«Το δέκα τοις εκατό επί του τζίρου της στην Ελλάδα “δώριζε” η Siemens στα μεγάλα πολιτικά κόμματα» κατέθεσε στην δίκη για την σύμβαση «8002» του ΟΤΕ, ο δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου, επικαλούμενος όσα είχαν ακουστεί στην δίκη για «τα μαύρα ταμεία» του γερμανικού κολοσσού, στο Μόναχο.
Ο δημοσιογράφος, που ασχολήθηκε επί σειρά ετών με την μεγάλη υπόθεση διαφθοράς με τις «ωφέλιμες πληρωμές» της Siemens, κατέθεσε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων όλα τα στοιχεία που αφορούν τις διαδρομές των «δώρων» αλλά και τα πρόσωπα που αναλάμβαναν να μοιράσουν τα παράνομα ποσά.
Στην κατάθεσή του, ο κ. Τέλλογλου αναφέρθηκε εκτενώς σε όσα ακούστηκαν στο δικαστήριο του Μονάχου, όπου στελέχη της μητρικής εταιρίας λογοδότησαν για την τακτική του κολοσσού επί σειρά ετών. Όπως είπε ο μάρτυρας, επικαλούμενος τους ισχυρισμούς στην δίκη του Μονάχου του πρώην στελέχους της Siemens, Reinhard Herbert Siekaczek (Ράινχαρτ-Χέρμπερτ Σίκατσεκ), κατηγορούμενου στην παρούσα δίκη:
«Αποδέκτες του 2% από τα “μαύρα ταμεία” σύμφωνα με τον Σίκατσεκ, ήταν τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα. Χρήματα δόθηκαν σε όλα τα κόμματα, αλλά κυρίως στα δύο μεγάλα».
Ο δημοσιογράφος κατέθεσε πως η κατάσταση άλλαξε το 1996, οπότε για «λόγους τάξης» τα «δώρα» υπολογίζονταν ως 10% επί του τζίρου. Μάλιστα, όπως είπε μάρτυρας, αυτή η διαδικασία υπολογισμού γινόταν μόνο στην Ελλάδα. Ο μάρτυρας αναφέρθηκε σε σημείωμα του φυγόδικου, πρώην στελέχους της Siemens, Χρήστου Καραβέλα, τον Ιανουάριο του 1998, στο οποίο επικαλείται την συμφωνία που έγινε τον Ιούνιο του 1997 και υπολογίζει βάσει αυτής, ότι θα πρέπει να πληρωθούν από την γερμανική εταιρία, 86 εκατομμύρια μάρκα σε συγκεκριμένους λογαριασμούς.
Όπως τόνισε ο κ. Τέλλογλου: «Είναι το 8, 5% για τη σύμβαση 8002. Ξέρω ότι από αυτά τα λεφτά δόθηκαν τελικά λιγότερα. Έγινε καβγάς, γιατί από τα 86 εκατομμύρια δόθηκαν περίπου τα 11. Υποτίθεται ότι τα χρήματα αυτά θα πήγαιναν σε παράνομες πληρωμές κομμάτων και υπαλλήλων του ΟΤΕ. Το υπόλοιπο ποσό πήγε στους διαχειριστές».
Σύμφωνα με τον κ. Τέλλογλου, το δύο τοις εκατό από το ποσοστό επί του τζίρου «το διαχειριζόταν ο κατηγορούμενος Μιχάλης Χριστοφοράκος και το 8% αρχικά οι κατηγορούμενοι Μιχάλης Καραβέλας και Ηλίας Γεωργίου και εν συνεχεία ο επίσης κατηγορούμενος, Πρόδρομος Μαυρίδης. Σύμφωνα με τα όσα ακούστηκαν στη δίκη του Μονάχου, το 8% δόθηκε σε υπαλλήλους του ΟΤΕ. Εγώ έχω αμφιβολίες γι’ αυτό, γιατί από τα έγγραφα προκύπτουν και απευθείας πληρωμές, όπως για παράδειγμα αυτή του κατηγορούμενου Γεώργιου Σκαρπέλη».
Αναφερόμενος στον Μιχάλη Χριστοφοράκο, ο μάρτυρας είπε: «Ο Χριστοφοράκος είχε ενημερώσει τους προϊσταμένους του στη Γερμανία ότι έδινε χρήματα στα πολιτικά κόμματα. Είχε πολύ καλές σχέσεις με το ΔΣ της μητρικής Siemens στην Γερμανία. Μάλιστα, μια περίοδο συζητιόταν να αναβαθμίσουν τον Χριστοφοράκο, προσφέροντάς του μια καλύτερη θέση, ακόμη και εκτός Ελλάδος».
Στην κατάθεσή του, ο δημοσιογράφος αναφέρθηκε λεπτομερώς στις διαδρομές που ακολουθούσαν τα παράνομα χρήματα για να φθάσουν στην Ελλάδα, τονίζοντας τον ρόλο που έπαιξαν στην όλη διαδικασία οι δύο κατηγορούμενοι, υπάλληλοι τότε της Dresdner Bank, Φάνης Λυγινός και Ζαν Κλοντ Όσβαλντ, οι οποίοι «ήταν διαχειριστές δύο λογαριασμών της Siemens μέσω των οποίων “ξεπλενόταν” το “μαύρο χρήμα”. Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, η όλη διαδικασία εκκινούσε όταν «ερχόταν ένας υπάλληλος από τη Siemens Ελλάδος στην Γερμανία και υπέβαλε αίτημα για τις προμήθειες στην Ελλάδα. Το 1998 αυτό το έκανε ο Καραβέλας που ήταν οικονομικός διευθυντής και στη συνέχεια τον διαδέχθηκε ο Αθανασιάδης».
Κατά τον μάρτυρα, ο κατηγορούμενος Volker Jung (Φόλκερ Γιουνγκ), προϊστάμενος του Μ. Χριστοφοράκου στην Ελλάδα, «είχε τυπικό ρόλο». Όπως είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τέλλογλου: «Ο Υοung ήταν διακοσμητικό στοιχείο. Τοποθετήθηκε στην Ελλάδα επειδή είχε ένα σπίτι στη Πάρο. Τυπικά ήταν πρόεδρος».
Πηγή: pancreta