Τα τελευταία χρόνια, πληθαίνουν οι έρευνες που δείχνουν ότι ο έρωτας μετατοπίζεται από την οffline ζωή, στην online. Και πως αλλιώς θα μπορούσε να συμβεί, αφού η ίδια η ζωή των περισσότερων ανθρώπων, ταυτίζεται ολοένα και περισσότερο με τα social media. Τσατάρουμε περισσότερο με τους φίλους μας και λιγοστεύουν οι κατ'ιδίαν συζητήσεις λόγω έλλειψης ελεύθερου χρόνου αλλά και ενός αυξανόμενου εθισμού του μέσου όρου στα κοινωνικά δίκτυα. Και μπορεί, έρευνες στις ΗΠΑ να δείχνουν ότι τα social media λειτουργούν ως αντικαταθλιπτικό για τους ηλικιωμένους ανθρώπους, δεν συμβαίνει το ίδιο όμως με τις νεαρότερες ηλικιακές ομάδες. Εκεί βλέπουμε μια γενιά, να αναπτύσσει κώδικες που είναι αναγνωρίσιμοι σχεδόν αποκλειστικά στη διαδικτυακή κοινότητα, να δηλώνει πως βιώνει έντονη μοναξιά, να μουδιάζει όταν πρέπει να αναπτύξει σχέσεις έξω από τη σφαίρα του διαδίκτυου. Στην Κίνα και την Ιαπωνία, αναπτύσσεται το φαινόμενο «ενοικίασης προσώπων». Μοναχικοί Ασιάτες, μισθώνουν ηθοποιούς προκειμένου να υποδυθούν τους συντρόφους τους. Οι δε εφαρμογές αναζήτησης ερωτικού σύντροφου, αποκτούν ολοένα και περισσότερους φαν που καταφεύγουν σε αυτές για ένα γρήγορο σεξ, ή έναν ρομαντικό έρωτα. Το 2011, το 33% των Ελλήνων δήλωνε πως βρήκε τον - την σύντροφο της ζωής του στο διαδίκτυο.
Τα social media και οι εφαρμογές αυτές, είναι τελικά ο νέος τρόπος ανάπτυξης γνωριμιών, ή μήπως ο λόγος για τον οποίο αλλάζει ο τρόπος που βιώνουμε τον έρωτα; Η μοναξιά οδηγεί στην αναζήτηση συντρόφων μέσω του διαδικτύου, ή η υπερβολική ενασχόληση με το διαδίκτυο εμποτίζει τους ανθρώπους με γερές δόσεις μοναξιάς και συχνά κατάθλιψης. Πώς διαμορφώνεται ο ερωτικός λόγος στην εποχή των social media όπου μπορεί να καταναλώσει κανείς συντρόφους με το πάτημα ενός κουμπιού; Μπορούμε να ζήσουμε ερωτικά χωρίς το τυχαίο της συνάντησης, χωρίς το ρίσκο της απόρριψης, χωρίς τον συγχρωτισμό μας σε χώρους δημόσιους ή ιδιωτικούς στην πρώτη μας γνωριμία; Μήπως γινόμαστε περισσότερο αναζητητές ηδονών, και αν ναι, είναι απαραίτητα κάτι αρνητικό αυτό;
Θέσαμε τα ερωτήματα αυτά στον καθηγητή ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Στέλιο Στυλιανίδη, ο οποίος χωρίς να δαιμονοποιεί το διαδίκτυο, υπογραμμίζει μεταξύ άλλων, πως ο μετανεωτερικός άνθρωπος «... χρησιμοποιεί το διαδίκτυο σαν ένα δεκανίκι του “εγώ”, σαν συνένοχο στη διαχείριση μιας ψευδοπραγματικότητας η οποία κυριολεκτικά τον απομακρύνει από τη δυνατότητα νοηματοδότησης της ψυχικής του ζωής». Διαπιστώνει πως οι νέοι άνθρωποι, δυσκολεύονται να συζητήσουν για τη σεξουαλική τους ζωή και πως πίσω από τις νέες εφαρμογές αναζήτησης ερωτικού συντρόφου, βρίσκεται μια διαρκώς αυξανόμενη ναρκισσιστική οδύνη. «Είναι ένα παιχνίδι επιθυμίας και αναζήτησης της ηδονής που αποσυνδέεται από την οποιαδήποτε συναισθηματική ή φαντασιακή αναζήτηση και αναστοχασμό.»
