Βιβλία που διαβάστηκαν και συζητήθηκαν στον Λογοτεχνικό κύκλο Ηρακλείου
Γράφει η Γεωργία Καρβουνάκη
«Θρησκεία για άθεους», Αλαίν Ντε Μποτόν, Εκδόσεις Πατάκη, 329 σελ.
Ο Αλαίν Ντε Μποτόν, συγγραφέας και καθηγητής Φιλοσοφίας, γεννήθηκε στη Ζυρίχη και ζει στο Λονδίνο. Είναι ιδρυτής των The School of Life, ενώ διευθύνει την ομώνυμη σειρά βιβλίων, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη.
Τον συγγραφέα πρωτογνώρισα από τη Μικρή φιλοσοφία του έρωτα και σκέφτηκα ότι είναι ξεχωριστός. Το βιβλίο, χαρακτηρισμένο ως μυθιστόρημα, διέφερε από όποιο άλλο ερωτικό του είδους είχα διαβάσει. Περιέγραφε τη σχέση ενός ζευγαριού από τη στιγμή της τυχαίας γνωριμίας τους, αποτέλεσμα μιας σειράς συμπτώσεων, μέχρι το τέλος της, εξετάζοντάς την μέσα από τις διάφορες πτυχές της.
Μοναδική, επίσης, είναι η καταγραφή της εμπειρίας του να διαμείνει επί μια εβδομάδα στο αεροδρόμιο του Χήθροου, προσκεκλημένος της διεύθυνσης, όπου μέσα από την προσεκτική του παρατήρηση μας εισάγει στα άδυτα του τεράστιου αυτού δημόσιου χώρου και συγχρόνως μας δίνει μια γεύση από τις μικρές καθημερινές ιστορίες που αφορούν στους εργαζόμενους και στους ταξιδιώτες, στο βιβλίο του Μια βδομάδα στο αεροδρόμιο.
Οι συχνές αναφορές του στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και τους εκπροσώπους της -δηλώνει, μάλιστα, οπαδός του Επίκουρου- αλλά και σε νεότερα φιλοσοφικά ρεύματα, δίνουν ένα ξεχωριστό ύφος στα κείμενά του, είτε πρόκειται για ερωτικές ιστορίες, είτε για δοκίμια όπως Η παρηγορία της φιλοσοφίας, που στόχο έχουν να ανακουφίσουν τον άνθρωπο από τους καθημερινούς πόνους του.
Αν και του καταλογίζεται μια επιφανειακή προσέγγιση της Φιλοσοφίας, ο παιγνιώδης, τολμηρά εκλαϊκευμένος τρόπος με τον οποίο τη χειρίζεται αποτελεί τον κύριο παράγοντα της απήχησής του στο ευρύ κοινό.
Η συναισθηματική αστάθεια της παιδικής του ηλικίας, που οφειλόταν στη δύσκολη σχέση με τον πατέρα του, τον ώθησαν, σύμφωνα με τον ίδιο, στη συγγραφή, που υπήρξε ένας παράγοντας ισορροπίας και αρμονίας και αποτέλεσε τρόπο αυτοθεραπείας για τον τραυματισμένο ψυχικό του κόσμο.
Άλλα γνωστά βιβλία του είναι Πώς ο Προυστ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου, Η αρχιτεκτονική της ευτυχίας, Οι χαρές και τα δεινά της εργασίας, Πώς να σκεφτόμαστε περισσότερο το σεξ, Η τέχνη ως θεραπεία.
Το δοκίμιό του Θρησκεία για άθεους, που κυκλοφόρησε το 2012, αναλύουμε στη συνέχεια.
Από μια πρώτη ματιά, βλέπουμε την αντίφαση στον τίτλο του. Έχουν οι άθεοι θρησκεία; Μοιάζει ειρωνικό να τους «φορτώνουμε» αυτό για το οποίο χρειάστηκαν αιώνες να αποτινάξουν από πάνω τους: την εξουσία ενός όντος αόρατου, την ύπαρξη του οποίου απορρίπτουν τεκμηριωμένα.
