Νερό. Πόσο σημαντικό είναι;; Πολύ, αν αναλογιστούμε ότι οι άνθρωποι και τα ζώα έχουν στο σώμα τους 55%-78% νερό (σχεδόν τα 2/3 του βάρους τους), ενώ η ποσότητά του φτάνει έως και 90% στο αίμα και εντός των κυττάρων.
Οι άνθρωποι (και τα ζώα) χάνουν νερό κάθε μέρα με τη μορφή υδρατμών όταν εκπνέουν και ως νερό στον ιδρώτα, τα ούρα και τα κόπρανα. Υπολογίζεται ότι χάνουμε περίπου 2,5% των συνολικών μας υγρών σε καθημερινή βάση. Μαζί με το νερό, μικρές ποσότητες αλάτων ή ηλεκτρολυτών χάνονται επίσης. Το σώμα μας μπορεί και αναπροσαρμόζει συνεχώς την ισορροπία απώλειας νερού (και αλάτων ή ηλεκτρολυτών) με πρόσληψη υγρών. Όταν όμως χάνουμε πολύ νερό, το σώμα μας μπορεί να εξαντληθεί ή να αφυδατωθεί.
Τι συμβαίνει λοιπόν όταν δεν πίνουμε νερό;
Αυτό που ξέρουμε όλοι, αφυδατωνόμαστε. Όταν λέμε ‘αφυδάτωση’ εννοούμε μια κατάσταση που μπορεί να συμβεί όταν η απώλεια σωματικών υγρών υπερβαίνει την ποσότητα που λαμβάνεται. Επιστημονικά, η αφυδάτωση συνήθως σημαίνει ότι ένα άτομο έχει χάσει αρκετό υγρό, έτσι ώστε το σώμα του να μην λειτουργεί κανονικά και να εμφανίζει τα αντίστοιχα συμπτώματα (ξηρότητα στόματος, δίψα, μείωση έκκρισης ούρων, ξηρό δέρμα, πονοκέφαλοι, κούραση, ξηρότητα οφθαλμών, σταδιακή απώλεια βάρους).
Το αίσθημα της δίψας είναι το πρώτο και κυριότερο σύμπτωμα που μας στέλνει ο οργανισμός όταν έχουν παρέλθει ώρες από την τελευταία φορά που ήπιαμε νερό. Όταν έχει χαθεί στον οργανισμό περισσότερο νερό απ’ ότι άλατα, αυξάνεται η ωσμωτική πίεση των εξωκυτταρικών υγρών σε σχέση με αυτή που υπάρχει εντός των κυττάρων. Αυτό σημαίνει ότι νερό ρέει από το πιο αραιό διάλυμα στο πιο πυκνό, στην περίπτωσή μας εξέρχεται από τα κύτταρο προς το γύρω περιβάλλον. Ως αποτέλεσμα, τα κύτταρα συρρικνώνονται από την απώλεια νερού και αφυδατώνονται, δημιουργώντας την αίσθηση της δίψας που αντιλαμβανόμαστε, αντικατοπτρίζοντας την ανάγκη τους για νερό. Μελέτες έχουν δείξει ότι το αίσθημα της δίψας ξεκινάει όταν τα περισσότερα κύτταρα ενός ιστού έχουν χάσει 1% των υγρών τους.
Όσο προχωράει η αφυδάτωση, τα υπάρχοντα αποθέματα νερού προωθούνται στα ζωτικά όργανα, όπως στο ήπαρ, τον εγκέφαλο και τους πνεύμονες, και ταυτοχρόνως απομακρύνονται από τους λιγότερο ζωτικούς ιστούς. Στους λιγότερο ζωτικούς ιστούς ανήκουν οι συνδετικοί ιστοί όπως το κολλαγόνο, το οποίο αποτελεί την κύρια πρωτεΐνη του δέρματος και είναι ένα από τα πρώτα που σταματά να λαμβάνει νερό σε περίπτωση μειωμένων αποθεμάτων στο σώμα. Όταν όμως το κολλαγόνο δεν ενυδατώνεται επαρκώς, οι ίνες του αρχίζουν να διασπώνται, με συνέπεια τη δημιουργία λεπτών ρυτίδων στην επιφάνεια του δέρματος.