Οι έρευνες που δημοσιεύονται κάθε λίγο, δείχνουν πως η ανεύρεση συντρόφου, έχει «μετακομίσει» εντός της διαδικτυακής μας ζωής και αυτό το συνδέουν πολλοί συνάδελφοί σας με ένα αυξανόμενο αίσθημα μοναξιάς. Ισχύει;
Σε μεγάλο βαθμό ισχύει. Το διαδίκτυο, και ειδικότερα τα social media, πέρα από τις καθημερινές λειτουργίες, καταλαμβάνουν έναν πολύ μεγάλο ψυχικό χώρο στη ζωή του χρήστη, τον χώρο του φαντασιακού. Οι νέες γενιές, συχνά, δραπετεύουν κυριολεκτικά στα social media, δημιουργούν εξάρτηση από αυτά θέλοντας να ενσωματωθούν σε μια δυνητική πραγματικότητα, να αγκαλιάσουν τον κόσμο με μια μαγική σκέψη, χωρίς οι ίδιοι να εκτεθούν.
Η νομαδική λειτουργία του ίντερνετ (ομάδες, υποομάδες, κατηγορίες), οι τελετουργίες, οι διαδικασίες, οι νέες εφαρμογές, οι νέοι αλγόριθμοι δημιουργούν ένα είδος ηδονοβλεπτικής και επιδειξιομανούς εξάρτησης, η οποία όχι μόνο συγκαλύπτει ή συσκοτίζει την πραγματική ανάγκη επένδυσης στον κοινωνικό και συναισθηματικό δεσμό, αλλά δίνει την εντύπωση μιας δήθεν πληρότητας.
Τι κρύβεται πίσω από όλα αυτά; Μια αυξανόμενη ναρκισσιστική οδύνη, μια υπαρξιακή αγωνία γύρω από την ταυτότητά μας, μια αγωνιώδης αλλά συχνά μάταιη αναζήτηση νοήματος στη ζωή μας.
Μέσα λοιπόν σ αυτή τη διάλυση της θεμελιώδους διάστασης των κοινωνικών σχέσεων και συναισθηματικών δεσμών, το άτομο μέσα από δημοφιλείς εφαρμογές εγκρίνει ή απορρίπτει πιθανούς ερωτικούς συντρόφους με μια κίνηση του “ποντικιού”. «Είναι ένα παιχνίδι επιθυμίας και αναζήτησης της ηδονής που αποσυνδέεται από την οποιαδήποτε συναισθηματική ή φαντασιακή αναζήτηση και αναστοχασμό.»
Η ναρκισσιστική ικανοποίηση για το άτομο σημαίνει: “Είμαι καλύτερος από τον διπλανό μου”. Δεν σημαίνει “μπορώ να σκεφτώ τον διπλανό μου πέρα από τις δικές μου επιθυμίες και ανάγκες”.
Από τον Οιδίποδα, λοιπόν, περνάμε στον Νάρκισσο, μέσα από την ανάδειξη ενός μεγαλειώδους εαυτού με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, προάγοντας έτσι την απανθρωποποίηση και την αποσυναισθηματοποίηση.
Οι ατελείωτες selfies και τα φωτογραφικά φίλτρα δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να δημιουργούν μια ψευδή αναπαράσταση του εαυτού μας και του άλλου, η οποία ασυνείδητα ενισχύει με ακόμη πιο δραματικό τρόπο το αφόρητο βίωμα του κενού, την έλλειψη νοηματοδότησης, την ίδια την ποιότητα, όπως θα λέγαμε ψυχαναλυτικά, της ενόρμησης. Ενόρμηση που δεν έχει μόνο βιολογική βάση, δηλαδή την αναζήτηση του Αλλου ως ερωτικού αντικειμένου, αλλά και ψυχική-αναπαραστατική λειτουργία, η οποία στηρίζει τη δημιουργία του κοινωνικού και ψυχικού δεσμού.
