Τι είναι η ζωή; Ένα ψέμα, μια αυταπάτη, μια χίμαιρα, μια σκιά. Στιγμή στου απείρου το χάος είναι απ' ότι φαίνεται μεγάλη. Γιατί η ζωή είν' ένα όνειρο, τι άλλο! Και τα όνειρα, είναι όνειρα του ονείρου.
Λόγια του Ισπανού δραματουργού και ποιητή του 17ου αιώνα Πέδρο Καλντερόν δε λα Μπάρκα από το θεατρικό έργο του «Η ζωή είναι όνειρο». Το αντέγραψα από το βιβλίο που διάβασα πρόσφατα και απηχεί τον ψυχισμό και την προσωπικότητα της γυναίκας που περιγράφει. Πρόκειται για το βιβλίο «Η μοναδική Μαρία Καζαρές» της Γαλλίδας συγγραφέα Ανν Πλανταζενέ που αφηγείται τη ζωή της σπουδαίας Ισπανογαλλίδας (ή Γαλλίδας με Ισπανική καταγωγή) ηθοποιού Μαρία Καζαρές. Η Μαρία ήταν Ισπανίδα, γεννημένη το 1922 στην Κορούνια της Ισπανίας. Ο πατέρας της, Σαντιάγο Κασάρες Κιρόγα, ήταν πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας. Πολλοί δημοκρατικοί τον θεωρούσαν ανίκανο και δειλό πολιτικό, ενώ οι εθνικιστές «εχθρό της ενωμένης μεγάλης και ελεύθερης Ισπανίας του Φράνκο».
Η Μαρία έφυγε με τη μητέρα της από την Ισπανία το 1936.
Αυτή είναι η Μαρία Βικτόρια Κασάρες Πέρεθ αλλά όλοι τη φωνάζουν Βιτολίνια, εκτός από τον πατέρα της που προτιμά το Βίτολα.
Είναι ξαπλωμένη σε ένα παγκάκι στο σιδηροδρομικό σταθμό του Περτύς στα ανατολικά Πυρηναία, με το κεφάλι στον μηρό της μητέρας της, φοράει ένα κοντό πανωφόρι με επένδυση και μποτίνια και γύρω από τα μαύρα της μαλλιά, πλεγμένα σε κοτσίδα, έχει δεμένη μια ανοιχτόχρωμη κορδέλα. Είναι ένα πρωί το Νοέμβρη του 1936, χαράματα. Παρά τα ζεστά και άριστης ποιότητας ρούχα τους, το κρύο πιρουνιάζει τα κόκαλα τους και στο τρένο από τη Βαρκελώνη που τις έφερε ως τα σύνορα δεν κοιμήθηκαν όλη νύχτα, αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος που το κορμί της μητέρας τινάζεται από σπασμούς, από συσπάσεις, κάνοντας κάθε τόσο το κεφάλι της Βιτολίνιας να δονείται. Η Γκλόρια Πέρεθ Κασάρες, στητή, με το όμορφο πορσελάνινο πρόσωπό της ανέκφραστο και τα μάτια της, διάφανου μπλε χρώματος, καρφωμένα σ' ένα σημείο που μονάχα εκείνη μπορεί να δει, κλαίει. Μοιάζει με εξόριστη Ρωσίδα πριγκίπισσα, με τα ξανθά λεπτά μαλλιά της, κομμένα σε κομψό καρέ, και τον σωρό από βαλίτσες από δέρμα χοίρου δίπλα της, με τη μοναχοκόρη της ξαπλωμένη πάνω της στα δεξιά της κι έναν νεαρό να έχει πάρει την ίδια στάση στα αριστερά της. [...]
