Μπορεί σε κάποιους να μη φαίνεται αρκετά αυστηρό, μπορεί ορισμένοι να μην το τηρούν ευλαβικά προκαλώντας συχνά κριτική, ωστόσο το lockdown μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας του κορονοϊού είναι ακόμα εδώ και από το Σάββατο (30/1) ακόμα πιο σκληρό. Εδώ είναι όμως και η κόπωση μέχρι σημείου εξάντλησης στους πληθυσμούς όλων των χωρών του κόσμου, οι οποίοι τις μέρες αυτές βλέπουν να πηγαίνει ακόμα πιο πίσω η επιστροφή στην κανονικότητα με τις εμπλοκές του εμβολιαστικού προγράμματος να απειλούν να καθυστερήσουν ακόμα περισσότερο τη στιγμή που θα μπορέσουν να πάρουν τη ζωή τους πίσω.
Η πανδημική κόπωση, όπως την έχει ονομάσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αποτελεί μία πραγματικότητα και παρόλο που στην Ελλάδα δεν μελετάται συστηματικά σε αντίθεση με άλλες χώρες που «μετρούν» με κυλιόμενες έρευνες την κατάσταση, τα αποτελέσματά της είναι ορατά και ενίοτε απειλούν με χαλάρωση την τήρηση των μέτρων.
«Δεν είναι παράξενο η κόπωση της πανδημίας να φέρνει ελλιπή τήρηση των μέτρων που ισχύουν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Η κατάσταση μοιάζει με τις περιπτώσεις των χρονίως πασχόντων ή των θυμάτων φυσικών καταστροφών. Οταν δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα, ο άνθρωπος αισθάνεται ότι αυτό που κάνει δεν εξυπηρετεί τελικά καμία σκοπιμότητα», εξηγεί στο ethnos.gr ο καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και πρόεδρος της Ευρωπαικής Εταιρίας Ψυχολογίας της Υγείας, Βαγγέλης Καραδήμας.
Η ρουτίνα του καθενός, η οποία έχει θυσιαστεί – συμπληρώνει – όσο κι αν έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς, παρέχει μία αίσθηση ασφάλειας που τώρα φαίνεται να λείπει. Κι αυτό αποτελεί ένα παγκόσμιο φαινόμενο, όπως καταδεικνύουν και οι δύο μεγάλες έρευνες που διενεργήθηκαν σε ζευγάρια σε είκοσι χώρες με τη συμμετοχή του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Τέσσερεις είναι οι μεγάλες πηγές άγχους που εντοπίστηκαν σε κάθε διαφορετική χώρα:
- Εντονη ανησυχία για την υγεία τη δική τους αλλά και των οικείων τους.
- Οι προκλήσεις στις προσωπικές σχέσεις.
- Η απώλεια προοπτικής για το μέλλον και την ευημερία.
- Οι αντιδράσεις και η αντιμετώπιση του ζητήματος από την κοινωνία, τις κυβερνήσεις και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Στο σύνολο των 20 χωρών και των περίπου 10.000 συμμετεχόντων στην έρευνα, οι ερωτηθέντες ανέφεραν μια ευρεία γκάμα φυσικών συμπτωμάτων που αποδίδονται στα lockdowns και περιλαμβάνουν διαταραχές στον ύπνο, υπερβολική κατανάλωση τροφής, αύξηση του σωματικού βάρους, πονοκεφάλους, αύξηση του καπνίσματος, αίσθημα ασφυξίας, άγχος, κρίσεις πανικού και κατάθλιψη. Σε αυτά έρχονται να προστεθούν οι καυγάδες εντός του σπιτιού, ο άγνωστος κόσμος της τηλεργασίας και της τηλεκπαίδευσης, ενώ το σύνολο των κοινωνικών περιορισμών οδηγεί συχνά σε αίσθημα απομόνωσης, μοναξιά, ανία.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, έντονη εμφανίστηκε η αγωνία όχι μόνο για το σήμερα αλλά και για το αύριο, το οποίο χαρατηρίζουν αβέβαιο. Η Ελλάδα ανήκει στην ομάδα των συμμετεχουσών χωρών που εξέφρασαν μεγαλύτερες ανησυχίες για το οικονομικό και το εργασιακό τοπίο της επόμενης ημέρας σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπως η Αγγλία, οι ΗΠΑ ή ο Καναδάς, κάτι το οποίο αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι η χώρα μας είχε μόλις περάσει μια δεκαετή οικονομική κρίση με τις συνέπειές της ακόμα παρούσες.
