Δημοσιεύτηκε
Λύτρας Νικηφόρος, Η Αντιγόνη εμπρός στο νεκρό Πολυνείκη
Οι λέξεις φτερουγίσανε στις άκρες των ματιών σου
και τις σιωπές σου τραγουδάς με μπάσα Γοτθικά
στα μονοπάτια τoυ Αίαντα γκρεμίστηκε ο καημό σου
και του Καυκάσου τα καρφιά -θρηνούν τ’ αερικά
Το πρόσωπο σου σκούριασε σε πελαγίσιο μνήμα
λυσσομανούν οι άνεμοι στης νύχτας την αχνιά
κι είναι τα μάτια σου γυαλί και ραγισμένο ποίημα
που θρυμματίζουνε γκρεμούς κι άστρα στην καταχνιά
Ζητούσες ότι χάθηκε μες της καρδιάς νυχτέρια
και στα βαθιά σου όνειρα τα Διονυσιακά
δικαιοσύνη ζήταγες στου Κρέοντα τα χέρια
μα η Αντιγόνη σάλπαρε μια νύχτα ερημικά
Πέρα στα ανεπίστρεπτα στης μνήμης ξεχασμένα
του Πολυνείκη του άταφου σαρκώνεται η θωριά
τα χείλια σου δαφνόφυλλα και μύρα αγιασμένα
που με τον θρήνο σου ζητάς να βρεις παρηγοριά
Σ’ αυτόν τον τόπο γύρευες να βρεις δικαιοσύνη
τα χέρια σου όλο μάτωνες στης μοίρας τα καρφιά
ο κόσμος είναι φυλακή -κήπος αγνωμοσύνης
που τον σκεπάζει τ’ άδικο κι άγρια συννεφιά.
Αντωνογιαννάκης Ηρακλής
Πρώτη δημοσίευση: mandragoras-magazine.gr