Σε λίγο περισσότερες από 300 σελίδες, με λόγο απλό, υπεραπλουστευμένο θα έλεγα, μας εκθέτει το προϊόν της έρευνάς του στα βασικά σημεία των πιο διαδεδομένων θρησκειών στον κόσμο, τα οποία, κατά τη γνώμη του, εάν εφαρμοστούν θα κάνουν τη ζωή μας απείρως ευτυχέστερη και τον κόσμο μας καλύτερο.
Χωρίς να πρεσβεύει μια επιστροφή στη θρησκευτικότητα, προτείνει απλά την υιοθέτηση ορισμένων από τα καλύτερα σημεία των θρησκειών ώστε να ενισχυθεί η ηθική μας πλευρά προς όφελος της εύρυθμης λειτουργίας της κοινωνίας.
Αν και άθεος ο ίδιος, δηλώνει ότι «…οι θρησκείες είναι χορογράφοι των πνευματικών ή των ψυχολογικών στιγμών, ενώ συνολικά οι άθεοι δεν υπήρξαν χορογράφοι σε τίποτε. Νομίζω ότι η ιδιοφυΐα των θρησκειών συνίσταται στο ότι δομούν την εσωτερική ζωή…»
Το βιβλίο χωρίζεται σε δέκα κεφάλαια, κάθε ένα από τα οποία ασχολείται με έναν διαφορετικό τομέα του εγκόσμιου βίου μας. Στο πρώτο, το εισαγωγικό του σημείωμα, δηλώνει την πίστη του στο ότι καμία θρησκεία δεν είναι αληθινή υπό οποιαδήποτε θεόσταλτη έννοια, ορίζοντας έτσι τη θέση του πάνω στο θέμα, για να μην παρεξηγηθεί από τους άθεους. Τονίζει ότι, αν και πέρασε μια φάση αμφιβολίας ως προς αυτό, ουδέποτε άλλαξε άποψη σχετικά με τη μη ύπαρξη του θεού, αλλά θεώρησε χρήσιμο να εμπλακεί κάποιος με τη θρησκεία, χωρίς δογματικές δεσμεύσεις. Αποδομεί τις θρησκείες και αξιοποιεί τα χαρακτηριστικά τους, με στόχο όχι τη δικαίωσή τους στα μάτια ένθεων και άθεων, αλλά την εφαρμογή των χαρακτηριστικών αυτών στη ζωή μας για να τη βελτιώσουν.
Τα βασικά σημεία του βιβλίου, με τον τρόπο που τα έχει κατηγοριοποιήσει ο ίδιος ο συγγραφέας, είναι τα παρακάτω:
Κοινωνική αλληλεγγύη.
Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει μέσα στους ναούς, όπου οι άνθρωποι έρχονται σε επαφή ο ένας με τον άλλον χωρίς να παρεξηγηθούν για υστεροβουλία, στην κοινωνία επικρατεί μια τάση απομάκρυνσης. Ένα ανομοιογενές σύνολο πιστών, χωρίς κανενός είδους ρατσιστική επιλογή, συνυπάρχει σαν εκκλησίασμα στον ίδιο χώρο και διδάσκεται από τον χριστιανισμό αγάπη και ευσπλαχνία προς τον πλησίον, πράγμα που η αυστηρή προσήλωση στον στενό οικογενειακό ή φιλικό πυρήνα δεν το επιτρέπει. Αυτό το άνοιγμα προς το ευρύτερο περιβάλλον μας, βοηθά στην εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων. Ως παράδειγμα μας δίνει το ότι μονάρχες και μεγιστάνες γονατίζουν και ταπεινώνονται εξίσου μπροστά στο άγαλμα ή την εικόνα ενός απλού ξυλουργού και πλένουν τα πόδια χωρικών. Με τον τρόπο αυτόν ενισχύεται η ικανότητα κατανόησης του πόνου του πλησίον μας, το μοίρασμα των φόβων μας και η μετατροπή των αγνώστων ανθρώπων σε φίλους μας. Τέτοιοι χώροι και τελετουργικά λείπουν από την κοσμική κοινωνία.