Ταυτόχρονα τα ευρήματα της έρευνας κατέδειξαν και πόσο επηρεάζονται τα ζευγάρια μεταξύ τους σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία. Ετσι, στις περιπτώσεις που ο ένας φοβόταν πολύ για την πανδημία και τις συνέπειές της, αυτό μεταδιδόταν αυτόματα και στον άλλον, χαρακτηριστικό που παρατηρήθηκε έντονα στην Ελλάδα και την Ιρλανδία, αλλά πολύ λιγότερο αλλού που οι σχέσεις είναι μεν στενές, αλλά πιο ανεξάρτητες. Αυτό βέβαια έχει και τη θετική πλευρά του αφού εξίσου έντονη ήταν και η αλληλοϋποστήριξη στα ζευγάρια καθώς ο ένας επηρεάζει θετικά τον άλλον σε μεγαλύτερα ποσοστά από ό,τι σε άλλες χώρες.
Η κόπωση φέρνει χαλάρωση τήρησης των μέτρων
Αντιφατικά μέτρα, πολύμηνη διατήρηση πολύ αυστηρών περιορισμών και έλλειψη στοχευμένης στρατηγικής επικοινωνίας σε διαφορετικά τμήματα πληθυσμού, απειλούν να τορπιλίσουν την τήρηση των μέτων προστασίας. Κι αυτό την ώρα που ο ΠΟΥ έχει δώσει ξεκάθαρες κατευθύνσεις ως προς την εφαρμογή περιορισμών αναφορικά με την πανδημική κόπωση. Μεταξύ άλλων έχει επισημάνει στις κυβερνήσεις ότι θα πρέπει:
- Να κατανοούν τους πολίτες, δηλαδή να συγκεντρώνουν στοιχεία ώστε να μπορούν να εφαρμόζουν στοχευμένες και αποτελεσματικές πολιτικές, παρεμβάσεις και επικοινωνία.
- Να επιτρέψουν στους ανθρώπους να ζήσουν τη ζωή τους μειώνοντας όμως το ρίσκο. Περιοριστικά μέτρα ευρέος φάσματος ίσως να μην είναι εφικτό να τηρηθούν μακροχρόνια από ορισμένους.
- Να μετατρέψουν τους πολίτες σε μέρος της λύσης εμπλέκοντάς τους στο ζήτημα της αντιμετώπισης της πανδημίας σε κάθε επίπεδο αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες και το βαθύ αποτύπωμα που έχει αφήσει στη ζωή τους.
- Να είναι διαφανείς εξηγώντας τους λόγους πίσω από κάθε απαγόρευση ή αλλαγή μέτρων και αναγνωρίζοντας τα όρια μεταξύ επιστήμης και κυβέρνησης.
- Να είναι όσο το δυνατό επίμονοι σε μηνύματα και δράσεις αποφεύγοντας τα αντιφατικά μέτρα.
- Να απευθύνονται στους πολίτες όχι κατηγορώντας, τρομάζοντας ή απειλώντας τους, αλλα αναγνωριζοντας ότι όλοι συνεισφέρουν.
Στις βασικές οδηγίες του ΠΟΥ εντάσσεται και η συχνή μελέτη με ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια του πληθυσμού και ο σχεδιασμός στοχευμένων μέτρων που θα απευθύνονται σε όσες ομάδες εμφανίζονται να χάνουν το κίνητρό τους. Παρόλα αυτά το πόσο έχει επηρεάσει τους Ελληνες η πολύμηνη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων δεν έχει μελετηθεί ακόμα επαρκώς και συστηματικά: «Στην Ευρώπη έχουν γίνει τέτοιες έρευνες και είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Ολλανδίας, η οποία εξαρχής με μία ομάδα ψυχολόγων, κοινωνιολόγων και ειδικών της ψυχικής υγείας διεξαγει κυλιόμενες έρευνες στον πληθυσμό μετρώντας κατά πόσο τηρούν τα μέτρα, πως αντιλαμβάνονται τη νέα πραγματικότητα, πόσο ενημερωμένοι είναι και πως όλα αυτά μεταβάλλονται στο πέρασμα του χρόνου».
Μελέτες γίνονται και στην Ελλάδα αλλά κυρίως από μεμονωμένα Πανεπιστήμια, οι οποίες στην πλειονότητά τους διεξάγονται διαδικτυακά, αφήνοντας ουσιαστικά εκτός ολόκληρα τμήματα του πληθυσμού που δεν έχουν εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες, όπως π.χ. τους ηλικιωμένους. Την ίδια στιγμή, από τις δημοσκοπήσεις που επιχειρούν να μετρήσουν ορισμένους δείκτες, λείπει η ποιοτική ανάλυση των δεδομένων από επιστήμονες της ψυχικής υγείας: «Επιμένουμε στο παλιό κλασικό βιοιατρικό μοντέλο της διαχείρισης κρουσμάτων και νοσούντων χωρίς να μετράμε τις συνέπειες στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Κουνήσαμε το δάχτυλο σε κοινωνικές ομάδες και αφήσαμε στην άκρη αυτό το κεφάλαιο που θα έφερνε καλύτερη τήρηση των μέτρων» λέει ο κ. Καραδήμας και συνεχίζει: «Μιλούν για συμπεριφορά άνθρωποι που δεν κατέχουν το ζήτημα. Αν ρωτήσεις κάποιον για κβαντική μηχανική, θα παραδεχτεί ότι δεν ξέρει, αλλά αν τον ρωτήσεις για ανθρώπινη συμπεριφορά μπορει να σου γράψει βιβλία» λέει χαρακτηριστικά.
