«Ξέρω ότι όλες αυτές οι σκέψεις είναι ρομαντικές. Εδώ και τόσα χρόνια η ζωή μου είναι ρομαντική. Είναι ο ρομαντισμός του επαναστάτη που καλπάζει πάνω στο άλογό του. Ίσως είναι βασανιστικός, ίσως αιμοσταγής, ποιος ξέρει… Πού τρέχει ο έφιππος; Τις περισσότερες φορές στο θάνατο. Αλλά για μια ζωή πιο όμορφη, πιο δίκαιη, πιο γεμάτη, πιο βαθιά.»
Το παραπάνω, αποτελεί απόσπασμα από το μοναδικό μυθιστόρημα που έγραψε στη ζωή του ο ποιητής ΝαζίμΧικμέτ, και μάλιστα λίγο πριν από το θάνατό του στις 3 Ιουνίου 1963. Το εμβληματικό αυτό μυθιστόρημα τιτλοφορείται «Είναι όμορφη η ζωή, αδερφέ μου!» στην Ελλάδα, ενώ στην ΕΣΣΔ το μυθιστόρημα εκδόθηκε με τον τίτλο «Οι Ρομαντικοί».
Αυτοπροσωπογραφία του ΝαζίμΧικμέτ, παστέλ σε χαρτόνι, φυλακές Τσάνγκιρι, 1940
Μια ζωή, ένας αγώνας
Ο ποιητής ΝαζίμΧικμέτ, μια από τις σημαντικότερες μορφές της τούρκικης λογοτεχνίας του 20ου αιώνα, γεννήθηκε στηΘεσσαλονίκη στις 15 Ιανουαρίου 1902.Ο πατέρας του ΧικμέτΝαζίμ Μπέης, υπηρετούσε στο Υπουργείο Εξωτερικών και η μητέρα του, ΑϊσέΤζελιέΧανούμ, ήταν ζωγράφος.Ολοκλήρωσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη κι ύστερα γράφτηκε στη Ναυτική Σχολή Χάλκης.
Πέρασε πολλά χρόνια στη φυλακή για τις αριστερές του ιδέες και πέθανε εξόριστος στη Μόσχα όπου βρίσκεται ακόμα, παρόλη την επιθυμία που εξέφρασε μέσα από τους στίχους του να θαφτεί στη Μ. Ασία: «Θάψτε με στην Ανατολία./ Σ’ ένα κοιμητήρι χωριού./ Κι αν γίνεται ένα πλατάνι/ νά ‘ναι πάνω απ’ το κεφάλι μου./ Αυτό μου φτάνει».
Τα ονόματα των πόθων
Η ζωή ολόκληρη του Ναζίμ Χικμέτ είναι μια περιπέτεια, ένας αγώνας, παρόλα αυτά δεν έχασε ποτέ την αισιοδοξία του, αντιθέτως την χάριζε απλόχερα παντού.Αντί εκτενέστερης βιογραφίας, παραθέτω την προσωπική ματιά του ποιητή για τη ζωή του, όπως αποτυπώνεται σε ποίημα που έγραψε στο Ανατολικό Βερολίνο το 1962:
Γεννήθηκα στα 1902, δεν ξαναγύρισα στη γενέτειρά μου
δε θα ’θελα να ξαναγυρίσω.
Τριών χρονών, εγγονός του Πασά, βρισκόμουν στη Δαμασκό,
στα δεκαεννιά μου φοιτητής στη Μόσχα,
στα σαράντα εννιά πάλι στη Μόσχα
κι από τα δεκατέσσερά μου γράφω στίχους.
Άλλος ξέρει τα χόρτα ένα προς ένα,
άλλος ξέρει τα είδη όλων των ψαριών,
εγώ έμαθα κάθε είδος χωρισμού.
Άλλος γνωρίζει απ’ έξω όλα τα ονόματα των άστρων,
Εγώ έμαθα όλα τα ονόματα των πόθων
κι όχι μόνο τα ονόματα.
Κοιμήθηκα σε φυλακές και σε ξενοδοχεία μεγάλα
πείνασα, στη φυλακή έκαμα απεργία πείνας
και, θαρρώ, δεν υπάρχει φαγητό
που να μην το ’χω δοκιμάσει.