Στα εστιατόρια, για παράδειγμα, θεωρείται αδιανόητο ότι θα καθίσεις στο ίδιο τραπέζι με μια άγνωστη παρέα ανθρώπων. Με οδηγό τα κοινά γεύματα στις τελετουργίες της χριστιανικής και ιουδαϊκής θρησκείας, καθώς και το ότι κάποιες θρησκείες πρεσβεύουν ότι η ηθική εκπαίδευση ευνοείται κατά την ώρα της λήψης τροφής, θα μπορούσε να είναι οργανωμένα με τέτοιο τρόπο, που να ενισχύσουν την επικοινωνία με τους γύρω μας στο βαθμό που είναι απαραίτητο για να ενισχυθούν και τα αισθήματα φιλαλληλίας. Στα εστιατόρια αυτά, αντί των συνήθων συζητήσεων, που στοχεύουν στο να προβληθεί το κοινωνικό μας στάτους, οι συζητήσεις θα μπορούσαν να περιστρέφονται γύρω από θέματα πιο εσωτερικά, όπου η αναγνώριση του άλλου ως ανθρώπου με αδυναμίες και ανησυχίες, θα έκανε τον φόβο μας γι αυτόν να υποχωρήσει. Όλοι οι άνθρωποι, ανεξάρτητα από χρώμα, θρησκεία, κοινωνικοοικονομική κατάσταση θα έρχονταν πιο κοντά.
Στο κομμάτι της κοινωνικής αλληλεγγύης ανήκει και η ανάγκη μας να απολογηθούμε αλλά και να συγχωρήσουμε όποιον μας έχει βλάψει, κλείνοντας έτσι κεφάλαια της ζωής μας που διαιωνίζουν τραύματα. Η ημέρα εξιλέωσης της Ιουδαϊκής θρησκείας είναι κάτι που θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην καθημερινότητά μας.
Προτείνει, επίσης, τον εναλλακτικό τρόπο συμπεριφοράς κάποιες ημέρες του χρόνου, στα πρότυπα της «Ημέρας των τρελών» του μεσαιωνικού χριστιανισμού, για να αναγνωρίσουμε το καλό και σωστό μέσα από τα αντίθετά του, καθώς και τις τελετές Μπαρ Μίτσβα και τα εβραϊκά τελετουργικά που σχετίζονται με τον θάνατο προσφιλούς προσώπου, για τόνωση της κοινωνικοποίησης.
Καλοσύνη.
Η τάση στη σύγχρονη κοινωνία είναι να φερόμαστε εντελώς εγωιστικά. Διδασκόμαστε να ζούμε μια ζωή στην οποία δεν αντιμετωπίζουμε με καλοσύνη τους γύρω μας. Κύρια επιδίωξή μας είναι να παραβλέπουμε την ηθική κριτική, στο όνομα της ελευθερίας μας. Ο δυτικός τρόπος σκέψης, συμπυκνωμένος στη ρήση του Τζον Στιούαρτ Μιλ του 1859:
«Ο μόνος λόγος που η εξουσία έχει δικαίωμα να ασκείται σε οποιοδήποτε μέλος μιας πολιτισμένης κοινότητας, ενάντια στη θέλησή του, είναι για να αποτρέπει τη ζημία των άλλων.»
Ο νόμος της εγκόσμιας κοινωνίας διαχωρίζεται από την προσωπική ηθική. Το κράτος, σε αντίθεση με τις θρησκείες, δεν θέτει άλλα όρια στον άνθρωπο. Ωστόσο αυτές, με μια σειρά νόμων, θέτουν τα δικά τους όρια, σύμφωνα με τα οποία ρυθμίζεται η όλη μας συμπεριφορά τόσο προς την οικογένειά μας, όπου μπορούμε να βρούμε και συστάσεις έως και ως προς τη συχνότητα των συζυγικών σεξουαλικών επαφών μας, αλλά και ως προς τους συναδέλφους μας, τους αγνώστους, αλλά και τα ζώα μας.
