Έφτασαν τα ψηφιακά χάπια! - Ειδήσεις Pancreta

Για πρώτη φορά, η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) ενέκρινε ένα ψηφιακό χάπι, μια κάψουλα δηλαδή, με ενσωματωμένο έναν αισθητήρα που μπορεί να ενημερώσει τους γιατρούς εάν και πότε οι ασθενείς τους λαμβάνουν το φάρμακό τους.

Η έγκριση, που ανακοινώθηκε τον περασμένο Δεκέμβρη, σηματοδοτεί μια σημαντική πρόοδο στον αναπτυσσόμενο τομέα των ψηφιακών συσκευών που σχεδιάζονται για την παρακολούθηση της λήψης φαρμάκων. Οι συσκευές αυτές πρόκειται να λύσουν το ακριβό και μακροχρόνιο πρόβλημα που θέλει εκατομμύρια ασθενών να μην λαμβάνουν τα φάρμακά τους σύμφωνα με τις οδηγίες των γιατρών τους.

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η λεγόμενη έλλειψη συμμόρφωσης στην ορθή λήψη φαρμάκων κοστίζει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, καθώς η μη τήρηση της θεραπείας οδηγεί σε πρόσθετη θεραπεία ή και νέα νοσηλεία. Το νέο ψηφιακό χάπι, σύμφωνα με τους δημιουργούς του, θα δώσει λύση στο διαχρονικό αυτό πρόβλημα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις ασθενών που ξεχνούν να πάρουν τα φάρμακά τους.

Όμως πολλοί επιστήμονες και απλοί πολίτες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ισχυριζόμενοι πως ένα τέτοιο χάπι μπορεί να ενέχει κινδύνους, ωστόσο όχι ιατρικής φύσης.

Το αντιψυχωσικό Abilify και ανησυχίες για τη λειτουργία του

Οι ασθενείς που συμφωνούν να λάβουν το ψηφιακό χάπι, μια έκδοση του αντιψυχωσικού Abilify, μπορούν να υπογράψουν έντυπα συναίνεσης, που επιτρέπουν στους γιατρούς τους και έως και τέσσερις άλλους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων των μελών της οικογένειας, να λαμβάνουν ηλεκτρονικά δεδομένα που αναφέρουν την ημερομηνία και την ώρα που καταναλώνονται τα φάρμακα. Μια εφαρμογή σε smartphone τους επιτρέπει να μπλοκάρουν τους παραλήπτες οποτεδήποτε αλλάξουν γνώμη.

Παρόλο που είναι προαιρετική, η τεχνολογία αυτή εξακολουθεί να προκαλεί ερωτήματα σχετικά με την ιδιωτική ζωή και το αν οι ασθενείς μπορεί να αισθάνονται πίεση για τη λήψη φαρμάκων υπό μια συνθήκη όπου οι γιατροί τους μπορούν να τους παρακολουθούν.

Ο Δρ Peter Kramer, ψυχίατρος και συγγραφέας του βιβλίου «Ακούγοντας το Prozac», εξέφρασε στους New York Times τις ανησυχίες του για το νέο αυτό επίτευγμα της φαρμακευτικής βιομηχανίας: «Ενώ αυτό είναι ηθικό για έναν πλήρως ικανό ασθενή που θέλει να ελέγξει την φαρμακευτική αγωγή του», δήλωσε, «το ψηφιακό φάρμακο ακούγεται σαν ένα ενδεχομένως καταναγκαστικό εργαλείο».

Άλλες εταιρείες αναπτύσσουν τεχνολογίες ψηφιακής φαρμακευτικής αγωγής, συμπεριλαμβανομένου ενός άλλου αισθητήρα που λαμβάνεται και πάλι μέσω κατάποσης από τον ασθενή, αλλά και τεχνολογίας οπτικής αναγνώρισης, ικανής να επιβεβαιώσει εάν ένας ασθενής έχει τοποθετήσει ένα χάπι στη γλώσσα του και το έχει καταπιεί. Μερικά από αυτά ήδη χρησιμοποιούνται ή δοκιμάζονται σε ασθενείς με καρδιακά προβλήματα, Η.Ι.V., διαβήτη και άλλες πολλές παθήσεις.

Η τεχνολογία θα μπορούσε ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί για να παρακολουθηθεί η μετεγχειρητική πορεία και αποκατάσταση ασθενών, αλλά και το αν αυτοί λάμβαναν πολλά παυσίπονα και οποιοειδή στη διάρκεια αυτής.

Οι ασφαλιστικές εταιρίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να δώσουν στους ασθενείς κίνητρα για να τα χρησιμοποιήσουν, όπως εκπτώσεις, δήλωσε επίσης στους New York Times ο Δρ. Eric Topol, διευθυντής του Scripps Translational Science Institute, προσθέτοντας ότι σοβαρά ζητήματα ηθικής θα μπορούσαν να προκύψουν εάν η τεχνολογία αυτή «παρείχε τόσα κίνητρα ώστε να είναι σχεδόν εξαναγκαστική».

