Δημοσιεύτηκε
Τσατάλια τα νεύρα. Έφυγε τρέχοντας μόλις σχόλασε. Σούπερ μάρκετ. Κουβάλησε τις σακούλες νιώθοντας να λείπουν τα πόδια της, από την κούραση. Να ετοιμάσει το σπίτι αλλάζοντας θέση στα έπιπλα, να ετοιμάσει φαγητά για το βράδυ, να κάνει ένα τελευταίο καθάρισμα, να κάνει ένα μπάνιο, να αλλάξει η χρονιά, να…
Στην αρχή άκουσε το θυροτηλέφωνο. Δεν έδωσε σημασία. «Γυφτάκια», σκέφτηκε. Τα είχε δει στη διπλανή πολυκατοικία να χτυπάνε κουδούνια για τα κάλαντα. Δεν τα άντεχε τα γυφτάκια. Τελευταία δεν άντεχε κανέναν.
Κάποιος θα τους άνοιξε. Τώρα χτυπούσαν το κουδούνι της πόρτας της. Μία φορά, δύο, τρεις, ασταμάτητα. Κάθε γκλιν γκλον την πυροβολούσε στο μυαλό. Η επιμονή και το θράσος τους την εξόργισαν. Άνοιξε την πόρτα με δύναμη και ούρλιαξε «γιατί χτυπάτε έτσι το κουδούνι;»
Τα δύο κοριτσίστικα μάτια έκαναν γρήγορα βήματα πίσω κι έγιναν φοβισμένα. Το αγόρι άνοιξε το χέρι του κι έδειξε. «Δε δίνω μία» του τσίριξε και «Όχι, να μην τα πείτε!».
Το δάχτυλο συνέχισε να δείχνει. Το πήρε για σημάδι και γύρισε γρήγορα το κεφάλι της να δει τι έδειχνε. Είδε τα κλειδιά της να κρέμονται έξω από την πόρτα. Το κλειδί του σπιτιού, του αυτοκινήτου, του γραφείου, κλειδιά πολλά.
«Τα κλειδιά σας ξεχάσατε. Γι’ αυτό χτυπούσαμε το κουδούνι», είπε.
Έπιασε το μέτωπό της σα να πονούσε το κεφάλι της. Έσκυψε. «Συγγνώμη».
Κάθισαν μαζί γύρω στη μία ώρα. Ήπιαν πορτοκαλάδα, έφαγαν μελομακάρονα, της είπαν ότι φέτος δεν έβγαλαν τίποτε από τα κάλαντα, δίκιο έχει ο κόσμος, που να τα βρει, πολλοί φτωχοί σαν κι αυτά…
Τα λεφτά που τους έδωσε της είπαν ότι ήταν πολλά. Δεν πείραζε που έχασαν μια ώρα κάλαντα. Έτσι κι αλλιώς…
Επέμενε. Τους τα έβαλε στην τσέπη.
Έφυγαν κρατώντας όλες τις σακούλες που εκείνη είχε αγοράσει από το σούπερ μάρκετ.
«Δε γαμιέται το ρεβεγιόν» αποφάσισε στα γρήγορα με τον εαυτό της. Θα έπαιρνε πίτσες, μπύρες και σ’ όποιον άρεσε.
Πήρε από τη βιβλιοθήκη τους «Αρραβώνες του κυρίου Ιρ», ξάπλωσε στο κρεβάτι κι άρχισε να διαβάζει.
Ας την έπαιρνε ο ύπνος. Όταν έρχονταν ας χτυπούσαν το κουδούνι να την ξυπνήσουν. Άλλωστε, το δικό της ρεβεγιόν το είχε κάνει…
Το κείμενο από το ιστολόγιο του Kartesios, ενός καλού φίλου. Δυστυχώς, δεν υπάρχει πια το ιστολόγιο, όπως και ο ίδιος αποφάσισε να μην έχει παρουσία στα social.