Στα τριάντα μου θέλησαν να με κρεμάσουν,
στα σαράντα οχτώ μου μού ’δωσαν το Βραβείο Ειρήνης,
στα τριάνταέξι μου πέρασα έξι μήνες
σ’ ένα κελί από μπετόν τεσσάρων μέτρων.
Στα πενηνταεννιά μου πέταξα σε δεκαοχτώ ώρες
από την Πράγα στην Αβάνα.
Τον Λένιν, όχι, δεν τον είδα,
μα στα 1924στάθηκα φρουρός πλάι στο φέρετρό του
κ’ η επίσκεψή μου, στα 1961, στο Μαυσωλείο του, γράφτηκε στα βιβλία.
Θελήσανε να με πετάξουν απ’ το κόμμα,
μα δεν το πέτυχαν, και δε συντρίφτηκα κάτω
απ’ τα είδωλα που γκρεμίζονταν.
Ο προασπιστής της ελπίδας και της ειρήνης
Ο «Ρομαντικός Επαναστάτης», όπως χαρακτηρίστηκε από την κριτική, ύμνησε μέσα από το έργο του τον κοινωνικό αγώνα των ανθρώπων για ελευθερία και ισότητα, ειρήνη και αλληλεγγύη. Με την ίδια ορμή όμως ύμνησε και τον έρωτα και τους ανθρώπινους πόθους.Τα έργα του, λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων, βρίσκονταν στο στόχαστρο του τουρκικού κρατικού μηχανισμού, ο οποίος λογόκρινε κάθε γραπτό, κάθε λόγο και κάθε πράξη του. Ακόμα και μέσα στη φυλακή κατάφερε να εμφυσήσει όμως ελπίδα καθώς, κατά τη διάρκεια της έκτισης της ποινής, μεταμόρφωσε του τον χώρο των φυλακών σε σχολείο και εργαστήρι τεχνών. Λέγεται ότι την αγάπη του για τη ζωγραφική την κληρονόμησε από την μητέρα του. Το πάθος του αυτό ήρθε στο προσκήνιο για πρώτη φορά στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης με αποκορύφωση τα σχέδια που έκανε στις φυλακές του Τσάνγκιρι, με σκηνές από το εσωτερικό των φυλακών, πορτραίτα των φυλακισμένων και πολλές αυτοπροσωπογραφίες.
Έργο του ΝαζίμΧικμέτ, Στις φυλακές της Προύσας, λάδι σε κοντραπλακέ, 1946.
Το έργο του
Στην Ελλάδα τον γνωρίζουμε μέσα από τις μεταφράσεις του Γιάννη Ρίτσου και τις μελοποιήσεις του Μάνου Λοΐζου και του Θάνου Μικρούτσικου. Με το άκουσμα του ονόματός του όλοι σκεφτόμαστε αυτούς τους υπέροχους, γεμάτους ελπίδα στίχους:
Η πιο όμορφη θάλασσα
είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει
Τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα
Τις πιο όμορφες μέρες μας
δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα
Κι αυτό που θέλω να σου πω
το πιο όμορφο απ’ όλα,
δε στο `χω πει ακόμα.
Χειριζόταν έξοχα την γλώσσα και ήταν σπουδαίος λυρικός ποιητής. Αν και τα πρώτα του ποιήματα γράφτηκαν με παραδοσιακό μέτρο, κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη Σοβιετική Ένωση, και με την επαφή του με το κίνημα του ρωσικού φουτουρισμού, άρχισε να γράφει σε ελεύθερο στίχο. Επηρεάστηκε κυρίως από το ΒλαντιμίρΜαγιακόφσκι. Χρησιμοποίησε στα έργα του πληθωρικές ποιητικές εικόνες με εντυπωσιακούς και απρόσμενους συσχετισμούς.
Κλείνω, με τα λόγια του και με μια πρόταση για την ταινία «Ο γαλανομάτης γίγαντας» της ΜπικέτΙλχάν, (2007) που βασίζεται στη ζωή αυτού τού μεγάλου ποιητή:
«Μα εμένα η ελπίδα πια δε μου φτάνει,
εγώ δε θέλω να ακούω πια τραγούδια,
θέλω να τραγουδήσω…»
Τζένη Τσουπαροπούλου
Πηγή: pancreta