Το δέρμα είναι το μεγαλύτερο όργανο του σώματος, επομένως πλήττεται από την έλλειψη νερού. Ένα υγιές δέρμα αποτελείται περίπου από 70% νερό.
Όταν δεν ενυδατώνεται καλά, γίνεται θαμπό και άγριο, με αποτέλεσμα να δείχνουμε πιο κουρασμένοι και γερασμένοι, ανεξάρτητα από την ηλικία μας. Πράγματι, η μείωση των αποθεμάτων μας σε νερό συνδέεται με τη διαδικασία της γήρανσης. Καθώς μεγαλώνουμε, το δέρμα χάνει σταδιακά τη φυσική ελαστικότητά του, γεγονός που δυσκολεύει την είσοδο νερού στα κύτταρα. Έτσι, μπορεί να αφυδατώνεται πιο γρήγορα απ’ ό,τι όταν ήμασταν νεότεροι.
Μετά το πέρας των περισσότερων ωρών μιας ημέρας, παρατηρείται μείωση του ιδρώτα ακόμα και αν έχει ζέστη, σωματική κούραση και βυθισμένα μάτια. Τα μάτια εμφανίζονται ξηρά από δάκρυα και ελαφρώς βαθουλωμένα, ενώ οι βολβοί αρχίζουν να μαλακώνουν. Τα μάτια εξαρτώνται από τη συνεχή ανανέωση δακρύων για τον καθαρισμό των εξωτερικών φακών και την παραγωγή καθαρών ειδώλων. Συνεπώς, η μείωση περιεκτικότητας σε νερό προωθεί τη δυσλειτουργία τους.
Η μείωση του ιδρώτα συνδέεται άμεσα με την αφυδάτωση, ως ένα από τα πρωταρχικά συμπτώματά της. Το νερό εξυπηρετεί τη σωστή θερμορύθμιση του οργανισμού τόσο εξωτερικά (ως ιδρώτας), όσο και εσωτερικά (ως συστατικό του αίματος). Με τη μείωση του ιδρώτα, επέρχεται και άνοδος της θερμοκρασίας του σώματος.
Επιπλέον, ιδιάζουσας σημασίας είναι και η προσφορά του νερού στην παροχή ενέργειας στο σώμα καθώς συνεισφέρει στην παροχή οξυγόνου στους ιστούς. Μετά από ώρες αφυδάτωσης, ένα αίσθημα κούρασης και υπνηλίας κυριαρχεί στο σώμα.
Μετά από 2-3 μέρες αφυδάτωσης σοβαρότερα συμπτώματα αρχίζουν να εμφανίζονται. Η θερμοκρασία του σώματος αρχίζει να ανεβαίνει και αναπτύσσουμε πυρετό, ο οποίος αυξάνεται όσο χειροτερεύει το επίπεδο αφυδάτωσης. Το νερό εξυπηρετεί τη θερμορύθμιση του οργανισμού, συνεπώς κατά την απουσία του ο οργανισμός αδυνατεί να επανέλθει στους φυσιολογικούς 36,6ο C. Η αρτηριακή πίεση πέφτει, καθώς και ο ρυθμός παλμών της καρδιάς, με αποτέλεσμα να μην αιματώνονται καλά δευτερεύοντες ιστοί όπως το δέρμα. Εάν η στέρηση νερού συνεχιστεί, η παραγωγή ούρων θα μειωθεί δραστικά. Όσο η παραγωγή ούρων παραμένει μεγαλύτερη από 30 χιλιοστόλιτρα την ώρα, τα νεφρά μπορούν να εκκρίνουν αζωτούχα και μη νιτρογόνα στερεά με μέγιστη απόδοση. Μόλις η ροή των ούρων μειωθεί κάτω από αυτό το επίπεδο, το νεφρό αδυνατεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά, οι ουσίες (που έπρεπε να απεκκρίνονται) παραμένουν στο σώμα και η συγκέντρωσή τους στο αίμα αυξάνεται. Σε αυτή τη φάση ο οργανισμός έχει χάσει περίπου 4 λίτρα νερού. Η τοξικότητα των ούρων που συσσωρεύονται στον οργανισμό σε συνδυασμό με την άνοδο της θερμοκρασίας οδηγούν εν τέλει σε ηπατική και καρδιακή βλάβη, μη αντιστρεπτές. Αν η αφυδάτωση συνεχιστεί και ο οργανισμός χάσει 12-15 λίτρα νερού μπορεί να επέλθει και θάνατος.
Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά πόσες μέρες μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος χωρίς νερό. Ο κάθε οργανισμός είναι μοναδικός και λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο, ενώ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η σωματική κόπωση που υφίσταται καθημερινά. Σε γενικές γραμμές, πιστεύεται ότι μετά το πέρας τριών ημερών χωρίς σταγόνα νερού (με κατανάλωση τροφής) αρχίζουν να παρουσιάζονται βαρύτερα συμπτώματα αφυδάτωσης στο σώμα μας (αυξημένος πυρετός, μειωμένη αρτηριακή πίεση και δυσλειτουργίες στην καρδιά και στο ήπαρ), ενώ υπό τις ίδιες συνθήκες μπορούμε να επιβιώσουμε περίπου μια βδομάδα. Το ρεκόρ πιθανολογείται πως κατέχει ο Andreas Mihavecz, όπου σε ηλικία 18 ημερών κατάφερε να επιβιώσει για 18 ημέρες δίχως σταγόνα νερού, όταν οι υπεύθυνοι στην φυλακή όπου κρατούταν τον… ξέχασαν.
Όμως, προσοχή! Τα αναψυκτικά ή το φαγητό όχι μόνο δεν αντικαθιστούν τις ποσότητες νερού που χρειαζόμαστε, αλλά συνήθως περιέχουν υψηλές ποσότητες ζάχαρης που απορροφούν το νερό και αφυδατωνόμαστε πιο γρήγορα!
Γι’ αυτό, στην ερώτηση ‘τι να πιώ τώρα;’, η απάντηση είναι μία: το καλό παλιομοδίτικο νερό.
Κι αν όσο διαβάζατε το άρθρο δε σας ήρθε η ανάγκη να πιείτε νερό τότε μάλλον κάτι πήγε στραβά!
Πηγές:
- Τσουκαλάς Δ., ‘ΧΡΟΝΙΑ ΑΦΥΔΑΤΩΣΗ: ΟΣΑ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΜΕ ΟΤΙ ΠΡΟΚΑΛΕΙ Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΝΕΡΟΥ’, 2015, Inspire your life, http://inspireyourlife.gr/χρόνια-αφυδάτωση-όσα-δεν-ξέρουμε-ότι-π/
- Davis C. P., ‘Dehydration (Adults)’, 2017, www.emedicinehealth.com
- New Insights Into the Impact of Dehydration on Blood Flow and Metabolism During Exercise, (2017), Exercise and Sport Sciences Reviews, 45(4), 238. doi:10.1249/jes.0000000000000119
- Δέρμα: Πως το επηρεάζει η αφυδάτωση του οργανισμού’, 2018, Pressroom, New York and London
- ‘Dehydration’, 2017, Encyclopædia Britannica, inc., https://www.britannica.com/science/dehydration-physiology
- Nash GB et al., ‘Effect of dehydration on the viscoelastic behavior of red cells.’, 1991, Blood Cells, PMID:1760559
Μυρτώ Ποτήρη
Πηγή: SCIENCE BEHIND
Πηγή: pancreta.gr