Δημοσιεύτηκε
Για μένα ο άνθρωπος είναι γεύση και μυρωδιά.
Με την γεύση και την μυρωδιά του με μαλακώνει. Κάνει τα χείλη μου να χαμογελάσουν και τα μάτια μου να ελευθερωθούν. Να μπορέσουν να πλησιάσουν, να επεξεργαστούν, να τρέξουν πάνω στα μυστικά χαμόγελα και στα σφραγισμένα ποιήματα του. Να δεις καλά που κρύβεται ένα χαμόγελο στο λωβό του αυτιού . Ιδέα δεν θα είχαμε για όλα αυτά τα κύματα που σκάνε στην ακτή, στην άκρη του ματιού.
Μέ την γεύση και την μυρωδιά του κάνει τα χείλη μου να σφίγγουν και το μέτωπο μου να ζαρώνει. Σαν τότε που ήμουν μικρή και με κυνηγούσε ο παππούς μου κάθε πρωί να πιώ το γάλα. Δεν μου άρεσε ποτέ το γάλα. Είναι περίπλοκα τα πράγματα με το γάλα. Όλο κάτι περισσότερο περιμένεις απ΄αυτό. Όλο κάτι λιγότερο σου δίνει αυτό. Σου πέφτει βαρύ από την μια. Είναι ωφέλιμο από την άλλη. Σιγά μην τα καταφέρει η λογική μπροστά στην δύναμη της γεύσης και της μωρωδιάς. Στητός μπροστά στο νεροχύτη της κουζίνας ο παππούς με παρατεταμένο το δυνατό του χέρι να κρατά ένα γυάλιο, ψηλό ποτήρι γάλα και εγώ μπροστά του να μετατρέπομαι σε ζαρωμένο απόκομα εφημερίδας, έτοιμη ακόμα και να εξαφανιστώ προκειμένου να μην πιω το γάλα και με διαπεράσει η γαλατίλα του. Μπορεί και να φταίει που από βυζί ήπια μόνο λίγες μέρες και να χώρισαν οι δρόμοι μας από τότε.
Όμως ακόμα και τότε που ήμουν μικρή, δεν τελείωνα με το γάλα έτσι. Δεν το άφηνα να μείνει απόλυτο και αδιαπραγμάτευτο στο γυάλινο ποτήρι. Του έκανα τα κόλπα μου. Άλλαζα την υφή του, την μυρωδιά του, το χρώμα του. Ξαφνικά το γάλα δεν ήταν πια γάλα . Γινόταν κάτι που λαχταρούσα. Ξεκλείδωνα τότε και το έπινα. Συμβαίνει αυτό και με τους ανθρώπους. Μ΄αυτούς που έχουν γεύση και μυρωδιά κι ας μην είναι του γούστου μου. Να μην μπερδεύουμε όμως την μυρωδιά με την δυσοσμία . Ούτε με την αοσμία.
Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που όχι μόνο έχουν γεύση και μυρωδιά αλλά γεύση και μυρωδιές γεννούν. Έχω την τύχη να έχω φίλους μερικούς. Κάθονται απέναντι σου και μιλάτε. Η εικόνα τους μετατρέπεται σε μυρωδιά και τρυπώνει από τα ρουθούνια και τους πόρους του δέρματος σου προς όλα τα εφτασφράγιστα ψυχοντουλαπάκια σου.
Μερικοί μετατρέπονται σε μυρωδιά σκληρούτσικου ροδάκινου. Απ΄αυτά που όσο τα τρως και αντέχεις την στιφάδα τους, σε κερδίζει η καθαρότητα του λεπτού τους αρώματος. Μετά γίνονται φέτες από χιώτικο μανταρίνι, κομμένες μια μια, έτοιμες σε μπουκιές. Να ξέρεις πως δεν είναι για χόρταση και μπερδευτείς και ξεχάσεις πως οι άνθρωποι θέλουν τον τρόπο τους, τον χώρο και τον χρόνο τους. Να σου δώσουν να φας τόσο όσο να μην βαρυστομαχιάσεις. Ούτε εσύ να μείνεις πεινασμένη, ούτε κι αυτοί να τελειώσουν μέσα στο δικό σου στομάχι.
Άλλοι μετατρέπονται σε φρέσκα φύλλα βασιλικού. Κομμένα φυλαράκι φυλαράκι από τα χεράκια σου. Κομμένα και ραμμένα να φέρουν την ανατροπή στην επικρατούσα γεύση από την πρώτη ακόμα στιγμή. Άλλοι είναι φρουτένια ελαιόλαδα. Απ΄αυτά που πολύ θα ήθελες να τα έχεις χρώμα στα μάτια σου. Στιβαρή, ατίθασα αξεπέραστη η γεύση τους. Φίλοι που δίνουν στο φαί σου μια γεύση μαγική.
Φίλοι που μυρίζουν θάλασσα και ψάθινα καπέλα. Φίλοι που είναι ψηλά, δυνατά κυπαρίσσια που φέρνουν αέρα από τις βαθιές τους ρίζες και την ίδια στιγμή είναι κρινάκια που φυτρώνουν στην άμμο για να συντροφεύψουν αθόρυβα λίγες βδομάδες καλοκαιριού.
Και σκέφτομαι πως κουμπώνουν όλα αυτά μαζί; Ιδέα δεν έχω πως γίνεται αλλά γίνεται. Άνθρωποι λουλούδια. 'Ανθρωποι φρουτένιοι. 'Ανθρωποι θάλασσες και δέντρα. Η αρχική επιφύλαξη, δίνει την θέση της στις θύμησες. Μυρίζεις, γεύεσαι και θυμάσαι. Νοσταλγείς.Έτσι κι αλλιώς άνθρωπο χωρίς γεύση και μυρωδιά δεν θυμάμαι κανένα.
Όλοι οι άλλοι παρόντες και απόντες είναι εκεί. Πάλλονται μέσα στον αέρα. Ένα λουλουδένιο κτύπημα στην πλάτη που σου δίνει δύναμη ν΄ανοίξεις το παράθυρο και να πετάξεις μέχρι το πιο ψηλό σημείο τ΄ουρανού.