Στις 28 Μαρτίου του 1941, έβαλε πέτρες στις τσέπες της και μπήκε στα νερά ενός ποταμού - Ειδήσεις Pancreta
Από τις μεγαλύτερες καινοτόμους της Αγγλικής γλώσσας: Η  Βιρτζίνια Γουλφ ( 25 Ιανουαρίου 1882 - 28 Μαρτίου 1941) υπήρξε σπουδαία Αγγλίδα μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος. Πρωτοπόρος και νεοτερίζουσα λογοτέχνις στον 20ό αιώνα.
 
Η Αντελίν Βιρτζίνια Στήβεν γεννήθηκε στο Λονδίνο, κόρη του Σερ Λέσλι Στήβεν και της Τζούλιας Πρίνσεπ Τζάκσον, στον αριθμό 22 της Hyde Park Gate στο Κένσιγκτον. Οι γονείς της είχαν προηγούμενους αποτυχημένους γάμους, και συνολικά η οικογένεια περιείχε παιδιά από 3 γάμους.  
 
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά της, οι ζωηρότερες μνήμες της παιδικής της ηλικίας δεν ήταν από το Λονδίνο αλλά από το Σεντ Άιβς στην Κορνουάλη, όπου η οικογένεια περνούσε κάθε καλοκαίρι της μέχρι το 1895. Οι μνήμες των οικογενειακών διακοπών και των εντυπώσεων του τοπίου, ειδικά ο φάρος Godrevy, επηρέασαν την γραφή της, ειδικά προς το τέλος της ζωής της, και ειδικότερα στον Φάρο. Πιο συγκεκριμένα, το σπίτι στη Σκωτία, στο βιβλίο της, είναι το Τάλαντ και η οικογένεια Ράμσεϋ, είναι στην πραγματικότητα η δική της.
 
Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας από γρίπη (1895) στα 13 της, και αυτός της αδελφής της Στέλλας δυο χρόνια αργότερα, επέφεραν μια πρώτη σειρά νευρικών κλονισμών. Ο θάνατος του πατέρα της (το 1904) προκάλεσε πιο ανησυχητική κατάρρευση και η Βιρτζίνια χρειάστηκε να μπει για λίγο σε κλινική. Οι κλονισμοί αυτοί και οι επόμενες επαναλαμβανόμενες καταθλιπτικές περίοδοί της οφείλονται, σύμφωνα με σύγχρονους μελετητές και στη σεξουαλική κακοποίηση που αυτή και η αδερφή της Βανέσσα υπέστησαν από τους ετεροθαλείς αδελφούς τους Τζωρτζ και Τζέραλντ, πράγμα που και η ίδια μνημονεύει στα αυτοβιογραφικά δοκίμιά της.
 
Μετά από την ολοκλήρωση του τελευταίου (μεταθανάτια δημοσιευμένου) μυθιστορήματός της, έπεσε σε βαριά κατάθλιψη παρόμοια με την προηγούμενη. Ο πόλεμος και η καταστροφή των σπιτιών της στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιδρομών της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας, καθώς επίσης και η ψυχρή υποδοχή της βιογραφίας της από τον πρώην φίλο της Ρότζερ Φράυ επιδείνωσαν την κατάσταση, σε βαθμό που την κατέστησε ανίκανη να γράψει.
 
Στις 28 Μαρτίου του 1941, υπό την επήρεια άλλης μιας νευρικής, καταθλιπτικής κρίσης, ρίχτηκε στον ποταμό Ουζ , έχοντας βάλει στις τσέπες της πέτρες, και πνίγηκε. Το σώμα της βρέθηκε στις 18 Απριλίου και ο σύζυγός της την έθαψε κάτω από ένα δέντρο, στον κήπο του σπιτιού τους, στο Ρόντμελ του Σάσσεξ.
 
Στο τελευταίο σημείωμα προς τον σύζυγό της που υπεραγαπούσε έγραψε: 
 
Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε άλλον ένα σαν εκείνους τους φοβερούς χρόνους. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν' ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας. Μου 'χεις δώσει τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλ' αυτά που κανείς δε θα μπορούσε να 'ναι. Δε γνωρίζω δυο ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ευτυχέστεροι, μέχρι που με χτύπησε τούτη η φοβερή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλέψω άλλο. Ξέρω ότι χαλώ τη ζωή σου, που χωρίς εμένα θα μπορούσες να κάνεις. Και το ξέρεις πως το ξέρω. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω... ακόμη κι αυτό. Δε μπορώ να διαβάσω. Θέλω να πω πως οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου σε σένα. 
 
Ήσουν ολότελα υπομονετικός μαζί μου και καλός σ' απίστευτο βαθμό. Θέλω να σ' το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ' είχε σώσει, αυτός θα 'σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να χαλώ τη ζωή σου άλλο. Δεν σκέφτομαι ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να 'ναι ευτυχέστεροι απ' όσο ήμασταν εμείς.
 
Με πληροφορίες από Wikipedia.org
 

Πηγή: pancreta