Εσείς πώς θα μεταφράζατε στα αγγλικά λ.χ τη λέξη …”μάπα” (ως: “πρόσωπο”;, “λάχανο”;, “ανόητο άνθρωπο”, “ευτελές -κακό προϊόν”, “χαστούκι”, “αργιλέ”, “πορτοφόλι” ή… “σφουγγαρίστρα”; – Και την έκφραση “βγήκε …μάπα το καρπούζι”… Τη λέξη “κόκαλο”; Ως…”οστό”, ως παράγγελμα “προσοχή”, ως …”ζάρι” ως “το ειδικό μικροαντικείμενο, το οποίο χρησιμοποιούμε για να βάζουμε πιο εύκολα το πόδι στο παπούτσι”;
Το ρήμα ..”μπανίζω”; (από το <ουσ. τα μπάνια -επειδή παλιότερα οι άντρες κρυφοκοίταζαν από μακριά τις γυναίκες που έκαναν μπάνιο με μαγιό στη θάλασσα) + κατάληξη -ίζω]. 1. βλέπω, κοιτάζω, διακρίνω από μακριά: “όπως καθόμουν μπροστά στη βιτρίνα του ζαχαροπλαστείου, τον μπάνισα που παρουσιάστηκε απ’ τη γωνιά και κατευθύνθηκε προς το μέρος μου”. 2. επισημαίνω, ξεχωρίζω, παρακολουθώ με προσοχή με το βλέμμα μου, παρακολουθώ επίμονα, με ενδιαφέρον: “καθόταν στη γωνιά και μπάνιζε ποιος έμπαινε και ποιος έβγαινε απ’ το μαγαζί/ κάποια στιγμή τον μπάνισε μέσα στο πλήθος κι άρχισε την παρακολούθηση”. (Λαϊκό τραγούδι: τα ζάρια μου τα κούνησα και ήρθαν έξι πέντε· μπάνιζε μπάτσους στη γωνιά· τους πάει πέντε πέντε, αλλά και…”από την ώρα στο λιμάνι που σε μπάνισα, την καρδούλα μου κυρά μου, την αφάνισα…”.
“Το Λεξικό της Λαϊκής και Περιθωριακής Γλώσσας” -έργο ζωής του …γλωσσοδίφη Γεωργίου Κάτου εμπεριέχει στις 2.000 δίστηλες(!) σελίδες του, 50.000 λήμματα και φράσεις -τις αποδίδει με 250.000 σημασίες στις οποίες περιλαμβάνονται η γλώσσα της λαϊκής, της αργκό, των μηχανόβιων, των ναρκωτικών, της φυλακής, του χαρτοπαιγνίου, του ποδοσφαίρου, του αθλητισμού, του στρατού, των ναυτικών, του καφενείου, των εργατών, των νηπίων, των εφημερίδων, της τηλεόρασης, της νεοαργκό, που αποτελεί τη γλώσσα της νεολαίας και, ιδίως, λέξεις και φράσεις της καθημερινής ζωής, αποδελτιώνει και παραθέτει τη χρήση τους για πρώτη φορά επίσης σε στίχους του λαϊκού τραγουδιού (που δεν χει αποδελτιωθεί) και “κυκλοφορεί” -δέκα χρόνια μετά τον θάνατο του δημιουργού του- όχι ως εντυπο, αλλά …”τυπωμένο” στο διαδίκτυο.
Μεταμορφωμένο από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, το “Λεξικό της Λαϊκής και της Περιθωριακής Νεοελληνικής” σε προϊόν ψηφιακό, φιλοξενείται ήδη στην “Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα”, όπου συλλειτουργεί με τα άλλα ηλεκτρονικά λεξικά του ΚΕΓ: το Μεσαιωνικό Λεξικό “Κριαρά” (κυκλοφόρησε πρόσφατα ο 20ος τόμος του και απομένουν τουλάχιστον τέσσερις ακόμη ως την ολοκλήρωση του), το Ελληνο -Αγγλικό “Γεωργακά”, το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη και το επίτομο Αρχαιοελληνικό Liddell Scott, για να αφηγείται την ιστορία της γλώσσας και τους όρους της διαχρονίας της.