Στις σύγχρονες κοινωνίες, όπου η ελευθερία αποτελεί εμμονή εν ονόματι των αρχών του Διαφωτισμού, η καλοσύνη και η ευγένεια δεν διδάσκονται. Ακόμη και μέσα στον γάμο μας, που ξεκινά με τις καλύτερες προοπτικές ευτυχίας και ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου, όπως προβλέπει ευφυώς η θρησκεία για να διευκολύνει τη διατήρηση της καλοσύνης μας απέναντι στον σύντροφό μας, σύντομα παύουμε να είμαστε ευγενικοί προς τον άνθρωπο τον οποίο επιλέξαμε να περάσουμε μαζί του τη ζωή μας.
Η θρησκευτική ηθική επιβάλλει πλήθος κανόνων που έχουν σκοπό να μας αποτρέψουν από μια σειρά λαθών, στα οποία υποπίπτουμε, μιας και δε μπορούμε πάντα με επιτυχία να ξεπεράσουμε τους διάφορους πειρασμούς της καθημερινής μας ζωής.
Η συνείδηση που μας καλλιεργεί η θρησκεία είναι ότι, ως απόγονοι του αμαρτωλού Αδάμ, είμαστε πλάσματα ατελή και αμαρτωλά εκ γενετής και άρα ανίκανα να αντισταθούμε στη φαυλότητα. Αντίθετα, οι διαφωτιστές μας εμφύσησαν την ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως καλός. Αυτό δημιουργεί πλήθος ενοχών όταν δεν αποδεικνυόμαστε αντάξιοι της φύσης μας.
Το ηθικό πλαίσιο νόμων που έχουν θέσει οι θρησκείες, μπορεί να χαλιναγωγήσει μερικώς τα πάθη μας και να μας στρέψει προς τις αρετές εκείνες που βοηθούν την καλή επικοινωνία και συμβίωση με τους συνανθρώπους μας. Παράλληλα, με τις μορφές των αγίων μας δίνει πρότυπα καλοσύνης και ηθικής για μίμηση και παραδειγματισμό.
Εκπαίδευση
Εδώ ο συγγραφέας επικεντρώνεται κυρίως στο ότι οι θρησκείες, με τη μέθοδο της επανάληψης σε τακτά χρονικά διαστήματα, η οποία βοηθά στην εμβάθυνση στις ιστορίες των ιερών βιβλίων, κατορθώνουν να μας κάνουν να αφομοιώσουμε το περιεχόμενό τους και να επιτύχουμε την ηθική τελείωση στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό. Το πρόγραμμα εορτών της χριστιανικής θρησκείας μας εξαναγκάζει κατά κάποιο τρόπο να διαβάζουμε συγκεκριμένα εδάφια, με αποτέλεσμα να τα εμπεδώνουμε καλύτερα. Παράλληλα, το να υπάρχει μια αλληλεπίδραση με το υπόλοιπο εκκλησίασμα αλλά και το όλο τελετουργικό, όπου κατά περίπτωση ακούμε μουσική ή μια χορωδία, είναι μελετημένο ώστε να αφομοιώνουμε καλύτερα. Η προσεγμένη δε εμφάνιση των ιερών βιβλίων υπογραμμίζει την πνευματική και ηθική τους σημασία. Δεν έχει νόημα, κατά τον Αλαίν Ντε Μποτόν, το να διαβάζουμε πλήθος βιβλίων, βλέποντας τελείως επιφανειακά το περιεχόμενό τους, όσο το να εμβαθύνουμε σε λίγα και μεγαλύτερης ηθικής αξίας βιβλία.
Οι διάφορες θρησκευτικές τελετουργίες κάποιων θρησκειών όπως ο Βουδισμός ή ο Ιουδαϊσμός αλλά και δραστηριότες όπως το περπάτημα, ο διαλογισμός, η ανθοδετική ή η τελετή του τσαγιού, λειτουργούν ως πνευματικές ασκήσεις που ενδυναμώνουν μέσα από τη σωματική άσκηση/δραστηριότητα τη μεταστροφή μας προς σκέψεις και συμπεριφορές που μας κάνουν ενάρετους. Η καταστολή του άγχους μας επιτυγχάνεται μέσα από συγκεκριμένη διαδικασία, όπου μας υπαγορεύεται η στάση του σώματος, το τι πρέπει να πούμε, τι να φάμε, τι να σκεφτούμε.