Υπάρχουν οι πιο καθησυχαστικές φωνές, όπως αυτή του Μπαντιού, που σχετίζει τις εφαρμογές αυτές με τις αγγελίες μιας άλλης εποχής. Υπάρχουν κι άλλοι θεωρητικοί που λένε όμως, πως ο νέος τρόπος αυτός, μεταφέρει τις καταναλωτικές μας συνήθειες στο κρεβάτι μας και στις πιο εσωτερικές στιγμές μας. Πως επηρεάζεται ο ψυχισμός μας και οι σχέσεις μας τελικά;
Θα συμφωνούσα με την προσέγγιση του Αλέν Μπαντιού λέγοντας ότι πρόκειται για μια νέα μορφή επικοινωνίας. Είναι λάθος να αρνείται κανείς την τεχνολογική πρόοδο ή τις νέες δυνατότητες. Άλλωστε, έχουν δημιουργηθεί ευτυχισμένες σχέσεις μέσα από “ηλεκτρονικές γνωριμίες”.
Ωστόσο, πρέπει να κατανοήσουμε βαθύτερα αν η χρήση της εικονικότητας έχει εγκατασταθεί πλέον ως το νέο, αποκλειστικό πεδίο της σεξουαλικότητας και της διαμόρφωσης των σχέσεων στο ζευγάρι. Το εικονικό δεν είναι το “ψευδές” αλλά μια σφαίρα που είναι διαφορετική από αυτή του πραγματικού. Μπορεί να καταστεί ένα εξάρτημα του ψευδούς εαυτού εάν κάποια στιγμή το ίδιο το άτομο δεν έρθει σε επαφή με το πραγματικό αντικείμενο, δηλαδή με την πραγματική ζωή. Άρα, μιλάμε για μία αγωνιώδη προστασία της ναρκισσιστικής ευαλωτότητας και της ντροπής που ενδεχομένως είναι συνδεδεμένη με την απειλή στην ακεραιότητα της εικόνας του εαυτού.
Για παράδειγμα, αν ένα νεαρό ζευγάρι δεν μπορεί να επικοινωνήσει αυθεντικά, εκθέτοντας ο ένας στον άλλο τις δυσκολίες ή τις αντιφάσεις, τότε διαμορφώνεται μια συνθήκη επικοινωνίας μεταξύ δήθεν εαυτών. Υπάρχουν ζευγάρια που αδυνατούν στα δύσκολα να έχουν βλεμματική επαφή και προσπαθούν να λύσουν το πρόβλημα ανταλλάσσοντας μηνύματα.
Από την παρατήρηση νέων θεραπευόμενών μου, μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση πόσο φτωχή και συρρικνωμένη είναι η σεξουαλική και η φαντασιωσική ζωή του ζευγαριού και πόσο μεγάλη αντίσταση υπάρχει στο να μιλήσουν γι’ αυτό.
Το μεγάλο ζήτημα που τίθεται με δραματικό τρόπο όταν πρόκειται για υπερκατανάλωση εικόνας είναι η σχέση που έχουμε με την επιθυμία μας, με την ηδονή, με την αγάπη, σε σύνδεση με την πραγματικότητα του αντικειμένου, δηλαδή του Άλλου. Όσο προσπαθούμε να συσκοτίσουμε αυτή την αυθεντική συναλλαγή με τον Άλλο και με τον εαυτό μας, όσο αποφεύγουμε και τα πένθη μας από χωρισμούς και αποτυχίες, τόσο η υπόσχεση της ευτυχίας γίνεται απλά μια αναζήτηση ευκαιριακής ευχαρίστησης.
Για να το πω με ένα παράδειγμα: Δεν έχουμε χρόνο για να κάνουμε μια διεργασία πένθους μετά από έναν χωρισμό και χρησιμοποιούμε τα social media για την αντικατάσταση της απώλειας μέσα από μια σχέση rebound, όπως άκουσα να λέει μία έφηβη.
