Χριστούγεννα στη Νέα Υόρκη, στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Η Τερέζ Μπέλιβετ (Ρούνεϊ Μάρα) εργάζεται σ' ένα πολυκατάστημα του Μανχάταν και ονειρεύεται μια πιο συναρπαστική ζωή, όταν γνωρίζει την Κάρολ Άιρντ (Κέιτ Μπλάνσετ), μία γοητευτική γυναίκα παγιδευμένη σ έναν αποτυχημένο γάμο. Είναι η αρχή μίας τρυφερής σχέσης που εξελίσσεται σ' έναν απαγορευμένο έρωτα, στο εξαιρετικό «Carol του Τοντ Χέινς.
Οκτώ χρόνια μετά το βιογραφικό δράμα «I'm Not There» (2007), για τη ζωή και το έργο του Μπομπ Ντίλαν, ο Τοντ Χέινς, επιστρέφει δυναμικά με την έκτη μεγάλου μήκους δημιουργία του: «Carol» (2015). Ο Αμερικανός σκηνοθέτης, μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το μυθιστόρημα της Πατρίσια Χάισμιθ, σε μία υπέροχη και συγκινητική ιστορία, με πρωταγωνίστρια την Κέιτ Μπλάνσετ, να μας χαρίζει μία σπουδαία ερμηνεία και τη Ρούνεϊ Μάρα να στέκεται απένταντι της επάξια.
Carol
Σκηνοθεσία: Τοντ Χέινς / Todd Haynes
Σενάριο: Φίλις Νέιγκι / Βασισμένο στο μυθιστόρημα της Πατρίσια Χάισμιθ: The Price of Salt
Πρωταγωνιστές: Κέιτ Μπλάνσετ, Ρούνι Μάρα, Σάρα Πόλσον, Κάιλ Τσάντλερ, Τζέικ Λέισυ
Μουσική: Κάρτερ Μπέργουελ
Φωτογραφία: Έντουαρντ Λάχμαν
Μοντάζ: Αφόνσο Γκονσάλβες
Χώρα Παραγωγής: Ηνωμένο Βασίλειο, Η.Π.Α.
Έτος Παραγωγής: 2015
Διάρκεια: 118 λεπτά
«Η ταινία δείχνει μια αγάπη που δεν ακολουθεί κανένα πρότυπο, παρόλο που συναντά πολλές προκλήσεις. Αυτό που βρήκα φοβερά ενδιαφέρον στο μυθιστόρημα είναι ότι στην πραγματικότητα παραλληλίζει το μυαλό του ερωτευμένου με εκείνο του κακοποιού, γιατί και οι δύο έχουν υπερ-παραγωγικά μυαλά. Εδώ το έγκλημα είναι ο έρωτας και ο έρωτας είναι μάλιστα παράνομος. Η Τερέζ δεν μπορεί να βρει λέξεις για την επιθυμία της - είναι πέρα από τις λεκτικές της ικανότητες. Δεν μπορεί να την εκφράσει, βρίσκει εμπόδιο στη γλώσσα και το νόημα. Όταν οι δύο γυναίκες κάνουν επιτέλους έρωτα, τότε η επιθυμία παίρνει μορφή, μπορεί να εκφραστεί.» - Τοντ Χέινς
Η ιστορία μας μεταφέρει στη Νέα Υόρκη, στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Σύντομα, η αθώα πρώτη συνάντησή της Τερέζ Μπέλιβετ (Ρούνεϊ Μάρα) και της Κάρολ Άιρντ (Κέιτ Μπλάνσετ), δίνει τη θέση της σε μια βαθύτερη επικοινωνία. Όταν όμως η σχέση τους αποκαλύπτεται, ο σύζυγος της Κάρολ (Κάιλ Τσάντλερ) αντεπιτίθεται αμφισβητώντας την ικανότητά της ως μητέρας και προσπαθώντας να της στερήσει το δικαίωμα στο να βλέπει το ανήλικο παιδί τους.
Καθώς η Κάρολ και η Τερέζ πραγματοποιούν την απόδρασή τους, αφήνοντας πίσω τα όποια προβλήματα προκύπτουν, μία αντιπαράθεση θα δοκιμάσει τη σχέση των δύο γυναικών, καθώς και την αφοσίωσή τους. Η αγάπη τους δοκιμάζεται, ενώ τίθεται αντιμέτωπη με τα ταμπού και τα στερεότυπα της κοινωνίας.
