Δημοσιεύτηκε
«Οι δάσκαλοι/ δεν είμαστε μόνο συνδικαλιστές του μισθού·/ είμαστε δημιουργοί και φορείς πολιτισμού./ Δεν είμαστε αγαθοί καταναλωτές ιδεολογιών·/ είμαστε ερευνητές της αλήθειας και παραγωγοί ιδεών./ Δεν είμαστε επαγγελματίες διδακτικοί εγχειριδίων·/ είμαστε ποιητές τεχνών και βιβλίων./ Δεν είμαστε το μακρύ χέρι καμιάς εξουσίας·/ είμαστε οι αφουγκραστές της λαϊκής αγωνίας./ Δεν είμαστε ανατροπείς της ειρηνικής κοινωνίας·/ είμαστε οι θεμελιωτές της υπεύθυνης ελευθερίας./ Δεν είμαστε συμβασιούχοι της αρετής·/ είμαστε οι προμάχοι της αξιοπρέπειας και της τιμής./ Δεν είμαστε της εκπαίδευσης ρηχοί τεχνικοί·/ είμαστε των παιδιών του λαού οι δάσκαλοι». Κώστας Καλαπανίδας (“Είπε ο Δάσκαλος”).
Και βέβαια συνυπογράφω, και μάλιστα χωρίς κανένα αστερίσκο, όλα τα παραπάνω που δηλώνει, εκφράζοντας το “εμείς” των Δασκάλων, ο φίλος δάσκαλος – ποιητής Κώστας Καλαπανίδας, προλογίζοντας την ποιητική του συλλογή “Είπε ο Δάσκαλος” (εκδ. “Πάσσαρη”) που κυκλοφόρησε πρόσφατα με την “επίνευση” της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας, ωστόσο…
Ωστόσο στον αναπληρωτή δάσκαλο, αυτόν τον “νομάδα” της Εκπαίδευσης, σήμερα, Παγκόσμια Ημέρα του Εκπαιδευτικού, κυρίως ο νους μου. Στον αναπληρωτή Ελληνα δάσκαλο και στην αναπληρώτρια Ελληνίδα δασκάλα των αρχών του 21ου αιώνα, που πρέπει κάθε Σεπτέμβρη να πάρει τη βαλίτσα του (της) στο ένα χέρι και τα παιδιά του (της) στο άλλο για να πάει κάθε χρόνο και αλλού. Από τους Μεταξάδες του Εβρου τη μια χρονιά, στη Γαύδο την άλλη. Οπου υπάρξει θέση για να “πάρει” το μηνιάτικο, που θα του (της) φτάνει ίσα-ίσα για επιβίωση και “μόρια” για να… βελτιώσει την οδύσσειά του…
«Δώσε μου, Κύριε, απλότητα και βάθος. Κάνε να μην είμαι περίπλοκος, ούτε κοινότυπος στο καθημερινό μου μάθημα. Κάνε να υψώνω τα μάτια πάνω από το πληγωμένο μου στήθος μπαίνοντας κάθε μέρα στην τάξη μου. Ας μη φέρνω μαζί μου στην έδρα μου τις μικρές υλικές μέριμνες, τις κωμικές λύπες μου. Κάμε το χέρι μου ελαφρότερο στην τιμωρία και απαλότερο στο χάδι. Ας επιπλήττω απρόθυμα για να ’μαι βέβαιος πως τιμωρώ από αγάπη. Το πλινθόκτιστο σχολειό μου ας είναι καμωμένο με πνεύμα. Οι φλόγες του ενθουσιασμού μου ας γεμίζουν τη φτωχή του είσοδο, τη γυμνή αίθουσά του. Η καρδιά μου ας είναι στήλη του, η πιο δυνατή και η θέλησή μου χρυσάφι καθαρότερο απ’ τις κολώνες των πλούσιων σχολείων». Γκαμπριέλα Μιστράλ (Χιλιανή δασκάλα – ποιήτρια, Βραβείο Νόμπελ 1946.
Χαιρετισμός στον Δήμαρχο των δημάρχων
Στον ιστορικό δήμαρχο Βάμου, τον Γιάννη Χατζηδάκη, τον Δήμαρχο των δημάρχων, όπως μου άρεσε να τον προσφωνώ, για να βλέπω να χαμογελούν τα… μουστάκια του, χαιρετισμός. Χαιρετισμός κι όχι αποχαιρετισμός. Τι κι αν έφυγε πριν λίγες μέρες στα 89 του χρόνια για τον Επουράνιο Βάμο, στην αιώνια πρωτεύουσα του Επουράνιου Αποκόρωνα. Πάντα ωσεί παρών θα δηλώνει η Αρχοντοσύνη του στα “γιγνόμενα”, στα όποια γιγνόμενα της πάλαι ποτέ επαρχίας μας.
«Μάς έφερε πάλι δεύτερους ο Χατζηδόγιαννης», μου είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου ο διατελέσας και πρόεδρος του Δημ. Συμβουλίου του νεοσύστατου, πρώην δήμου Βάμου (1999-2002), επίτ. εφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Μιχάλης Ανδριανάκης, όταν πήρε το μικρόφωνο, μετά την εξόδιο ακολουθία, ο γιος του Γιάννη Χατζηδάκη και είπε ότι επιθυμία του πατέρα του ήταν να μην υπάρξουν λόγοι κι άρχισε να διαβάζει τον επικήδειο που εκείνος είχε γράψει… Παλιά του αγαπημένη τέχνη να χαράσσει δρόμους. Και στην ιδιωτική του οδό και στον δημόσιο βίο του. Ως πρόεδρος της Κοινότητας Βάμου (1983 – 1998) και πρώτος δήμαρχος του πρώην Δήμου Βάμου. Και όχι μόνο. Και αν άφησε το στίγμα του!
«Ποθώ στον κόσμο τον σωστό, το ορθό κι όμορφο μόνο./ Στο μόχθο τ’ όμορφο χρωστώ, στο ορθό μπρος στω ορθός./ Κλώθω στον κόρφο το σωστό κι ως προχωρώ στο χρόνο/ τ’ όμορφο, το σωστό κι ορθό τ’ ορθώνω προς το φως». Ο,τι καλύτερο για χαιρετισμό στον Δήμαρχο των δημάρχων το παραπάνω τετράστιχο (όλες οι συλλαβές του με “ο”) τού, και ηθοποιού, δασκάλου μου στη Μαράσλειο Ακαδημία Νίκου Παπακωνσταντίνου.
Από τα Χανιώτικα Νέα - Μια στάση εδώ μια στάση εκεί του Βαγγέλη Κακατσάκη