Λάκκος: μια πολύβουη, «ύποπτη» συνοικία - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Από το βιβλίο του Γ. Ζαϊμάκη "Καταγώγια ακμάζοντα στον Λάκκο Ηρακλείου"

Ήταν η κακόφημη γειτονιά του Ηρακλείου. Ήταν η γειτονιά της μαγκιάς, των πορνείων, των ρεμπέτικων αυτοσχεδιασμών, της ομαδικής χασισοποσίας, των ξέφρενων γλεντιών, ένας πυρήνας πολιτισμικής δημιουργίας και ψυχαγωγίας που σκανδάλιζε την «ευυπόληπτη» κοινωνία της εποχής. Καλωσήρθατε στον Λάκκο των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα!

Μάγκες και πόρνες, χασίς και ρεμπέτικα σε μια μικροκοινωνία που χάθηκε για πάντα. 

Πολλοί ντόπιοι περνώντας από τα στενά με τα χαμόσπιτα της περιοχής πίσω από το Πανάνειο και το νεότευκτο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Ηρακλείου, αγνοούν την ιστορία αυτής της γειτονιάς. Αγνοούν ακόμα και το όνομα της. Ο Λάκκος όμως που άκμασε τις πρώτες τέσσερις δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα, σίγουρα δεν περνούσε απαρατήρητος στην «εποχή του». 

Όλα ξεκίνησαν με το «Διάταγμα περί Χαμαιτυπείων» της Κρητικής Πολιτείας κάπου το 1900 που επέβαλλε την γεωγραφική συγκέντρωση των πορνείων σε οριοθετημένους, απομονωμένους χώρους. Τότε ήταν που επιλέχτηκε ο Λάκκος για την εγκατάσταση των χριστιανικών πορνείων - τα μουσουλμανικά βρίσκονταν στην Κιζίλ Τάμπια (σήμερα, Αγία Τριάδα). Η περιοχή ήταν ιδανική μια και βρισκόταν κοντά στο στρατόπεδο των Άγγλων στρατιωτών στα ενετικά τείχη - οι οποίοι είχαν «ανάγκες» να εξυπηρετήσουν -  ήταν από παλιά μια υποβαθμισμένη περιοχή, κι επιπλέον ήταν απομακρυσμένη από πολυσύχναστα μέρη και δημόσια κτίρια. Μαζί με τα πορνεία εγκαταστάθηκε στην περιοχή και η μικροκοινωνία τους: πόρνες, νταβατζήδες, μαντάμες, «αγαπητικοί».

Το καθωσπρέπει αστικό Ηράκλειο έβλεπε υποτιμητικά τους Λακκουδιανούς με την αργκό τους, τα παρατσούκλια τους, τα πάθη και την «ρεμπέτικη» στάση ζωής.

Στη συνέχεια με πυρήνα τις δραστηριότητες του αγοραίου έρωτα αναπτύχθηκε ένας ολόκληρος, παράλληλος κόσμος μέσα στο Ηράκλειο που τότε ήταν στα πρώιμα χρόνια της αστικής του ανάπτυξης, επηρεαζόταν από την Δύση και φυσικά έβλεπε υποτιμητικά και απαξιωτικά τους Λακκουδιανούς: ταβερνιάρηδες, τεκετζήδες, μάγκες, ρεμπέτες, κουτσαβάκηδες, χασισέμπορους, γραμμοφωνατζήδες, λατερνατζήδες, νταήδες. Με την δική τους τοπική αργκό, τα παρατσούκλια και την ιεραρχία τους, τα πάθη και την «ρεμπέτικη» στάση ζωής. Και κάπως έτσι ο υποβαθμισμένος φτωχικός μαχαλάς με τα καλντιρίμια, τις παράγκες, τα χαμηλοτάβανα σπίτια ξεκίνησε να γράφει τη σύντομη μεν, θρυλική δε ιστορία του. Κακόφημος και πολύβουος, με τα γλέντια και τις λοιπές διασκεδάσεις – νόμιμες και παράνομες - να είναι κομμάτι της καθημερινής του ρουτίνας, ο Λάκκος έζησε την τελευταία του περίοδο ακμής κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Μετά ήρθε ο Β΄Παγκόσμιος, η Μάχη της Κρήτης, ο βομβαρδισμός της πόλης από τα γερμανικά αεροσκάφη (που είχε σαν αποτέλεσμα την καταστροφή πολλών πορνείων), η Κατοχή και η μεταφορά των «γυναικών» του Λάκκου σε κεντρικό ξενοδοχείο για την εξυπηρέτηση των γερμανών στρατιωτών. Κι ακόμα πιο μετά ήρθε η καταστροφή του ιστού της παλιάς πόλης – αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. 