Βασική προϋπόθεση να κυριαρχήσουμε στο εγώ μας μέσα από ασκήσεις που εκτελεί το σώμα μας.
Η πρόταση του συγγραφέα είναι να οργανωθούν με τέτοιο τρόπο τα σύγχρονα κοσμικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, ώστε να διδάσκουν την τέχνη της ζωής. Το διάβασμα θα πρέπει να υπηρετεί κάποιο συγκεκριμένο στόχο, το να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Αυτό θα το πετύχει με μεθόδους που θα αντιγράψει από τις θρησκείες.
Τρυφερότητα
Η ανάγκη του ανθρώπου για παρηγοριά καλύπτεται στους ναούς από τις γυναικείες, κυρίως, φιγούρες με το τρυφερό, παρηγορητικό βλέμμα, που απαλύνει τους πόνους που δημιουργεί η καθημερινότητα, που για πολλούς είναι πολύ σκληρή. Η επιστροφή στην παιδικότητά μας, την οποία οι άθεοι βλέπουν με σκεπτικισμό, ενισχύεται από τις μητρικές φιγούρες που μας προσφέρουν τη στοργή που είναι απαραίτητη για να δούμε τον εαυτό μας με περισσότερη επιείκεια, αναγνωρίζοντας τις αδυναμίες του ως κάτι που είναι απόλυτα δεμένο με τη φύση μας.
Απαισιοδοξία
Στο κεφάλαιο αυτό ο συγγραφέας προτείνει μια πιο απαισιόδοξη στάση απέναντι στην καθημερινότητα. Θεωρεί την υπέρμετρη αισιοδοξία ως αίτιο της απογοήτευσης που μας καταλαμβάνει όταν η ζοφερή πραγματικότητα απέχει από το μέγεθος των φιλοδοξιών μας. Εκθειάζει τον Γάλλο χριστιανό πεσιμιστή φιλόσοφο Πασκάλ ο οποίος, μέσα από το έργο του, μας προσγειώνει στα πραγματικά μας δεδομένα και μας επαναφέρει εκεί όπου πραγματικά βρισκόμαστε. Η μάστιγα του σύγχρονου πολιτισμού θεωρεί ότι είναι η αισιοδοξία που μας καλλιεργείται από την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας, που όμως δεν βελτίωσαν τις συνθήκες της ζωής μας αφού, παρά τις ανέσεις, εξακολουθούμε να είμαστε εκτεθειμένοι σε πλήθος ατυχημάτων αλλά και συναισθηματικών απογοητεύσεων. Καλύτερη, ευτυχέστερη ζωή, μας περιμένει κατά τον χριστιανισμό, μετά θάνατον.
Προοπτική
Ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί εαυτόν υπεράνθρωπο και δεν έχει συνειδητοποιήσει την ασημαντότητα και, τελικά, την ανυπαρξία του μπροστά στο σύμπαν. Υπάρχουν δυνάμεις στη φύση που μας υπερβαίνουν και στη λογική αυτή έρχεται η θρησκεία να μας βοηθήσει να τοποθετηθούμε σωστά απέναντί τους. Έχουμε την τάση να προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε την ταπείνωσή μας απέναντι στα παθήματά μας από αυτό που δε μπορούμε να εξουσιάσουμε, θεωρώντας τον εαυτό μας σπουδαίο ενώ, αν συνειδητοποιήσουμε την ασημαντότητά μας, θα αισθανθούμε ανακούφιση.