“Το Λεξικό του Γεωργίου Κάτου είναι έργο ενός εμπειρικού θιασώτη και τεχνίτη της γλώσσας, ιδιαίτερα εκείνης των λαϊκών ανθρώπων. Πρόκειται για την περιεκτικότερη συλλογή τεκμηρίων αυθεντικού λόγου από όλο το φάσμα των ταπεινών γλωσσικών χρήσεων, με κύρια αρετή την πιστή και αναλυτική παράθεση δειγμάτων της πολύτιμης γλωσσικής παρακαταθήκης των απλών και των βασανισμένων ανθρώπων. Απαραίτητο συμπλήρωμα των γνωστών λεξικών της ελληνικής”, σημειώνεται στην πρώτη (ηλεκτρονική) σελίδα του λεξικού στην “Πύλη για την ελληνική Γλώσσα” του Κέντρου Ελληνικής γλώσσας, στην οποία μόλις “αναρτήθηκε”.
Για την …”ιστορία”
…”Το τέλειωσα, καρντάση¨, μού είπε ο Κάτος κι απόθεσε πάνω στο τραπέζι της ταβέρνας –όπου ήταν το ραντεβού μας– ένα τεράστιο βιβλίο: το λεξικό του. ‘Πέρασαν σαράντα έξι χρόνια από τότε που το άρχισα, θυμάσαι, τότε που έκανα τον τζώρα και με μπαγλάρωσαν στις ναυτικές φυλακές της Ψυτάλλειας’. ‘Ξεχνιούνται τα Καλά παιδιά;’, απαντώ και ξεφυλλίζω το λεξικό: 2.000 σελίδες, 50.000 λέξεις και εκατοντάδες χιλιάδες φράσεις και παραδείγματα σε δύο στήλες. ‘Κάτσε να το βρέξουμε’, του λέω. Ήπιαμε του σκασμού και γίναμε σκνίπα…
…Τώρα που γράφω αυτά τα λίγα λόγια, διαπιστώνω ότι μέσα σε επτά γραμμές χρησιμοποίησα έξι λέξεις της ‘λαϊκής και περιθωριακής’ μας γλώσσας: καρντάσης, τζώρας, μπαγλαρώνω, βρέχω, σκασμός, σκνίπα με την ειδική τους σημασία. Λέξεις που ο Κάτος αποθησαύριζε με μανία πίσω από τα πακέτα των τσιγάρων του. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, που έδεσε γερά η φιλία μας, με αφορμή τα περιοδικά ‘Παραφυάδα’ και ‘Τραμ’, τον θυμάμαι να γράφει στη φωτοσύνθεση τότε, στο κομπιούτερ αργότερα, λέξεις της αργκό που αλίευε μέσα στους χώρους που τότε σύχναζε: μπαρ, καφετέριες, γήπεδα, στέκια περιθωριακών τύπων και νεαρών (δήθεν) αναρχικών (τη δεκαετία του 1980 τους αποκαλούσαμε ‘φρικιά’), λαϊκούς κινηματογράφους που πρόβαλλαν ‘τσόντες’, ακόμα και σε ταβέρνες όπου μαζεύονταν νεκροθάφτες…”, γράφει στην εισαγωγή του “πρώτου λεξικού “προφορικού λόγου” που κυκλοφορεί στη χώρα και υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο …ηθικός του διασώστης, ο λογοτέχνης και γιατρός Περικλής Σφυρίδης. (“Αν κάτι μου συμβεί –εσύ ξέρεις καλύτερα από τον καθένα πόσες αρρώστιες κουβαλάω πάνω μου– θέλω να μου υποσχεθείς ότι δεν θα αφήσεις τον κόπο μου να πάει στράφι”, είχε ζητήσει από τον γιατρό Σφυρίδη ο Γιώργος Κάτος, κι εκείνος -αφού προσπάθησε χωρίς αποτέλεσμα να βρει εκδότη για την εκτύπωση και έκδοσή του, το παρέδωσε στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας).
