Είναι δύσκολο, για κάποιον που δεν έχει δει τον Μπατιγκόλ να αγωνίζεται, να κατανοήσει την απίστευτη αύρα που έβγαζε εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου.
Του Θάνου Σαρρή
Η αλήθεια είναι πως μεσουράνησε σε μια διαφορετική εποχή. Περισσότερο ρομαντική, πιο «ερασιτεχνική» με την καλή έννοια του όρου. Που άφηνε το περιθώριο στα είδωλα να χτίσουν ισχυρότερους δεσμούς, να αψηφήσουν εκατομμύρια και υποσχέσεις για τίτλους.
Ο Μπατιστούτα το έδειξε πρώτα στην παιδική του λατρεία, την Μπόκα, παρότι είχε κληθεί πριν να αγωνιστεί για την «μισητή» Ρίβερ και είχε τεθεί στο περιθώριο από τον Πασαρέλα. Το ποδόσφαιρο για εκείνον ήταν ακριβώς αυτό. Ούτε τα χρήματα, ούτε η προβολή, ούτε οι περίεργες διαφημίσεις και τα γοητευτικά κοριτσάκια. Τα πάντα ήταν το πάθος, οι κερκίδες, το αίσθημα του να δίνει τα πάντα για εκείνους που πλήρωναν εισιτήριο για να τον δουν, να νιώθει ότι τον αγαπούν και να μοχθεί κάθε λεπτό για να γίνει μέρος της ιστορίας της ομάδας. Ακόμα κι αν δεν γευόταν ασήμι. Τίτλους.
Ο Όσκαρ Ταμπάρες ήταν εκείνος που απέδειξε πόσο λάθος έκανε στην κρίση του ο Πασαρέλα. Υπό της οδηγίες του, το «κτήνος», όπως τον είχε αποκαλέσει μεταξύ άλλων και ο Λόταρ Ματέους έγινε «Μπατιγκόλ». Στο Κόπα Αμέρικα του 1991 έκανε την πρόβα τζενεράλε, τερματίζοντας τη διοργάνωση ως πρώτος σκόρερ και με το τέλος της διοργάνωσης ξεκίνησε η αιώνια αγάπη με την Φλωρεντία. Ο Γκαμπριέλ φόρεσε τα βιόλα και ένας τεράστιος δεσμός είχε μόλις ξεκινήσει.
Νομίζω πως η ούτως ή άλλως λατρεία που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους Φλωρεντίνους και τον «Μπάτι» γιγαντώθηκε σε δύο φάσεις. Η πρώτη ήταν με τον υποβιβασμό της ομάδας στη Serie B το 1993. Ο Αργεντινός είχε προλάβει να δείξει το φονικό του ένστικτο στην Ευρώπη και ομάδες-μεγαθήρια, όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και η Ρεάλ Μαδρίτης ενδιαφέρθηκαν για την απόκτησή του. Εκείνος προτίμησε να τιμήσει τη φανέλα της ομάδας που του χάρισε το πρώτο ταξίδι από την Αργεντινή και να την βοηθήσει να επιστρέψει εκεί που ανήκει. «Καλύτερα να κερδίσω έναν τίτλο με τη Φιορεντίνα, παρά δέκα με μια ομάδα όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ», είχε απαντήσει σε ερώτηση για το αν το μετάνιωσε.
Η πράξη αυτή αντανακλά όλη την ποδοσφαιρική κοσμοθεωρία του Μπατιστούτα. Τα εύκολα δεν του ταίριαζαν. Στη δική του ματιά το κίνητρο του να μείνει στα δύσκολα και να βοηθήσει την ομάδα που τον στήριξε, ήταν μεγαλύτερο από το να αγωνιστεί στο υψηλότερο επίπεδο και να διεκδικήσει από πρωτάθλημα μέχρι Champions League. Δυσκολεύομαι να σκεφτώ κάποιον που θα το έκανε αυτό σήμερα.
Η δεύτερη φάση ήταν όταν πια ο κύκλος έκλεισε οριστικά, έπειτα από εννιά χρόνια με πάνω από 200 γκολ στο Αρτέμιο Φράνκι. Θυμάμαι σαν τώρα να ψάχνω στις πρώιμες εποχές του ελληνικού ίντερνετ φωτογραφίες από τις ολονυκτίες των τιφόζι έξω από το σπίτι του, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να πείσουν τη διοίκηση να τον κρατήσει. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει κατά κανόνα σε αυτές τις περιπτώσεις, ο Μπατιστούτα δεν ρίζωσε ποτέ στη συνείδηση των οπαδών ως προδότης. Το ακριβώς αντίθετο.
Έφυγε με πραγματικό πόνο ψυχής, αλλά ως ήρωας. Κι όταν με τη νέα του ομάδα έπαιρνε αυτό που άξιζε τόσα χρόνια στην Ιταλία, ένα Scudeto, σκόραρε απέναντι στη Φιορεντίνα και δάκρυζε. Τον χειροκρότησαν στο Ολίμπικο και οι φιλοξενούμενοι οπαδοί. Ένα απίστευτο συναίσθημα. Όλοι ήξεραν πως έμεινε στην πόλη της Αναγέννησης για παραπάνω καιρό από όσο πραγματικά μπορούσαν να τον κρατήσουν, χάρη στη δική του επιθυμία.