Η Βιτολίνια για πρώτη φορά βρίσκεται μακριά από την πατρίδα της την Ισπανία. Είναι τα πρώτα της λεπτά στη Γαλλία, σ' ένα μικροσκοπικό σιδηροδρομικό σταθμό όπου ένα μεγάφωνο μεταδίδει κατ' επανάληψη ένα τραγούδι του οποίου καταλαβαίνει κάποια λόγια από το ρεφραίν: Tout va très bien, Madame la Marquise. 1
Η Μαρία και η Γκλόρια, η μητέρα της, νόμιζαν ότι θα έφευγαν για λίγο διάστημα στη Γαλλία, ίσως για λίγους μήνες, ώσπου να φτιάξει η κατάσταση στη χώρα τους, πίστευαν ότι η ισπανική δημοκρατία είχε γερά θεμέλια και πολλούς υποστηρικτές. Αυτή δεν είναι η προσμονή όλων των προσφύγων, και τελικά η μοίρα τους να πεθαίνουν σε ξένο τόπο;
Οι χώρες που ο πατέρας της ισχυριζόταν πως ήταν φιλικές, ανάμεσά τους και το Λαϊκό μέτωπο του Λεόν Μπλουμ, ψήφισαν ένα σύμφωνο μη παρέμβασης και οι εθνικιστές προμηθεύονταν όπλα από τη Γερμανία. Η δημοκρατική Ισπανία εγκαταλελειμμένη στη μοίρα της. Η κόρη κι ο νεαρός είναι ξαπλωμένοι στο παγκάκι, σαν να αιωρούνται μερικά εκατοστά πάνω απ' το έδαφος, μονάχα της μητέρας τα πόδια πατάνε στο χώμα της Γαλλίας.
Έτσι περιγράφει συνοπτικά την ηρωίδα της η Πλανταζενέ:
Αν μονάχα ήταν ο πατέρας της εδώ... Ο πατέρας της ο Σαντιάγο Καζάρες Κιρόγα, που διετέλεσε πολλάκις υπουργός, ο τελευταίος πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου της δεύτερης ισπανικής Δημοκρατίας πριν από το πραξικόπημα του Φράνκο στις 18 Ιουλίου του 1936, κατηγορούμενος σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, την οποία η κόρη του δεν αποδέχεται, ότι αρνήθηκε να δώσει όπλα στους εργάτες, αδυνατώντας να διαχειριστεί την κατάσταση με την ανικανότητά του να ευθύνεται για την έναρξη του εμφυλίου. Ο πατέρας της που πέθανε εξόριστος, τέσσερα χρόνια μετά τη γυναίκα του του 1950, αποκηρυγμένος, αποδοκιμασμένος, τη χρονιά του Ορφέα. Ορφανή. Αυτός ο πόνος δεν θα υποχωρήσει ποτέ. Ο πατέρας της πέθανε στο δωμάτιο της, σ' εκείνο το δωμάτιο που του είχε παραχωρήσει στο τέλος, στο κρεβάτι της. Η Μαρία δεν φοβάται τα φαντάσματα. Από φαντάσματα είναι γεμάτα η Γαλικία και τα παραμύθια της παιδικής της ηλικίας, τα φαντάσματα αποτελούν μέρος της ζωής όπως ακριβώς και τα όνειρα, οι αναμνήσεις, οι τύψεις και ο θάνατος. Η Μαρία αποδέχεται πλήρως την παρουσία αυτών των άυλων σωμάτων, όπως αποδέχεται και τη ζωή με οτιδήποτε αυτή εμπεριέχει, χωρισμούς, στιγμές δόξας, πένθος [...] Ο Καμύ την ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον. Λέει πως η Μαρία διακατέχεται από το δαιμόνιο της ζωής. Τρώει σαν λύκος, γελάει εκκωφαντικά , είναι φλογερή στον έρωτα, κοιμάται βαριά, για ώρες, συνεχόμενα, ο ύπνος της είναι ανανεωτικός.
Η Μαρία έγινε σπουδαία ηθοποιός, διάσημη, φωτογραφίες της βρίσκονται σε όλα τα περιοδικά, γράφουν για τη νεαρή εξόριστη Ισπανίδα με τα πράσινα μάτια που θριάμβευσε στη Ντίαρντρη των θλίψεων2, την περιγράφουν να έχει ύψος 159 ή 161 ή ακόμα 156.
