Αγαπάω Φατίχ Ακίν.
Ο Ακίν από την αρχή της καριέρας του ήθελε να κάνει λαϊκό κινηματογράφο, όμως τα εξαιρετικά του πρώτα μελοδράματα με την αλά Φασμπίντερ πυκνότητα τους , τη δαιδαλώδη πλοκή, την εξαντλητική περιγραφή ανθρώπων και χώρων, παρά τους καλούς λαϊκούς του τρόπους και την αποδοχή από τους σινεφίλ, δεν μπορείς να τα χαρακτηρίσεις λαϊκά. Γιατί να το κρύβουμε άλλωστε, όταν λέμε λαϊκό δεν εννοούμε πια κάτι που ταυτίζεται με το συναίσθημα και την όποια άποψη της πλειοψηφίας, αλλά υπαινισσόμαστε ταυτόχρονα κάτι που μπορεί η πλειοψηφία να το ευχαριστηθεί, ακόμα και να το εκλάβει σαν διδακτικό ή μοντέρνο, χωρίς να καταβάλλει ιδιαίτερο κόπο, κυρίως χωρίς να χρειαστεί ιδιαίτερη συγκέντρωση και σκέψη.
Από αυτή και μόνο την άποψη ο Ακίν καταθέτει με το «Μαζί ή τίποτα» την πιο λαϊκή ως τώρα ταινία του, συνδυάζοντας άψογα την τουρκική κινηματογραφική παράδοση του σπουδαίου Γιλμάζ Γκιουνέι που αγαπήθηκε από το ελληνικό κοινό, με όλα τα στάνταρτς μιας όχι αργής, όχι απρόσιτα στοχαστικής αλλά ευφυούς και προοδευτικής δυτικής ταινίας. Τώρα αν είναι ανάλογα λαοφιλής την εποχή που ο φασισμός δεν υφέρπει αλλά θριαμβεύει επιβάλλοντας τους τρόπους, τις πολώσεις, την μαυρόασπρη κοσμοθεωρία του στις πρακτικές και τις ενέργειες ακόμα και θεωρητικών του αντιπάλων, θα δείξει. Όμως ο Ακίν το τόλμησε, να χαρακτηρίζεται μονολιθικός από φασιστοκουλτουριάρηδες γιατί και καλά δεν δίνει το δικαίωμα αντιλόγου στα φασιστοειδή που ακριβέστατα παρουσιάζει (μα δεν το έχουν καν ανάγκη αυτοί, μονοπωλούν την δράση) , να είναι κάθετος στην αντίθεσή του με τη ψευτοδημοκρατία, και το κυριότερο ίσως, να μην χειραγωγείται από «καλαίσθητους» διανοούμενους, πληρώνοντας με την διακριτική υποβάθμιση της εξαιρετικής αυτής ταινίας τόσο στα φεστιβάλ όσο και στα media.
Eν τούτοις ο Ακίν δεν είναι κόπανος, ακόμα και αν υποστηρίξει κανείς εσφαλμένες τις επιλογές του (σαν κόπανος), ο Ακιν δεν υποκύπτει ούτε στο reality , ούτε στην αμερικανιά, ούτε στην κουραστική και καλά εγκεφαλική φλυαρία τύπου Ταραντίνο και Κοέν. Σέβεται και τον άνθρωπο και τον πολιτισμό που παρόλα αυτά κατάφερε και δίνει στην ιστορία του μια σοφόκλεια έξοδο, ιδανική , ενώ σαρκάζει με βασανιστική επίγνωση την έννοια του «Μαζί» πριν αποφασίσει το Τίποτα.
Ο Ακίν πετυχαίνει μια ταινία σταθμό για τις μέρες μας και το τώρα μας. Κορυφαία η καταγγελία του για την ανοχή ( μήπως την συνενοχή ) της αστικής δικαιοσύνης στην προίούσα διαδικασία εδραίωσης του φασισμού ανάμεσα στον υποτιθέμενο δημοκρατικό πλουραλισμό – τα κτήνη μας μαθαίνουν πως να συγχωνεύσουμε νηφάλια το κτήνος. Βέβαια ειδικά σε αυτή την νευραλγική φάση ο Έλληνας θεατής δεν θα πρέπει να αμελήσει την σύνδεση της παρακρατικής δραστηριότητας με την ισχύουσα κρατική δραστηριότητα, όλα δείχνουν ότι δεν υπάρχουν τόσο αποσαφηνισμένες αποστάσεις μεταξύ τους.
Είπα για ταινία σταθμό για το τώρα , χάρις στην τόλμη και την καθαρότητά της , εννοώ ότι αυτός ο σταθμός δεν πρέπει να είναι ο τελευταίος. Υπάρχουν ακόμα πολλοί σταθμοί και δεν εξαντλούνται στον πολιτικό χάρτη , εκεί καταλήγουν. Μέχρι να συνειδητοποιήσουμε οριστικά πως ότι δεν είναι μαύρο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν είναι φασισμός,
ΙΣΑΑΚ ΣΟΥΣΗΣ
Πηγή: pancreta