Δημοσιεύτηκε
Φωτο: Bruno Catalano
Όταν το σώμα μας φεύγει για κάποιο λόγο από ένα μέρος για να κατοικήσει σε ένα άλλο, αφήνει πίσω του κι ένα κομμάτι της ψυχής. Εικόνες, βιώματα, σχέσεις με ανθρώπους..., όλα κατοικούν σε έναν «μεταβατικό» τόπο, που φυλακίζεται συμβολικά ως ψευδαίσθηση μέσα στις βουβές αποθήκες του «είναι» μας, στις αποσκευές μας.
Αυτόν τον τόπο τον κουβαλάμε, είτε θέλουμε να ξεφύγουμε από το παρελθόν μας και να προχωρήσουμε με τόλμη στο άγνωστο, είτε θέλουμε ν’ αγκιστρωθούμε σε αυτό, κρατώντας με όλη τη δύναμη της ψυχής μας το αόρατο του νήμα, σφικτά δεμένο στις πιο κρυφές συνάψεις των νευρώνων μας.
Η «τόλμη» είναι μια λέξη μαγική, που άλλοτε δίνει μία ψευδαίσθηση παντοδυναμίας στον κάτοχό της και άλλοτε γελάει ειρωνικά σε κάθε δύσκολο ή μάταιο εγχείρημα. Ίσως γιατί είναι τραγική ειρωνεία το να θες να φυλακίσεις τις μνήμες στο παρόν, τρέφοντάς τις με τα αποφάγια μίας λειψής κι ανολοκλήρωτης ζωής.
Είναι η στιγμή που ξεκινούν οι αναμνήσεις να ζουν μία δική τους νέα, «φανταστική» ζωή, σε μία κάψουλα ερμητικά κλεισμένη στη μηχανή του χρόνου, που έχοντας χάσει τον χωρο-χρονικό της προσανατολισμό, ψάχνει μάταια ν’ αγκιστρωθεί σε πιθανά σενάρια για το μέλλον.
Κάπου εκεί υπάρχει ένας άλλος κόσμος, με τη δική του μυστική γλώσσα φτιαγμένη από σιωπηλές κραυγές, τη δική του άηχη μουσική, το δικό του ανολοκλήρωτο κι αόρατο χορό. Σε αυτόν τον μεταβατικό κόσμο αναπληρώνεται με τρόπο συμβολικό οτιδήποτε ανέκφραστο και ανεκπλήρωτο.
Η ψυχή ταξιδεύει μέσα σε αυτή τη μηχανή σε έναν άχωρο και άχρονο κόσμο, συχνά μπερδεύοντας τις αναμνήσεις της με την πραγματικότητα, αναλαμβάνοντας άλλες φορές ρόλο ηγέτη, καθοδηγώντας τη δράση και άλλες πάλι βάζοντας εμπόδια στα μελλοντικά σχέδιά της.
Σε κάποιες ενδιάμεσες στάσεις ή τόπους του ταξιδιού της, η ψυχή συναντάει άλλες ψυχές, κάποιες απ’ τις οποίες αφήνουν πάνω της ανεξίτηλα σημάδια. Κουβαλάνε κι αυτές τα δικά τους κενά, που άλλες φορές συμπληρώνουν τα δικά της, άλλες φορές την αποπροσανατολίζουν και άλλες φορές την οδηγούν να βρει σκοπό και όραμα στο μοναδικό της ταξίδι.
Μερικές φορές, αυτές οι συναντήσεις των ψυχών είναι τόσο αυθεντικές, που δύσκολα μπορεί κανείς να διακρίνει αν συνέβησαν τυχαία ή αν έχουν σκηνοθετηθεί από κάποιον, ίσως αυτόν που έχει τη δύναμη να συνθέσει το έργο της ζωής. Και αυτές οι στιγμές φυλακίζονται από την ψευδαίσθηση ότι όλα έχουν συμβεί για κάποιον λόγο...
Τότε, το υπαρξιακό αυτό κενό που κουβαλάει στην ψυχή του κάθε ταξιδιώτης, μοιάζει με έναν μικρό θάνατο που έρχεται να γεμίσει πλασματικά στη συνείδησή του ο έρωτας, η θρησκεία, η ιδεολογία ή η τέχνη. Και το αν θα λυτρωθεί τελικά, εξαρτάται από το πώς θα διαχειριστεί τα περιεχόμενα των αποσκευών του...
Μαρία Μουσουράκη