Τέχνη
Όπως η συμμετοχή στις εκκλησιαστικές τελετές μας δημιουργεί συναισθήματα επικοινωνίας με το υπόλοιπο εκκλησίασμα και μας κάνει να αισθανόμαστε καλύτεροι άνθρωποι, το ίδιο συμβαίνει όταν βγαίνουμε από ένα μουσείο. Μόνο που τα μουσεία δεν φροντίζουν με τον ίδιο τρόπο να καλύψουν τις ψυχικές μας ανάγκες. Κι ενώ μας δίνουν άπειρες πληροφορίες σχετικά με τα έργα, τους καλλιτέχνες, το πιθανό παρασκήνιο που αφορά στο έργο, δεν μας ταράζουν τη ράθυμη φαντασία μας ώστε να μας δημιουργήσουν προβληματισμό. Η «αισθητηριακή παρουσίαση ιδεών», όπως είναι ο όρος που χρησιμοποίησε ο Χέγκελ για την τέχνη, δεν επιτυγχάνεται. Η εκκλησία, όμως, καθιστά σαφές ότι χρησιμοποιεί την τέχνη της ως προπαγάνδα, για να περάσει στους πιστούς συγκεκριμένες απόψεις, αυτές που η ψυχή μας έχει ανάγκη για να λειτουργήσει εύρυθμα. Απεικονίζοντας, για παράδειγμα, τον πόνο του Ιησού πάνω στο σταυρό, μας διεγείρει τα αισθήματα αλληλεγγύης και συμπόνοιας και μας απαλλάσσει από την αίσθηση ότι ειδικά εμείς έχουμε υποφέρει πολύ, δείχνοντάς μας κάποιον που υπέφερε περισσότερο. Μας ωθεί να ενδιαφερθούμε για τον πόνο του άλλου, παραβλέποντας το εγώ μας. Μαθαίνουμε να ταυτιζόμαστε με όποιον υποφέρει και να συνειδητοποιούμε το φθαρτό της ύπαρξής μας.
Όλα αυτά τα κατανοούμε μόνο αν δούμε την εκκλησιαστική τέχνη από τη σωστή οπτική γωνία.
Ευθύνη φέρουν και οι καλλιτέχνες που, αν είναι καλοί, καταφέρνουν να απεικονίσουν επιτυχημένα τις ηθικές και ψυχολογικές αλήθειες που η καθημερινότητα μας αναγκάζει να παραβλέπουμε. Στόχος τους θα πρέπει να είναι να βρουν τρόπο να μας κάνουν δεκτικούς προς τις μεγάλες ιδέες.
Ο χριστιανισμός, έχοντας καθορίσει μια συγκεκριμένη τυπολογία στο εικονογραφικό πρόγραμμα των ναών, καταφέρνει να μας αποσπάσει την προσοχή και να τη στρέψει προς αυτό.
Αρχιτεκτονική
Κατά τον Καλβίνο, ο αισθητηριακός πλούτος των ναών, με την υπερβολή της διακόσμησής τους, διασπά την προσοχή του εκκλησιάσματος. Μετά τη σύνοδο του Τρέντο του 1563, εκδόθηκε θέσπισμα από τον Πάπα, ότι, αντίθετα, ο γλυπτός και ζωγραφικός διάκοσμος έπαιζαν ρόλο ζωτικής σημασίας, στο να εκπαιδεύεται ο κόσμος αλλά παράλληλα να του εντυπώνονται στο μυαλό τα άρθρα του δόγματος.
Στη λιτότητα που πρεσβεύει ο προτεσταντισμός απαντά ο καθολικισμός με τη θεωρία του νεοπλατωνικού φιλοσόφου Πλωτίνου, ότι η ομορφιά που μας περιβάλλει μας υπενθυμίζει αρετές όπως η αγάπη, η εμπιστοσύνη, η ευφυΐα, η δικαιοσύνη, η καλοσύνη και μας βοηθά να γίνουμε κι εμείς ανάλογα καλοί.
Αντίθετα, η ασχήμια συνδέεται με το κακό το οποίο ασκεί αρνητική επιρροή πάνω μας.