Η εντυπωσιακή επιστροφή του Τοντ Χέινς οκτώ χρόνια μετά το «I’m Not There», πραγματοποιείται με την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος της Πατρίσια Χάισμιθ, «The Price of Salt». Το φιλμ αναβιώνει με ξεχωριστό στιλ και νοσταλγική ρομαντική διάθεση τη Χριστουγεννιάτικη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’50, για να αφηγηθεί μία δυνατή ερωτική ιστορία που αψηφά όλα τα κοινωνικά ταμπού.
To μυθιστόρημα «The Price of Salt» της Πατρίσια Χάισμιθ, θεωρείται από τα πιο σημαντικά βιβλία της δεκαετίας του ’50 χάρη στον ρηξικέλευθο χειρισμό των ηρωίδων του και την ανατρεπτική ειλικρίνεια στην περιγραφή μιας αντισυμβατικής (και παράνομης για την εποχής εκείνη) σεξουαλικής σχέσης. Έχοντας επίγνωση της κυρίαρχης νοοτροπίας, η Χάισμιθ υπέγραψε το έργο της με το ψευδώνυμο Κλερ Μόργκαν για να αποφύγει τις επιθέσεις εναντίον της εξαιτίας του θέματος του βιβλίου. Το ομότιτλο μυθιστόρημα κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Η ιστορία αυτή γεννήθηκε μέσα στο περίεργο μείγμα παράνοιας και άκρατης αισιοδοξίας που χαρακτήρισε τα χρόνια μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, μια περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας «η κοινωνία ακολουθούσε ένα προκαθορισμένο μονοπάτι», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Τοντ Χέινς.
Για την σεναριογράφο Φίλις Ναζ, το «Carol» είναι μια ιστορία αγάπης «που δείχνει ότι η αλήθεια είναι το καλύτερο τονωτικό. Αν είσαι συναισθηματικά ειλικρινής σε αυτό που είσαι και αυτό στο οποίο πιστεύεις, μπορεί να μην σου συμβούν καλύτερα πράγματα, αλλά θα είσαι εσύ καλύτερος».
Τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν στο Σινσινάτι του Οχάιο, όπου βρίσκονται ακόμη αρκετά παλιά κτίρια ώστε να δημιουργηθεί ένα ρεαλιστικό φόντο για την ιστορία. Ο Χέινς συνεργάστηκε και πάλι με τον διευθυντή φωτογραφίας Εντ Λάχμαν - με τον οποίο είχαν δουλέψει και στα «Mildred Pierce», «Far from Heaven» και «I’m Not There» - κάνοντας εκτενή έρευνα σε φωτογραφίες της εποχής και καταλήγοντας στον «ποιητικό ρεαλισμό» ως ύφος της ταινίας.
Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για τα υπέροχα κοστούμια της ταινίας, δημιουργίες της τρις βραβευμένης με Όσκαρ - Shakespeare in Love (1998), The Aviator (2004), The Young Victoria (2009) - σχεδιάστριας Σάντι Πάουελ: «Επέλεξα τα ρούχα τους να είναι πάνω από όλα νατουραλιστικά. Έπρεπε να βοηθήσω στην δημιουργία των χαρακτήρων, να τους κάνω πειστικούς για το κοινό. Ήθελα την Κάρολ να είναι στη μόδα, αλλά όχι με τρόπο “φωναχτό” - να είναι κάποια για την οποία η Τερέζ να νιώθει θαυμασμό. Η Κάρολ είναι παράδειγμα της προνομιούχου τάξης, μία τέλεια έκφραση θηλυκού γκλάμουρ και κομψότητας που αφοπλίζει την Τερέζ, και την κάνει να αναρωτιέται ακόμη περισσότερο για το ποια είναι.»
Έχοντας κερδίσει το 2014 το Όσκαρ Καλύτερης Ά Γυναικείας Ερμηνείας, για τον ρόλο της στην ταινία του Γούντι Άλεν, «Θλιμμένη Τζάσμιν» (Blue Jasmine), η Κέιτ Μπλάνσετ όχι μόνο δεν αναπαύτηκε στις δάφνες της, αλλά επέστρεψε εντυπωσιακά χαρίζοντας μας απλόχερα ίσως την καλύτερη γυναικεία ερμηνεία του 2015. Λιτή, απέριττη, χωρίς εκφραστικές υπερβολές η καταξιωμένη ηθοποιός από την Αυστραλία, προσθέτει άλλη μία σπουδαία ερμηνεία στο ήδη πλούσιο βιογραφικό της.
