Σε ένα μικροσκοπικό χωριό στην καρδιά της ζώνης βαμβακοκαλλιέργειας στη βόρεια Ινδία, ο Ραμαντίπ Μαν φύτευε τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους βαμβακιού Bt της κολοσσιαίας εταιρείας Monsanto για πάνω από δέκα χρόνια, αλλά όλα αυτά άλλαξαν πέρσι, όταν οι καλλιέργειες προσβλήθηκαν από μια επιδημία υλέμυας, μιας άσπρης μύγας, της οποίας οι προνύμφες τρέφονται από τον βαμβακόσπορο.
Ο Μαν μπορεί τώρα να καυχιέται ότι στο αγρόκτημά του, 101 στρεμμάτων, στην περιφέρεια Μπατίντα της ομόσπονδης πολιτείας Παντζάμπ, έχει "ντέσι", ή αυτόχθονους θάμνους βαμβακιού, οι οποίοι εγγυώνται καλές σοδειές και αντίσταση κατά των ζιζανίων με πολύ χαμηλότερο κόστος από αυτό των σπόρων της Μονσάντο.
Ο Μαν δεν είναι ο μόνος.
Χιλιάδες βαμβακοκαλλιεργητές σε όλη τη βόρεια Ινδία, που αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό και δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα βαμβακιού στον κόσμο, έχουν αντικαταστήσει τις καλλιέργειές τους με την νέα ινδική ποικιλία, ένα πρόβλημα για την τεράστια εταιρεία σπόρων Μονσάντο στην πιό σημαντική αγορά βάμβακος, που έχει εκτός της Βόρειας και Νότιας Αμερικής.
Η ινδική κυβέρνηση προωθεί ενεργά τους νέους εγχώριους σπόρους, έχοντας ήδη φτάσει στην κορυφή της κλίμακας τιμών και δικαιωμάτων που πληρώνει στη μεγαλύτερη εταιρεία σπόρων παγκόσμια.
"Παρά την επίθεση της υλέμυας, οι αγρότες στη βόρεια Ινδία εξακολουθούν να ενδιαφέρονται για το βαμβάκι, αλλά μεταπηδούν στην παραλλαγή ντέσι", είπε ο επίτροπος της κλωστοϋφαντουργίας της Ινδίας Καβίτα Γκούπτα.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι περιοχές που έχουν στραφεί στους γηγενείς σπόρους φτάνουν συνολικά τα 722.800 στρέμματα στη βόρεια Ινδία, από τα 30.000 που ήταν πέρσι.
Αυτό αποτελεί ακόμα μικρό ποσοστό όλων των καλλιεργειών βάμβακος, καθώς οι περισσότεροι γεωργοί στις κύριες ομόσπονδες πολιτείες παραγωγής Γκουτζαράτ και Μαχαράστρα παραμένουν πιστοί στο γενετικά μεταλλαγμένο βαμβάκι της Μονσάντο, το οποίο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάδειξη της Ινδίας ως παγκόσμιου παραγωγού βαμβακιού.
Επίσης, η επίδραση της υλέμυας, η οποία διαδίδεται ιδιαίτερα σε ξηρά κλίματα, μπορεί να μην είναι τόσο έντονη φέτος, καθώς η βροχόπτωση των μουσώνων αναμένεται να είναι μεγάλη. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η περσινή έκταση της επιδημίας υποβοηθήθηκε από τις δύο συνεχόμενες εποχές ξηρασίας στη χώρα.
Ο νέος σπόρος ωστόσο αποτελεί αρνητική εξέλιξη για την Μονσάντο, η οποία φέτος αντιμετώπισε μια μείωση της τάξης του 10% περίπου σε καλλιέργειες στην Ινδία φέτος, καθώς οι γεωργοί άλλαξαν τις καλλιέργειές τους, μετά την επιδημία υλέμυας σε καλλιέργεια όσπριων και φακής.
Η εταιρεία, η οποία πούλησε πέρσι περίπου 41 εκατομμύρια πακέτα του σπόρου Bt στην Ινδία, θα μπορούσε να χάσει μέχρι και 67 εκατομμύρια ευρώ (75 εκατ. δολάρια) από μειωμένες πωλήσεις και την απότομη μείωση δικαιωμάτων στην εταιρεία που επέβαλε η κυβέρνηση νωρίτερα φέτος, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters.
Ο Κέσαβ Ρατζ Κράνθι, επικεφαλής του Κεντρικού Ινστιτούτου Έρευνας Βάμβακος, το οποίο υπάγεται στο υπουργείο Γεωργίας, είπε ότι σε τρία με τέσσερα χρόνια οι γεωργοί της Ινδίας θα έχουν στραφεί στην σπορά της εγχώριας παραλλαγής, που προάγει το Ινστιτούτο. Η σπορά δέκα στρεμμάτων με τον ινδικό σπόρο κοστίζει λιγότερο από το μισό των 1.072 ευρώ που πληρώνουν για τους σπόρους Bt, είπε.
Στην Ινδία, πάνω από 90% των σπόρων βάμβακος που πωλούνται ανά έτος προέρχονται από τη Μονσάντο.
Όταν εμφανίστηκε η υλέμυα, γεωργοί όπως ο Μαν άκουσαν την συμβουλή του υπουργείου Γεωργίας της Ινδίας και κρατικών γεωργικών πανεπιστημίων και στράφηκαν στους εγχώριους σπόρους, προτιμώντας τον εγχώριο σπόρο, για να πολεμήσουν την επιδημία.
"Η μόνη άλλη επιλογή που είχαμε φέτος είναι να ξαναφυτέψουμε το βαμβάκι Bt ξανά ή να αφήσουμε τη γη σε αγρανάπαυση. Και οι δύο επιλογές ήταν οικονομικά επικίνδυνες, και για να αποφύγουμε το ρίσκο αποφασίσαμε να φυτέψουμε την ντέσι (γηγενή παραλλαγή)", είπε.
Πηγή: nooz.gr