Πρίν από 28 χρόνια, ο Αχιλλέας Κυριακίδης, πολυβραβευμένος συγγραφέας, μεταφραστής και κινηματογραφιστής και τότε επικεφαλής της συντακτικής ομάδας του περιοδικού το Τέταρτο, συναντούσε στην Αθήνα τον Ηλία Καζάν για μία συνέντευξη που θα διαρκούσε πολλές ώρες. Η συνάντηση οργανώθηκε από την Ιωάννα Καρυστιάνη-Βούλγαρη, που ήταν και παρούσα σ’ όλη τη συζήτηση, στο ξενοδοχείο Εσπέρια της οδού Σταδίου, κλειστό πια εδώ και αρκετά χρόνια. Η συνέντευξη, μια από τις σπουδαιότερες και μεγαλύτερες που έχει παραχωρήσει ο ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτης, δημοσιευθηκε στο τεύχος 15 του Τέταρτου, το Νοέμβριο του 1986. Ο Αχιλλέας Κυριακίδης προσφέρθηκε να παραχωρήσει στην Popaganda το δικαίωμα αναδημοσίευσής της, δίνοντας έτσι την ευκαιρία σε ένα πολύ ευρύτερο κοινό να την απολαύσει. Τον ευχαριστούμε και την παραθέτουμε αναλλοίωτη, με μοναδική αλλαγή τη μετατροπή του πολυτονικού συστήματος σε μονοτονικό-με τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα και, βεβαίως, την προσθήκη των φωτογραφιών και βίντεο που ακολουθούν.
Αχιλλέας Κυριακίδης: Κύριε Καζάν, ας αρχίσουμε με μια τυπική ερώτηση. Κάθε φορά που κάνετε ένα ταξίδι στην Ελλάδα, έχετε την αίσθηση απλώς ότι έρχεστε ή ότι επιστρέφετε;
Ηλίας Καζάν: Θα έλεγα το δεύτερο. Είναι και τόσα πράγματα εδώ – η μυρωδιά, το φαΐ, η γλώσσα που μιλιέται γύρω μου, τα πρόσωπα… Κι εδώ η Αθήνα είναι γεμάτη Ανατολίτες, κοντοπόδαρους, με μεγάλες μύτες και μεγάλα αυτιά. Μοιάζουν όλοι με τους θείους μου. Πώς να μην αισθάνομαι, λοιπόν, πως γυρίζω σπίτι μου… Απ’ την άλλη μεριά, στην Αμερική, αυτό που λέμε «αμερικανικός πολιτισμός» είναι ένα κράμα γλωσσών, παραδόσεων, πολιτισμών. Εδώ αισθάνομαι πιο άνετα, πιο «σαν στο σπίτι μου»!
Ήσαστε τεσσάρων χρονών όταν αφήσατε τη Μικρασία για την Αμερική. Περάσατε απ’ τη Γερμανία, αν δεν απατώμαι… Όχι. Όταν ήμουν δύο χρονών, ο πατέρας και οι θείοι μου αποφάσισαν ν’ανοίξουν μαγαζί στο Βερολίνο. Κουβαλήθηκε, λοιπόν, όλη η οικογένεια – μάλιστα, ο επόμενος αδελφός μου γεννήθηκε εκεί, στο Βερολίνο. Όμως το μαγαζί δεν πήγε καλά, κι έτσι ξαναγυρίσαμε όλοι στο Καντίκιοϊ, ένα προάστιο της Κωνσταντινούπολης. Κι ύστερα άρχισαν οι φήμες, «Θα ’χουμε πόλεμο», «Έρχεται πόλεμος», κι είπαν οι δικοί μου: «Δεν πάμε να φύγουμε από δω πέρα»… κι έτσι μας πήρε πάλι ο πατέρας μου και πήγαμε στην Αμερική. Είχε προηγηθεί, βέβαια, ένας θείος μου, ο Σεραφείμ.
Διαβάστε την συνέχεια εδώ
Πηγή: popaganda.gr