«Νομίζω ότι το δώρο μιας ιστορίας που βασίζεται σε μυθιστόρημα της Πατρίσια Χάισμιθ είναι η πλούσια εσωτερική ζωή των ηρώων. Είναι ειδική στο να χειρίζεται χαρακτήρες που δείχνουν το ότι κάθε ενήλικας έχει ένα μυστικό. Η Κάρολ μοιάζει συγκρατημένη και απόμακρη, αλλά νομίζω, κατά μία έννοια, καταρρέει. Δεν ταιριάζει σε κάποιον κοινωνικό κύκλο της εποχής. Και τελικά εκείνη και η Τερέζ αιφνιδιάζονται από την ένταση του δεσμού τους.» - δηλώνει σχετικά η Κέιτ Μπλάνσετ και συνεχίζει:
«Σκέφτηκα ότι έπρεπε να ερωτευτώ διαφορετικά απ’ ότι ένα κορίτσι πολύ μικρότερό μου. Η Κάρολ είναι προϊόν της ηλικίας και του περιβάλλοντός της. Έχει μία μελαγχολία κι έναν φόβο που η Τερέζ δεν έχει ή δεν καταλαβαίνει. Αυτό είναι και μέρος της μεθυστικής επήρειας του έρωτα: ρισκάρεις το να είσαι εκτός ελέγχου.»
Μαζί της η Κέιτ Μπλάνσετ συμπαρασύρει και την συμπρωταγωνίστρια της, την Αμερικανίδα ηθοποιό Ρούνεϊ Μάρα, η οποία στέκεται επάξια στο πλάι της. Το «Κορίτσι με το Τατουάζ» (The Girl with the Dragon Tattoo - 2011) μεγάλωσε και αποδεικνύει ότι με τις σωστές επιλογές στο ενεργητικό της (The Social Network - 2010), αξιοποιεί σταδιακά και με υπομονή το υποκριτικό της ταλέντο.
«Όταν ερωτεύεσαι, το μυαλό σου δουλεύει σαν να είσαι εγκληματίας. Μονίμως σκέφτεσαι διαφορετικά σενάρια και όλα όσα μπορούν να πάνε στραβά ή διαφορετικά». Αντίθετα με την Μπλάνσετ, η Μάρα στην ερμηνεία της τονίζει την μοναξιά του χαρακτήρα της. «Η Τερέζ δεν είναι τόσο δεμένη με κάτι. Ακόμη ψάχνει ποια θέλει να είναι και πώς θέλει να μοιάζει η ζωή της. Η Κάρολ τής ανοίγει τα μάτια και το μυαλό σ' έναν νέο κόσμο και την βοηθά να καταλάβει τι σχέσεις θέλει στη ζωή της.» - Ρούνεϊ Μάρα
Η ταινία, πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα του 68oυ Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών. Εκεί η Ρούνεϊ Μάρα κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας - εξιμισείας, μαζί με την Emmanuelle Bercot, για το φιλμ Mon roi της σκηνοθέτιδας, Maïwenn. Ενώ ο Τοντ Χέινς κέρδισε τον Ειδικό Φοίνικα, Queer Palm.
Στη συνέχεια το «Carol» ταξίδεψε στα σημαντικότερα Διεθνή Κινηματογραφικά Φεστιβάλ, από τη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο, μέχρι τη Ρώμη και τη Στοκχόλμη, ενώ απέσπασε και έξι (6) Υποψηφιότητες για Όσκαρ, χωρίς όμως να καταφέρει να κερδίσει κάποιο από τα χρυσά αγαλματίδια.
«Οι ιστορίες για περιθωριοποιημένες γυναίκες είναι πιο ενδιαφέρουσες από τις ιστορίες για άνδρες. Περιέχουν τα όρια των κοινωνικών φορτίων - οι γυναίκες είναι πιο επιφορτισμένες από την κοινωνία για τις επιλογές που κάνουν, για τους τρόπους με τους οποίους στηρίζουν την οικογένεια, το πώς ικανοποιούν τους άνδρες. Υπάρχει λιγότερη ελευθερία στις ζωές τους. Σε μια ταινία για άνδρες, μπορείς να προσποιηθείς ότι τα όρια μπορούν να ξεπεραστούν, αλλά όχι τόσο με τις γυναίκες. Η κινηματογράφηση μιας τέτοιας ιστορίας μού επέτρεψε να δείξω το ότι όλοι μας βιώνουμε τους περιορισμούς αυτούς. Και ένα ταξίδι, όπως το road trip της ταινίας, είναι το μόνο “μέρος” στο οποίο νομίζουμε ότι είμαστε ελεύθεροι από τους περιορισμούς της κοινωνίας.» - Τοντ Χέινς
Γιώργος Ρούσσος
Πηγή: tvxs.gr