Υπάρχουν συνάδελφοί σας που υποστηρίζουν πως μετατρεπόμαστε σε αδιάκοπους αναζητητές της ηδονής και όχι του έρωτα, προκειμένου να αποφύγουμε την οδύνη που συνοδεύει την ερωτική απογοήτευση και πως οι εφαρμογές αυτές, γίνονται ασφαλείς κρυψώνες. Συμφωνείτε;
Όταν στο ευρύτερο μετα-πλαίσιο, το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο που σαν ειδικοί ψυχικής υγείας το ονομάζουμε μετα-πλαίσιο, έχουν κατακρημνιστεί τα βασικά σημεία αναφοράς, πολιτικά, ηθικά, πολιτισμικά, εκπαιδευτικά, όταν λείπουν οι μηχανισμοί επένδυσης στη συλλογικότητα και υπέρβασης του ατομικού, τότε η κυριαρχία της κουλτούρας της αγοράς και του κέρδους, η κουλτούρα της κατανάλωσης και του κενού, άρα και της ταχύτητας της απάντησης σε όλα στο “εδώ και τώρα” γίνεται κυρίαρχη.
Η απουσία της μεγάλης αφήγησης, η ευθυγράμμιση του ατόμου ως πολλοστημορίου μιας άμορφης μάζας, που σαν στόχο έχει τη δικιά του χωριστή προσωπική επιβίωση και αντιμετώπιση της διαρκούς επισφάλειας και του εφήμερου δημιουργεί, όπως σωστά παρατηρεί ο Κ. Τσουκαλάς, μια γενική νωχέλεια και αδιαφορία: “Μια αποπολιτικοποίηση και αποιδεολογικοποίηση ενός κοινού, το οποίο έχει εθιστεί πλέον στο γεγονός ότι υπάρχει μια πραγματικότητα και καμία άλλη δεν είναι νοητή”.
Η καταφυγή σε εικονικές σχέσεις μέσω ενός ψευδούς εαυτού, του προφίλ μας στα social media, δεν μπορεί να μας σώσει από τα αδιέξοδά μας. Οποιαδήποτε ανακούφιση, όταν μετράμε πολλά like ή πολλούς followers, είναι προσωρινή και εύθραυστη.
Ο έρωτας μας φέρνει αντιμέτωπο με τον Άλλον αλλά και με τον εαυτό μας. Αν η σύγχρονη καταναλωτική κουλτούρα δεν συμπεριλαμβάνει την οδύνη, τι είδους σχέσεις επιλέγουμε και κατ’επέκταση τι κοινωνία φτιάχνουμε;
Ο έρωτας, η αναζήτηση ερωτικού συντρόφου, η ζωή μαζί του, μας φέρνει αντιμέτωπους με τον Άλλο αλλά και με τον εαυτό μας. Όταν τα ελλείμματα ταυτότητας ή οι υπαρξιακές αγωνίες είναι καταλυτικές για την ισορροπία του ατόμου, όταν η αναμέτρηση του εαυτού με μια πιθανή αποτυχία σχέσης ή δεσμού είναι αφόρητη, τότε η ανωνυμία του διαδικτύου αποτελεί ασπίδα προστασίας. Έτσι, η ατομική οδύνη, όπως και η κοινωνική δυσφορία, δεν γίνονται αντικείμενο ψυχικής επεξεργασίας και απλά διαχέονται στον virtual κόσμο.
Άνθρωποι, ιδιαίτερα νέοι, που αισθάνονται αναστολή και δειλία, που έχουν κάποιο πρόβλημα εμφάνισης ή αυτοεκτίμησης, νιώθουν μεγαλύτερη σιγουριά να γνωρίσουν κάποιο άλλο άτομο που δεν θα τους κρίνει στη βάση του ρήγματος της εικόνας τους, όπως οι ίδιοι το βιώνουν. Το διαδίκτυο επιτρέπει στο φαντασιακό να δώσει ό,τι διαστάσεις επιθυμεί κανείς σε δυνητικές καταστάσεις και πρόσωπα. Έτσι, μπορεί κανείς να αισθανθεί μια ασφαλή ικανοποίηση αποφεύγοντας την πραγματική έκθεση η οποία προκύπτει από τη συνάντηση με τον Άλλο.