Έπαιξε στον κινηματογράφο σε ταινίες του Καρνέ, του Μπρεσσόν, του Κοκτό, στο πλευρό του Ζεράρ Φιλίπ ή του Ζαν Μαρσαί και άλλων. Διακρίθηκε ιδιαίτερα στο θέατρο, ιερό τέρας, τεράστια τραγωδό την αποκαλούσαν. Έμεινε στην ιστορία η ερμηνεία της στo ρόλο της Λαίδης Μάκβεθ που ανέβηκε στο φεστιβάλ της Αβινιόν το 1956 σε σκηνοθεσία του Ζαν Βιλάρ (Jean Vilar). Ο τύπος ήταν διθυραμβικός, σαν αναμμένη δάδα η φωνή της έγραφαν. Στα ημερολόγιά της είχε σημειώσει τη φράση «Η κόλαση είναι σκοτεινή» από το έργο, προφανώς μαρτυρώντας δικές της σκέψεις και ανησυχίες.
Το 1944 γνώρισε τον Αλμπέρ Καμύ. Ήταν μια αγάπη που κράτησε μέχρι το θάνατο του δεύτερου το 1960. Ο Καμύ ήταν παντρεμένος, απέκτησε παιδιά, ο έρωτάς τους ήταν κρυφός, οι συναντήσεις τους αραιές, πέρασαν τέσσερα χρόνια χωριστά, αλλά ξανάσμιξαν. Γράφει στο ημερολόγιό της: «η αγάπη μας δεν έχει άλλο στήριγμα από την ίδια της την ύπαρξη, χωρίς σκοπό, χωρίς ελπίδα, χωρίς λόγο». Κι αλλού: «αν έχουμε αγαπήσει κάποιον κάποτε, τότε δεν είμαστε ποτέ πια μόνοι».
Στα τέλη του 1959 είχαν καιρό να σμίξουν. Θα ξανανταμώνανε το Γενάρη, έτσι είχαν σκοπό. Θα φορέσει το μαύρο αδιάβροχο και το καπελάκι που μόλις αγόρασε εκ μέρους του Αλμπέρ, πρώιμα χριστουγεννιάτικα δώρα.
Όμως εκείνη η συνάντηση του Γενάρη δεν έγινε ποτέ.
Αναρωτιόταν παλαιότερα σ' ένα γράμμα της η Μαρία: Ακόμη κι ο θάνατος είναι άραγε ικανός να μας χωρίσει; Κι εκείνος της απαντούσε: Όχι, ο θάνατος δε χωρίζει, απλά ανακατεύει λίγο περισσότερο στον άνεμο τη στάχτη των σωμάτων που είχαν ενωθεί ήδη ως τα βάθη της ψυχής τους.
Η Μαρία δεν είναι απ' τις γυναίκες που τις παντρεύονται. Είναι η μνηστή των νεκρών, η σκοτεινή βασίλισσα, η λαίδη Καμία. Τακτοποίησε τα γράμματα του Αλμπέρ σε ένα σεντούκι, τα γράμματα που της έστελνε εκείνος και τα γράμματα που του έγραφε αυτή, τα οποία ο Ρενέ Σαρ ανέβηκε και τα πήρε από την γκαρσονιέρα της οδού Σαναλέιγ με το που πληροφορήθηκε το φρικτό μαντάτο και της τα πήγε στην οδό Βοζιράρ για να μην πέσουν σε ξένα χέρια. Όλα τα γράμματα που αντάλλασσαν επί δεκάξι ολόκληρα χρόνια. Με το τελευταίο να φτάνει στα χέρια της την επομένη του θανάτου του.
Περνούν πολλά ονόματα μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, ονόματα που πέρασαν από τη ζωή της Μαρία Καζαρές. Ας αναφέρω μερικά, για πολλά από τα οποία δίνει ενδιαφέρουσες συμπληρωματικές πληροφορίες ο μεταφραστής Γιάννης Στρίγκος: Μάριος Πράσινος, ζωγράφος και χαράκτης με επιρροές από τον σουρεαλισμό, γεννημένος από Έλληνες γονείς, ο συνθέτης Μορίς Ζαρ, ο Ζεράρ Φιλίπ, ο Αντρέ Ζιντ, ο Ζαν Ζενέ, η Ανιές Βαρντά, ο Αντρέ Μαλρό, ο τσιγγάνος καλλιτέχνης του καμπαρέ Νταντέ ή Αντρέ Σλεσσέρ,4 που «χαμογελά σαν τον Πιερότο του φεγγαριού»3 και που υπήρξε φίλος και σύζυγός της και πολλοί άλλοι.
