Στις 9 Νοεμβρίου 2016, λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, επισκέφθηκα μαζί με άλλους ευρωβουλευτές τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος στην Κοπεγχάγη. Όπως ήταν φυσιολογικό οι συζητήσεις μας επικεντρώθηκαν στη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή που μόλις είχε αρχίσει να εφαρμόζεται.
Η Συμφωνία που είχε υπογραφεί από τους ηγέτες χωρών, έχει ως στόχο να περιορίσει την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5 βαθμό Κελσίου. Από τις συζητήσεις μας φαινόταν ότι υπήρχαν κάποια πολύ βασικά θετικά στοιχεία. Κατ’ αρχάς για πρώτη φορά οι αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα δεσμεύονταν να συμμετέχουν στην παγκόσμια προσπάθεια. Επίσης, δεν θα ήταν μόνο η Ευρώπη και ο Καναδάς που θα σήκωναν το κύριο βάρος των δεσμεύσεων όπως είχε συμβεί με το Κιότο αλλά και τις ΗΠΑ.
Η μετάβαση σε μια οικονομία μηδενικών ή χαμηλών ρύπων απαιτεί σημαντικούς πόρους. Για τον λόγο αυτό, οι αναπτυγμένες χώρες έχουν υποσχεθεί ότι μέχρι το 2020 η ετήσια χρηματοδότηση για την κλιματική αλλαγή θα πρέπει να φτάσει και να ξεπεράσει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια, συμπεριλαμβανομένων και ιδιωτικών πόρων. Στόχος των χρημάτων αυτών, που θα διατίθενται μέσω του Πράσινου Ταμείου για το Κλίμα είναι να βοηθήσουν τις αναπτυσσόμενες οικονομίες στη μετάβασή τους σε λιγότερο ρυπογόνες τεχνολογίες και στην ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Συζητήσαμε βεβαίως και τα αρνητικά εκ των οποίων το σημαντικότερο είναι η απουσία ενός ελεγκτικού μηχανισμού, καθώς αν οι χώρες που υπέγραψαν τη συμφωνία αποφάσιζαν να μην την τηρήσουν, δεν προβλέπονταν κυρώσεις.
Δεν μπορούσαμε όμως να μη σταθούμε και στην πολιτική συγκυρία. Άλλωστε βρισκόμασταν λίγες ώρες από την εκλογή του κ. Τραμπ στην προεδρεία των ΗΠΑ. Έχοντας υπόψη τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, ρώτησα τους υπευθύνους στον Οργανισμό, ποιες θα ήταν οι συνέπειες μιας πιθανής αποχώρησης των ΗΠΑ από τη Συμφωνία. Η πρώτη τους αντίδραση ήταν ότι θεωρούσαν απίθανο ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αφού τους πίεσα λίγο περισσότερο μου απάντησαν πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος λόγω και της απουσίας κυρώσεων, ήταν να συμβεί ένα φαινόμενο ντόμινο. Μια ενδεχόμενη έξοδος των ΗΠΑ από τη Συμφωνία να οδηγήσει κι άλλες χώρας να μην ακολουθήσουν τις δεσμεύσεις τους. Ευτυχώς οι πρώτες αντιδράσεις είναι υπέρ της τήρησης των συμφωνηθέντων. Βέβαια, είναι πολύ νωρίς ακόμα για να αξιολογήσουμε τις παρενέργειες. Θα πρέπει να δούμε ποιο θα είναι το κλίμα στη Συνδιάσκεψη COP23 τον επόμενο Δεκέμβριο στη Βόννη υπό την προεδρία μάλιστα των Νησιών Φίτζι, μιας χώρας να εξαφανιστεί λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Η απόφαση του κ. Τραμπ να αποχωρήσει από τη Συμφωνία είναι η πρακτική εφαρμογή του συνθήματος «Πρώτα η Αμερική». Αυτός ο ιδιότυπος απομονωτισμός συνοψίζεται σε μια λογική πρωταγωνιστικής συμμετοχής στα κέρδη της παγκοσμιοποίησης, αλλά και αποχής από τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις που συνεπάγονται οι αδικίες που παράγει. Για την ανθρωπότητα έχει ξημερώσει μια εποχή μειωμένης αλληλεγγύης. Ίσως αυτή να είναι η μεγάλη ευκαιρία της Ενωμένης Ευρώπης.
Νίκος Ανδρουλάκης - Ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ - Μέλος S&D
Πηγή: pancreta