Οσο για τη δύναμη του φόβου, φαίνεται ότι από μόνη της δεν αρκεί, καθώς ακόμα και ο φόβος ...συνηθίζεται, εξηγεί, ενώ την ίδια στιγμή η εκπομπή αντιφατικών μηνυμάτων απλά οδηγεί στην υιοθέτηση αυτών που ..βολεύουν περισσότερο τον καθένα. «Πολλοί έσπευσαν να χαρακτηρίσουν την πανδημία ως τον μεγάλο εξισωτή, αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Αλλιώς βιώνεις τον περιορισμό σε ένα μικρό διαμέρισμα, άλλα συναισθήματα σε διακατέχουν αν έχει μειωθεί το εισόδημά σου, αν έχεις χάσει τη δουλειά σου. Με μαθηματική ακρίβεια το μεγαλύτερο τίμημα θα πληρώσουν όσοι βρίσκονται περισσότερο στο περιθώριο».
Σαφέστατα, σύμφωνα με τον κ. Καραδήμα τα πράγματα θα φτιάξουν όσο πιο γρήγορα αποκατασταθεί η κοινωνική και οικονομική ζωή μετά την πανδημία: «Δεν ανησυχώ ότι θα μείνει κάποιο συλλογικό τραύμα. Η ανθρώπινη συμπεριφορά πάντα μας εκπλήσσει. Πάντα ένα ποσοστό γύρω στο 60% ανακάμπτει αρκετά γρήγορα μετά από φυσικές καταστροφές για παράδειγμα και πολλοί άλλοι λίγο αργότερα. Ωστόσο ένα ποσοστό 5%-10% του πληθυσμού μπορεί να μην επανέλθει ποτέ ή να πληρώνει για χρόνια το τίμημα και σ΄αυτούς οι κοινωνίες πρέπει να δώσουν έμφαση».
Το κεφάλαιο των «ψεκασμένων» και οι ομάδες
Πολλή συζήτηση έχει γίνει γύρω απ΄αυτόν το χαρακτηρισμό με αφορμή και την είσοδο και των εμβολίων στη ζωή μας, με αρκετούς στη δημόσια σφαίρα να εντάσσουν σε αυτήν την κατηγορία από τους αρνητές του ιού έως τους ανθρώπους που εκφράζουν απλά φόβο και ανησυχία για τον εμβολιασμό τους με κάτι τόσο νέο. «Υπάρχει και στο κομμάτι αυτό έλλειμμα ερευνητικό. Ακόμα δεν γνωρίζουμε αν και όσοι λένε στις δημοσκοπήσεις ότι θα εμβολιαστούν, θα το πράξουν» σημειώνει ο κ. Καραδήμας.
Αν και δεν υπάρχουν, σχετικά δεδομένα στην Ελλάδα, διεθνείς μελέτες έχουν καταδείξει ότι οι άνθρωποι αυτοί εντάσσονται σε τέσσερεις βασικές κατηγορίες:
- Σε όσους εκφράζουν έλλογες αμφιβολίες, οι οποίες ίσως να είναι λανθασμένες, αλλά πάντως στηρίζονται στη λογική.
- Σε όσους αμφιβάλλουν για τα πάντα από το αν υπάρχει ο ιός, πόσο εύκολα μεταδίδεται, κλπ. Η ομάδα αυτή είναι ιδιαίτερα ανθεκτική στις απόψεις της και πιθανότατα δε θα πειστεί ποτέ για κάτι άλλο.
- Σε όσους ανησυχούν υπερβολικά, διακατέχονται από μεγάλο άγχος για την υγεία τους.
- Στους λεγόμενους «easy riders», οι οποίοι περιμένουν απλώς να εμβολιαστούν οι υπόλοιποι, να εξασφαλστεί ανοσία χωρίς να χρειαστεί να εμβολιαστούν οι ίδιοι. Συχνά μάλιστα το «καμουφλάρουν» πίσω από μία δικαιολογία.
«Σε καθεμιά απ΄αυτές τις ομάδες, η Πολιτεία πρέπει να απευθυνθεί διαφορετικά αν θέλει να πείσει. Δεν υπάρχει μία οριζόντια στρατηγική που θα σε οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα, γι΄αυτό και πρέπει να γνωρίζεις που απευθύνεσαι και με ποιο μήνυμα» καταλήγει ο κ. Καραδήμας.
Πηγή: ethnos.gr