Με το τέλος της πίστης εκλείπει και η ανάγκη κατασκευής ναών και δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι, κατά τον Μποτόν, που νοσταλγούν την ογκώδη εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Το μέγεθος και η μεγαλοπρέπειά της μας κάνουν να αισθανόμαστε λίγοι και ασήμαντοι, όπως συχνά και στην καθημερινότητά μας. Η συνειδητοποίηση αυτή μας οδηγεί προς τη σοφία.
Προτείνει, σε θεωρητικό επίπεδο και μόνον, να δημιουργηθεί ένα νέο είδος κοσμικής αρχιτεκτονικής που να απευθύνεται στους άθεους, με κτήρια αφιερωμένα σε αξίες που φθίνουν και πρέπει να ενισχυθούν, όπως ο Στοχασμός, η Προοπτική, το Πνεύμα, όπου τα σύγχρονα τάματα θα ήταν κέρινες αποτυπώσεις της αγωνίας ή της ανωριμότητάς μας.
Οργανισμοί
Ο τρόπος διακίνησης των ιδεών ήταν ανέκαθεν τα βιβλία. Αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως όπλο για να πληγεί και το κύρος του χριστιανισμού από τους σκεπτικιστές και τους άθεους. Βασιζόμενοι στις αρχές του ορθολογισμού, αμφισβητούσαν το μεταφυσικό των θαυμάτων στα οποία η θρησκεία επέβαλε στον κόσμο να πιστεύει, αν και ήταν παράλογα ως γεγονότα.
Όσα, όμως, βιβλία και αν γραφτούν κανένας δεν θα καταφέρει να πλήξει καίρια το κύρος της εκκλησίας, λόγω του ότι είναι ένας πολύ ισχυρός οργανισμός. Επιχειρήσεις-κολοσσοί ωχριούν μπροστά στη δύναμη και τη διεισδυτικότητά της, ακριβώς λόγω της οργάνωσής της. Η εκκλησία ως οργανισμός καταφέρνει να εξασφαλίσει υψηλά εισοδήματα με προνομιακή φορολογική μεταχείριση, προσθέτει κύρος στους συμμετέχοντες, ενώ η εταιρική ομοιομορφία που επιβάλλει στην εμφάνιση αυξάνει το αίσθημα ευθύνης των εταίρων και των εργαζομένων σε αυτήν αλλά και το κύρος τους απέναντι στο κοινό.
Επίλογος
Ως επίλογο θα μπορούσαμε να θέσουμε τα ίδια τα λόγια του συγγραφέα: «Θεωρώ πως η εκκοσμίκευση δεν είναι λανθασμένη, αλλά ότι συχνά πραγματοποιείται λανθασμένα, υπό την έννοια ότι στην πορεία απαλλαγής μας από ανέφικτες ιδέες, έχουμε εγκαταλείψει άδικα ορισμένα από τα πλέον χρήσιμα κι ελκυστικά στοιχεία των θρησκειών».
Βέβαια, είναι κάπως υπερβολικό να μελετηθούν από τον μέσο άνθρωπο όλες οι θρησκείες τόσο βαθιά ώστε να συλλάβει τις πραγματικά χρήσιμες σε πρακτικό επίπεδο θέσεις των δογμάτων. Ειδικά όταν πρόκειται για άθεους οι οποίοι εκ των πραγμάτων απορρίπτουν την ίδια την ύπαρξη των θρησκειών. Η προτροπή του δε για ανάγνωση μόνο πρακτικά «χρήσιμων» βιβλίων ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως γιατί η χρησιμότητα είναι συχνά υποκειμενική υπόθεση. Για τον περισσότερο κόσμο τα βιβλία που αφορούν στη θεωρία των θρησκειών δεν είναι η πρώτη επιλογή και ο καθένας αντλεί λύσεις για τα προβλήματα της καθημερινότητάς του από διαφορετικές πηγές.
Η Γεωργία Καρβουνάκη σπούδασε στη Σχολή ξεναγών Κρήτης και φοιτά στο ΕΑΠ. Ζει και εργάζεται στο Ηράκλειο Κρήτης.
Πηγή: fractalart.gr