Μια άλλη αμφιλεγόμενη χρήση μπορεί να απαιτεί την ψηφιακή ιατρική ως προϋπόθεση για την απαγόρευση χορήγησης άδειας ή την απελευθέρωση ασθενών που έχουν δεσμευτεί σε ψυχιατρικές δομές και εγκαταστάσεις.

Το Abilify είναι μια ασυνήθιστη επιλογή για πρώτο φάρμακο με ενσωματωμένο αισθητήρα. Συνταγογραφείται σε άτομα με σχιζοφρένεια, διπολική διαταραχή και, σε συνδυασμό με ένα αντικαταθλιπτικό φάρμακο, σε ασθενείς με καταθλιπτική διαταραχή. Πολλοί ασθενείς με αυτές τις ασθένειες δεν λαμβάνουν τακτικά τα φάρμακά τους και συχνά αντιμετωπίζουν σοβαρές συνέπειες για την υγεία τους. Καθώς τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας και των σχετικών διαταραχών μπορούν να περιλαμβάνουν παράνοια και παραισθήσεις, μερικοί γιατροί και ασθενείς αναρωτιούνται κατά πόσο θα γίνει ευρέως αποδεκτό το ψηφιακό Abilify.

«Πολλοί από αυτούς τους ασθενείς δεν λαμβάνουν φάρμακα επειδή δεν αντέχουν τις παρενέργειές τους, δεν πιστεύουν ότι πάσχουν από κάποια ασθένεια ή επειδή γίνονται παρανοϊκοί σε σχέση με το γιατρό ή τις προθέσεις του» δήλωσε ο Δρ. Paul Appelbaum, διευθυντής δικαίου, ηθικής και ψυχιατρικής στο τμήμα ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια.

Το μέλλον ακούει στο όνομα Abilify MyCite

Ένα νεοεγκεκριμένο χάπι, ονομάζεται Abilify MyCite, και πρόκειται για μια συνεργασία μεταξύ του κατασκευαστή του Abilify, της Otsuka και της Proteus Digital Health, μιας εταιρείας στην Καλιφόρνια που δημιούργησε τον αισθητήρα. Ο αισθητήρας, που περιέχει χαλκό, μαγνήσιο και πυρίτιο (ασφαλή συστατικά που βρίσκονται στα τρόφιμα), παράγει ένα ηλεκτρικό σήμα όταν έρχεται σε επαφή με στομαχικό υγρό. Μετά από μερικά λεπτά, το σήμα εντοπίζεται από ένα αυτοκόλλητο πατς που μοιάζει με τσιρότο. Το πατς στέλνει την ημερομηνία και την ώρα λήψης του χαπιού και το επίπεδο δραστηριότητας του ασθενούς μέσω Bluetooth σε μια εφαρμογή κινητού τηλεφώνου. Η εφαρμογή επιτρέπει στους ασθενείς να προσθέσουν τη διάθεσή τους και τις ώρες που έχουν ξεκουραστεί, ενώ οι πληροφορίες διοχετεύονται σε μια βάση δεδομένων όπου μπορούν να έχουν πρόσβαση οι γιατροί και άλλα άτομα που έχουν την άδεια των ασθενών.

Η Otsuka δεν έχει καθορίσει την τιμή για το Abilify MyCite, το οποίο θα κυκλοφορήσει το επόμενο έτος. Η τιμή, και το αν τα ψηφιακά χάπια βελτιώνουν πραγματικά τις συνήθειες στη λήψη χαπιών, θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό το κατά πόσο θα χρησιμοποιούνται ευρέως στο μέλλον.

Όμως διατηρούνται ακόμη πολλά ερωτήματα σχετικά με την ικανότητα της τεχνολογίας να αυξήσει τη συμμόρφωση. Ο Δρ. Jeffrey Lieberman, πρόεδρος της ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Columbia και το νοσοκομείο NewYork-Presbyterian, δήλωσε στους New York Times ότι πολλοί ψυχίατροι πιθανότατα θα ήθελαν να δοκιμάσουν το ψηφιακό Abilify, ειδικά για ασθενείς που μόλις βίωσαν το πρώτο τους ψυχωσικό επεισόδιο και κινδυνεύουν να σταματήσουν τη φαρμακευτική αγωγή λίγο μετά από όταν έχουν αισθανθεί κάπως καλύτερα. Ωστόσο, σημείωσε ότι έχει εγκριθεί μόνο για την παρακολούθηση των δόσεων των φαρμάκων και δεν έχει ακόμη αποδειχθεί ότι βελτιώνει την προσήλωση στη λήψη τους. Πρόσθεσε μάλιστα πως «υπάρχει η ειρωνεία του να χορηγείται σε άτομα με ψυχικές διαταραχές που μπορεί να περιλαμβάνουν παραληρήματα». «Είναι σαν ένας βιοϊατρικός Μεγάλος Αδερφός».

πηγή


Πηγή: pancreta