονός ότι δεν μπορεί να είναι μόνος, διότι αισθάνεται ότι παρακολουθείται διαρκώς. Στη συνέχεια ήρθε ο δόκτωρ Γκράσεϋ και ο Λουδοβίκος εξέφρασε την απορία αν η «κράτηση» διαρκέσει για λίγο ή για πάντα. Η αλήθεια είναι πως και οι δύο γιατροί δεν του έδωσαν σαφείς αλλά γενικόλογες απαντήσεις.
Ο βασιλιάς εξέφρασε την επιθυμία να κάνει έναν περίπατο με τον δόκτωρα Γκούντεν στον κήπο πριν το μεσημεριανό γεύμα. Ο περίπατος διήρκεσε μία ώρα από τις 11.15 μέχρι τις 12.15 και τους ακολουθούσε ένας νοσοκόμος σε απόσταση 100 βημάτων πιο πίσω. Όταν επέστρεψαν, ο γιατρός είπε στους συναδέλφους του ότι ο βασιλιάς είχε προσαρμοστεί απόλυτα στη νέα κατάσταση.
Το απόγευμα όμως ο Λουδοβίκος συνάντησε τον αξιωματικό Φρήντριχ Τσάντερς και του εξέφρασε τους φόβους του πως αυτοί που τον έκλεισαν σε κείνη τη φυλακή, δεν θα τον άφηναν να φύγει ποτέ από εκεί και ίσως ακόμη σκέφτονταν να τον δολοφονήσουν. Μετά κάλεσε το βοηθό του δόκτορα Γκούντεν και είχε μία συνομιλία μαζί του σαράντα πέντε λεπτών, όπου είπε αργότερα ότι «Τόσες πολλές ερωτήσεις δεν μου έκαναν ούτε όταν έδινα εξετάσεις στο πανεπιστήμιο».
Μετά το γεύμα του ο βασιλιάς άρχισε να πηγαινοέρχεται στο δωμάτιο και στη συνέχεια κάλεσε τον δόκτορα Γκούντεν, για να κάνουν μαζί έναν περίπατο όπως είχαν συμφωνήσει. Ο Γκούντεν ήρθε και κατά τις 18 και 45΄ άφησαν το ανάκτορο και κατευθύνθηκαν προς τη λίμνη. Έβρεχε συνεχώς και γι’ αυτό φορούσαν παλτά, καπέλα και κρατούσαν ομπρέλες και οι δυο τους. Ωστόσο δεν τους ακολούθησε κανένας νοσοκόμος αυτή τη φορά. Είχαν περάσει δύο ώρες και η βροχή είχε αρχίσει να δυναμώνει όμως οι δύο άνδρες δεν είχαν γυρίσει πίσω. Έτσι δόθηκε εντολή να κατέβει όλο το προσωπικό του πύργου για να ψάξει να τους βρει. Στις 22.00 ακριβώς βρέθηκε το πανωφόρι και το σακάκι του βασιλιά πολύ κοντά στη λίμνη και δευτερόλεπτα αργότερα βρέθηκαν η ομπρέλα και το καπέλο του, όπως και το καπέλο του δόκτορα Γκούντεν. Στις 23.00 βρέθηκε το πτώμα του βασιλιά το οποίο φορούσε μόνο το πουκάμισο και το παντελόνι του. Λίγο αργότερα βρέθηκε και το πτώμα του γιατρού με όλα του τα ρούχα. Το ρολόι του Λουδοβίκου είχε σταματήσει στις 18 και 54΄. Το πρόσωπο και τα χέρια του Γκούντεν ήταν γεμάτα εκδορές και πληγές. Πάνω από το δεξί του μάτι πιθανότατα είχε δεχθεί γροθιά και είχε ένα σημάδι. Επίσης είχε κοπεί στα δύο το νύχι του μεσαίου δακτύλου του. Αντιθέτως ο βασιλιάς δεν είχε την παραμικρή αμυχή.
Η πιο πιθανή εκδοχή αναφέρεται στην έκθεση που συντάχθηκε και λέει πως ο βασιλιάς μπήκε στη λίμνη με σκοπό να πνιγεί. Ο δόκτορας Γκούντεν τον ακολούθησε προσπαθώντας να τον μεταπείσει, όμως στην πάλη που έγινε ο Λουδοβίκος έπνιξε τον ηλικιωμένο γιατρό μετά από τα χτυπήματα που του έδωσε και στη συνέχεια πέθανε από συγκοπή. Αυτή είναι και η επικρατούσα άποψη, καθότι όλες οι άλλες κρίθηκαν αβάσιμες.
Στην εξαιρετική ταινία του Λουκίνο Βισκόντι «Λούντβιχ» (1972) μπορούμε να δούμε όλες τις πτυχές της προσωπικότητας του Λουδοβίκου αλλά και μία υπέροχη αναπαράσταση της εποχής αυτής στη Βαυαρία.
Πηγή:
Klaus Mann, Λούντβιχ, Σιδερόφραχτο Παράθυρο, εκδ. Άγρα, Αθήνα 1996.
Απόσπασμα από άρθρο που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 557 του περιοδικού Ιστορία Εικονογραφημένη (Νοέμβριος 2014).