Μαχητικό πνεύμα, μοναδικό στιλ, ακατάπαυστη δουλειά και εκπληκτικό δέσιμο με τις ομάδες του, σε συνδυασμό με εκτελέσεις και κινήσεις βγαλμένες από το κορυφαίο επίπεδο. Ποιος οπαδός δεν λατρεύει έναν πραγματικό μαχητή; Έναν ηγέτη που τιμά τη φανέλα στην πράξη και όχι στα λόγια, μένοντας στις βαρύγδουπες δηλώσεις και αφιερώσεις; «Χρωστάω πολλά στους οπαδούς της Ρόμα, της Φιορεντίνα και της Αργεντινής. Ήταν ο λόγος για τον οποίο έπαιξα ποδόσφαιρο, η έμπνευσή μου», τονίζει. Η διαφορά με άλλους είναι πως οι δηλώσεις του απηχούν 100% την πραγματικότητα. Ήταν ένα παιδί που έμαθε από νωρίς να προχωρά με τον συγκεκριμένο τρόπο. Για να συνεχίσει να παίζει ποδόσφαιρο, πριν το βήμα στην πρώτη ομάδα της Νιούελς, όταν τελείωσε η υποτροφία του στην Ολντ Μπόις, μάζευε τα σκουπίδια από τις κερκίδες για να βγάζει χαρτζιλίκι τόσο, ώστε να καταφέρει να παραμείνει στο Ροσάριο και αν κυνηγήσει το επαγγελματικό όνειρο.
Στους προαναφερθέντες οπαδούς δεν έβαλε τυχαία και την Αργεντινή. Να πω την αλήθεια, όταν στο φετινό Κόπα Αμέρικα ο Λιονέλ Μέσι τον ξεπέρασε στη θέση του all time σκόρερ της Αργεντινής, μια μελαγχολία την ένιωσα. Ο Μπατιγκόλ είναι ο λόγος που πολλοί, μη Αργεντίνοι, έγιναν υποστηρικτές της εθνικής του. 56 γκολ σε 78 ματς. Τρεις συμμετοχές σε Μουντιάλ.Το αξέχαστο κλάμα στο κύκνειο άσμα του, τον αποκλεισμό της Αλμπισελέστε το 2002. Στη συνείδηση των συμπατριωτών του είναι ο μεγαλύτερος φορ που έχει φορέσει το εθνόσημο. Στη χαμένη ευκαιρία του Ιγουαΐν στον τελικό του Κόπα Αμέρικα με τη Χιλή, οι παλιότεροι έφεραν στη μνήμη τους τον ιδανικό τρόπο με τον οποίο είχε εκτελέσει ο Γκάμπι το 2002 απέναντι στην Κολομβία, από παρόμοια θέση. Οι συγκρίσεις, αναπόφευκτες.
Συνήθως, οι επιθετικοί μένουν στην ιστορία για ένα χάρισμα που τους κάνει φονικούς απέναντι στην απέναντι εστία. Τα τελειώματα, την ταχύτητα, την ικανότητα με το κεφάλι, την τεχνική, την αντίληψη του χώρου, την ικανότητα να βρίσκονται στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη στιγμή, την προσωπικότητα, την σταθερότητα, τη διάρκεια. Ο Μπατιγκόλ τα είχε όλα. Γι' αυτό, μαζί με όλα τα παραπάνω, είναι ο κορυφαίος επιθετικός της εποχής του.
Εκτελούσε με κάθε τρόπο, με τα δύο πόδια, από το κουτί, εκτός, με το κεφάλι. Εναρμονιζόταν πάντα με τις κινήσεις των δημιουργών, εκμεταλλευόταν κάθε πιθαμή κενού χώρου, έδινε εντελώς διαφορετική έννοια στο positioning. Ζούσε για το γκολ, στην κυριολεξία. Ακόμα και στο Κατάρ, όπου οι περισσότεροι πάνε για τα τελευταία ένσημα και κάνουν χαβαλέ, ο Γκαμπριέλ έσπασε το ρεκόρ των περισσότερων τερμάτων. Και μόλις σταμάτησε να σκοράρει, ήταν σαν να του κόπηκε το οξυγόνο.
«Άφησα το ποδόσφαιρο και σε μία νύχτα δεν μπορούσα να περπατήσω. Έβρεξα το κρεβάτι μου, παρότι το μπάνιο ήταν ήταν μόλις τρία μέτρα μακριά. Ήταν ξημερώματα και ήξερα ότι αν σταθώ όρθιος, το πόδι μου θα με πεθάνει. Πήγα στον γιατρό και του είπα να μου ακρωτηριάσει τα πόδια. Με κοίταξε και μου είπε ότι ήμουν τρελός. Δεν μπορούσε να το αντέξω άλλο, ήταν τόσο μεγάλος ο πόνος», εξομολογήθηκε στο TyC Sports. Οι χόνδροι και οι τένοντες είχαν καταστραφεί. Το πόσο καιρό έπαιζε σφίγγοντας τα δόντια, το ξέρει μόνο εκείνος.
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης για την ανακήρυξή του ως επίτιμος δημότης της Φλωρεντίας, διοργανώθηκε φιλικό προς τιμήν του. Σημείωσε χατ-τρικ...
Πηγή: pancreta