“Το Λεξικό της Λαϊκής Γλώσσας του Γιώργου Κάτου, επίπονος μόχθος πενήντα ολόκληρων χρόνων, είναι ούτε λίγο ούτε πολύ όλα όσα εννοεί και υπονοεί η αγγλική έκφραση “diamond in the rough”: ένας γλωσσικός θησαυρός προσφερόμενος όπως ακριβώς βγήκε από τα σπλάχνα του λαού, ατόφιος, ολάκερος, ανόθευτος. Γνήσιος… Η διαφορά με τους γλωσσικούς συλλέκτες των προηγούμενων γενιών είναι ότι ο Γιώργος Κάτος, ύστερα από τη μεταπολεμική εσωτερική μετανάστευση που δημιούργησε συν τοις άλλοις και ένα πολύχρωμο, ολοζώντανο και βασανισμένα δημιουργικό προλεταριάτο στα αστικά μας κέντρα, είχε το ένστικτο να στρέψει τη συλλεκτική του προσοχή σ’ αυτό το σπαρταριστό -πλην όμως ακατάγραφο και περιφρονημένο- υλικό. Και το συνέλεγε με ακόρεστο πάθος και με μοναδική αφοσίωση. Μαγνητισμένος από την εκφραστικότητα και την έλξη του, γύριζε τα καταγώγια και τα καπηλειά, τις φυλακές και τα σοκάκια, τα γήπεδα και τις αλάνες στήνοντας αφτί, καταγράφοντας τα λεγόμενα, ρωτώντας για τα νοούμενα, και επανερχόμενος, διαρκώς επανερχόμενος… Μάρτυρες, τα άπειρα πακέτα τσιγάρων που, το ένα μετά το άλλο, τα γέμιζε με πρόχειρες καταγραφές, με ακατάσχετο ρυθμό”, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιάννης Καζάζης, πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, υπογραμμίζοντας παράλληλα τη μέγιστη συμβολή του Λεξικού στην πρώτη στην ιστορία αποδελτίωση των στίχων του Λαϊκού μας τραγουδιού αλλά και τη μέγιστη συμβολή του στους μεταφραστές της ελληνικής γλώσσας και ιδιαίτερα των λογοτεχνικών έργων.
Στην εισαγωγή του λεξικού (όπως το είχε ήδη ολοκληρώσει και σελιδοποιήσει ο δημιουργός του, περιλαμβάνονται και προλογικά σημειώματα του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου (“Το λεξικό αυτό τον απασχόλησε σαράντα τόσα χρόνια, και σ’ αυτό το διάστημα ο Κάτος γέμισε χιλιάδες πακέτα τσιγάρων, όπου έγραφε πρόχειρα ό,τι του ‘ρχονταν στο νου κι ό,τι άρπαζε τ’ αυτί του· γενικά, όλη αυτή η προσπάθεια έγινε και ολοκληρώθηκε με αφάνταστη ένταση, μεράκι και πάθος. Ένα τέτοιο έργο είχαμε να δούμε από την εποχή του Βοσταντζόγλου”, σημειώνει), του αείμνηστου (πέθανε το 2012) καθηγητή της γλωσσολογίας στο ΑΠΘ Χρίστου Τσολάκη (“Στο άγιο τραπέζι της γλώσσας μόνο άφρονες και αμαθείς μπορούν να ασεβούν. Οι λέξεις, είναι αυτές που σηματοδοτούν τα όρια του κόσμου. Αυτό διδάσκει το εκπληκτικό σε αποθησαύριση σημασιολογικών αποχρώσεων Λεξικό του Γιώργου Β. Κάτου, άθλος σαράντα και πλέον ετών ενός και μόνου ανδρός. Διδάσκει σεβασμό στη γλώσσα”), του λογοτέχνη Περικλή Σφυρίδη και του προέδρου του ΚΕΓ Γιάννη Καζάζη.
Το Λεξικό είναι ήδη προσβάσιμο σε οποιονδήποτε χρήση στην ιστοσελίδα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας.
Με τη φροντίδα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, μια δεκάδα τυπωμένων αντιτύπων του Λεξικού θα αποσταλούν σε μεγάλες βιβλιοθήκες της χώρας – απτό μνημείο του αγέραστου μόχθου του αλησμόνητου Γιώργου Κάτου.
– ο Γιώργος Κάτος γεννήθηκε το 1943 και πέθανε στη Θεσσαλονίκη το 2007. Από το 1965 έως το 1976 διηύθυνε το βιβλιοπωλείο “Η γωνιά του βιβλίου”. Από το 1976 μέχρι το 1996 ήταν εκδότης του λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού περιοδικού “Το τραμ” (από το 1987 και διευθυντής του). Το 1976 ίδρυσε τις εκδόσεις “Εγνατία”. Από το 1987 έως το 1995 υπήρξε επίσης εκδότης και διευθυντής της σειράς μικρών βιβλίων “Τα τραμάκια”. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1965 με το μυθιστόρημα “Οι μικροί μας άγγελοι” και ακολούθησαν οκτώ ακόμη βιβλία με διηγήματα και μυθιστορήματα. Εμπειρικός θιασώτης και τεχνίτης της γλώσσας, ιδιαίτερα εκείνης των λαϊκών ανθρώπων, αφιέρωσε 40 χρόνια από τη ζωή του για τη συγγραφή του Λεξικού.
Το αλιεύσαμε από το διαδίκτυο με πηγή το ΑΠΕ/Β. Χαρισοπούλου
Πηγή: pancreta