Δεν ξέρω αν θυμάστε την ταινία “Her”. O Χοακίν Φίνιξ αναζητούσε σε μια γυναίκα-μηχανή την προσωπική του ολοκλήρωση και αυτό με την εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης και της ρομποτικής μπορεί να είναι ένα κομμάτι του εφιαλτικού μέλλοντος της ανθρωπότητας.
Υπάρχει βαθιά μοναξιά στον σύγχρονο κόσμο. Στη Σουηδία είναι εύκολο να βρει κανείς δουλειά ως πληρωμένη παρέα ηλικιωμένων. Τα social media μπορούν να δώσουν δυνατότητες επικοινωνίας, μπορεί και να την καταστρέψουν όταν η αλήθεια αντικατασταθεί από την εικονική κατασκευή της.
Ο μετανεωτερικός άνθρωπος φοβάται το πάθος ή δεν το έχει ανάγκη;
Ο μετανεωτερικός άνθρωπος έχει εθιστεί στη ρευστότητα, στην ευκολία, στην κινητικότητα, στην ταχύτητα και στην επιφάνεια. Φοβάται την ανακάλυψη του εαυτού του, την επώδυνη διααδικασία αναστοχασμού και την αποκάλυψη της εσωτερικής του πραγματικότητας. Αυτή η διεργασία αυτογνωσίας καθίσταται απειλητική στο βαθμό που η φαντασίωση για την ευτυχία βρίσκεται σε σύγκρουση με την ικανότητά του να εκτεθεί στην αβεβαιότητα της πραγματικότητας. Έτσι χρησιμοποιεί το διαδίκτυο σαν ένα δεκανίκι του “εγώ”, σαν συνένοχο στη διαχείριση μιας ψευδοπραγματικότητας η οποία κυριολεκτικά τον απομακρύνει από τη δυνατότητα νοηματοδότησης της ψυχικής του ζωής.
Τα social media μας αποξενώνουν ή χρειαζόμαστε τελικά χρόνο προκειμένου να μεταβολίσουμε τις αλλαγές που φέρνει η τεχνολογία μοιραία και στις προσωπικές μας σχέσεις;
Σημασία δεν έχει να καταγγείλουμε τα social media αλλά να κοιτάξουμε τον τρόπο που τα χρησιμοποιούμε. Αν απορροφούν μέσα από τον εθισμό που δημιουργούν ένα μεγάλο μέρος της ψυχικής και νοητικής μας ενέργειας, τότε μπορούν να ενισχύσουν το αίσθημα αποξένωσης και με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Θα μπορούσαν να αποτελέσουν χρήσιμο καταλύτη σύνδεσης της φαντασίωσης, της εσωτερικής ζωής και της υπαρξιακής αγωνίας με τον πραγματικό κόσμο και τις αντιφάσεις του.
Όσο θέλουμε να κάνουμε ψυχική οικονομία από το κόστος διαχείρισης των αντιφάσεών μας τόσο θα βυθιζόμαστε σε μια ζωή-μη ζωή, δηλαδή στο βασίλειο των ψεμάτων. Το ιδεώδες του “εγώ” (το ιδανικό για κάθε άνθρωπο) κατασκευάζεται επίπονα μέσα από μια προσωπική ψυχική εργασία, δεν χαρίζεται μέσα από μια δήθεν αναζήτηση.
Η συνενοχή, η ιδιωτικότητα και οι υποσχέσεις δέσμευσης που εκφράζονται μέσα στον εικονικό κόσμο μπορεί να γίνουν θρύψαλα στην αναμέτρηση με το πραγματικό.
Φωτεινή Λαμπρίδη
Πηγή: tvxs.gr