Λακκουδιανοί και Μικρασιάτες

Μετά την μικρασιατική καταστροφή και τις ανταλλαγές πληθυσμού, ο ερχομός των μικρασιατών προσφύγων άλλαξε δραματικά την δημογραφική σύνθεση του πληθυσμού της πόλης. Πολλοί πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στις γειτονικές περιοχές του Λάκκου και αρκετοί βρήκαν καταφύγιο (και τρόπο να επιβιώσουν) στις «δραστηριότητες» του Λάκκου. Μαζί τους έφεραν και τις παραδόσεις της Μικράς Ασίας, μουσικά όργανα όπως σαντούρι, βιολί, ούτι, τουμπελέκι, χορούς όπως καρσιλαμάς, απτάλικο ζεϊμπέκικο, και φυσικά τους περιβόητους αμανέδες και τα προσφυγικά τραγούδια που βρήκαν μεγάλη απήχηση στους Λακκουδιανούς, οι οποίοι όμως ήταν εξοικειωμένοι με αυτές τις παραδόσεις ήδη από την λειτουργία των "Καφέ Αμάν" που ανθούσαν στην περιοχή. Φυσικά το αστικό, «καθωσπρέπει» Ηράκλειο έβλεπε με μισό μάτι αυτές τις ανατολίτικες μελωδίες, με τα τούρκικα επιφωνήματα (αμάν, γιάλα, γιαβρούμ) που τόσο τους θύμιζαν την οθωμανική περίοδο που ήθελαν να αποτινάξουν από πάνω τους.

Ρεμπέτες και Μάγκες 

Ακόμα κι η μικροκοινωνία του Λάκκου είχε την ιεραρχία της και τις διαφοροποιήσεις της. Μάγκες και ρεμπέτες, μόρτες, καλντιριμιτζίδες, μουρμούρια, αλάνια, κουτσαβάκηδες. Τους μάγκες τους ξεχώριζες από την αρρενωπότητα, από τα ρούχα (λουστρίνι μυτερό παπούτσι, ριγέ πατελόνι, μαύρο σταυρωτό γιλέκο, και το ένα μανίκι του σακακιού να κρέμεται αφόρετο), από τον τρόπο που μιλούσαν και το «βαρύ» τους περπάτημα, τις χειρονομίες, τον τρόπο που χόρευαν, από τη μπριγιαντίνη στα μαλλιά το στριφτό μουστάκι, το καπέλο – ρεπούμπλικα και φυσικά το κομπολόι. Οι ρεμπέτες δε, ήταν στην κορυφή της ιεραρχίας και πρωταγωνιστές στα γλέντια και τις χασισοποσίες, οι οποίες ήταν μια ολόκληρη μυσταγωγική τελετουργία γύρω από τον ναργιλέ και κατέληγαν σε έκσταση, μουσικούς αυτοσχεδιασμούς και ζεϊμπέκικα.

 

Τα Ρεμπέτικα του Λάκκου

Τα ρεμπέτικα, χασικλίδικα ή και βλάμικα τραγούδια του Λάκκου στην πλειοψηφία τους έχουν χαθεί μαζί με τον θάνατο των Λακκουδιανών. Ήταν προφορικές, ανώνυμες δημιουργίες που – με ελάχιστες εξαιρέσεις – δεν βρήκαν τον δρόμο της δισκογραφίας. Ταξίμια κι αμανέδες που οι λόγιοι της εποχής θεώρησαν «κατώτερα» αν όχι άσεμνα, χάθηκαν μαζί με την αποδιοργάνωση της κοινότητας που τα δημιούργησε. Από όσα έχουν σωθεί ξέρουμε ότι ήταν πιο λιτά και «πρωτόγονα» σε σχέση με τα επώνυμα ρεμπέτικα, ενώ η θεματολογία τους ήταν πάνω κάτω η αναμενόμενη: έρωτας, πάθη, χασίς, φυλακή. Πολλοί όμως μουσικοί και ρεμπέτες του Λάκκου, έμειναν ξακουστοί όπως ο «Κουλουράς» κι ο Κατσαρός. Όσο για την ρεμπέτικη φήμη του Λάκκου; Από εδώ πέρασαν μια βόλτα και γνωστοί ρεμπέτες όπως ο Βαμβακάρης και ο Μπάτης.

Ο Λάκκος σήμερα

Μην ψάχνεις να βρεις σημάδια της παλιάς του «αίγλης». Θα βρεις πολλά χαμόσπιτα με φτωχές οικογένειες, σπίτια με χαμηλά ταβάνια και μικρές αυλίτσες, μπουγάδες απλωμένες στα καλντερίμια, μαγαζάκια κλειστά με λαμαρίνες και ξεθωριασμένες ταμπέλες. Ακόμη κι έτσι όμως κρατάει κάτι από την περιθωριακή γοητεία του. Ο κεντρικός δρόμος που περνάει μπροστά από τον Άγιο Ματθαίο και τα γύρω στενά αναπλάστηκαν πρόσφατα. Στον αέρα πλανάται βέβαια μια προσπάθεια «εξευγενισμού» (gentrification) της περιοχής, με τις νέες πολυκατοικίες να υψώνονται δίπλα στα χαμόσπιτα και το μεγαθήριο του Πολιτιστικού – Συνεδριακού κέντρου να ρίχνει την επιβλητική σκιά του σε ολόκληρο το τετράγωνο. Αξίζει ωστόσο να περπατήσεις την γειτονιά, να χαθείς στα στενά της και να πλάσεις στο μυαλό σου ιστορίες για «ερωτευμένες πόρνες» και ρεμπέτες αγαπητικούς.

Πηγή






Αναρτήθηκε από:

Χαράλαμπος Τσαγκατάκης

«Όποιος ελέγχει τα Μέσα Ενημέρωσης και την εικόνα, ελέγχει τον πολιτισμό»
 Allen Ginsberg