Η Μαρία Καζαρές πέθανε στο Λα Βερν στις 22 Νοεμβρίου του 1996, μια μέρα αφότου έκλεισε τα 74. Ο τάφος της βρίσκεται στο νεκροταφείο του Αλλού (Alloue) και το σπίτι της, το οποίο κληροδότησε στην κοινότητα, έχει γίνει τόπος δημιουργίας και διαμονής για ηθοποιούς του θεάτρου, σπίτι του ηθοποιού δηλαδή. Το 2010 έδωσαν το όνομά της στο ευρωπαϊκό τμήμα της Γαλλικής υπηρεσίας προσφύγων και Απάτριδων.
Δεν είχε απαρνηθεί ποτέ την Ισπανική ταυτότητα, είχε όμως δηλώσει ότι δεν θα πήγαινε στη γενέτειρα όσο ζούσε ο Φράνκο. Ήταν 19 Ιουλίου του 1976 όταν για πρώτη φορά επέστρεφε στην Ισπανία, είχε φύγει δεκατεσσάρων, επέστρεφε στα πενήντα τρία. Ο Φράνκο ήταν ήδη νεκρός από τις 20 Νοεμβρίου του 1975. Είχαν όμως περάσει πολλά χρόνια από το φευγιό της, παρά την υποδοχή και τις επιτυχίες, ένιωθε ξένη. Μόλις επέστρεψε στη Γαλλία, έκανε αίτηση για τη γαλλική υπηκοότητα. Έγραφε:
Θέλησα να παραμείνω Ισπανίδα όσο καιρό ήμουν πρόσφυγας έτσι ώστε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να μοιράζομαι με τους συμπατριώτες μου ένα κοινό πεπρωμένο όμως πάντα είχα στο νου μου πώς τη μέρα που θα μπορούσα να γυρίσω πίσω στην Ισπανία τότε θα γινόμουν Γαλλίδα Ακόμη και αν χρειαζόταν να εγκατασταθώ στην Ισπανία.
Νομίζω άξιζε η ανάγνωση του βιβλίου. Η Ανν Πλανταζενέ μελέτησε με προσοχή τα αρχεία της Καζαρές που της εμπιστεύτηκε η κόρη του Καμύ και που εκείνη τα είχε αποκτήσει από την ίδια την Καζαρές. Το βιβλίο που παρέδωσε ήταν μια περιήγηση όχι μόνο στη ζωή και τη δράση της Μαρία Καζαρές, αλλά και σε σημεία της ιστορίας, των κοινωνικών και πολιτικών γεγονότων και της κουλτούρας στην Ευρώπη του εικοστού αιώνα.
Πρέπει να σημειώσω επίσης την πολύ καλή μετάφραση και συνολική επιμέλεια με συμπληρωματικές πληροφορίες στις υποσημειώσεις από τον μεταφραστή Γιάννη Στρίγκο για πρόσωπα που αναφέρονται μέσα στο κείμενο, πρόσωπα του θεάτρου, του κινηματογράφου, της μουσικής.
Σημειώσεις
1 Όπως σημειώνει ο μεταφραστής, πρόκειται για το πολύ μεγάλη προπολεμική επιτυχία στη Γαλλία με τον τίτλο του γραμμένο από τον γνωστό σύνθετη της εποχής Πολ Μισρακί. Στους σατιρικούς στίχους ο μπάτλερ της μαρκησίας της ανακοινώνει όλες τις καταστροφές που τη βρήκαν κατά τη διάρκεια της απουσίας της, καθησυχάζοντας την όμως πάντα στο τέλος με τη φράση όλα βαίνουν πολύ καλώς κυρία...
2 Πρόκειται για το θεατρικό έργο με τον αγγλικό τίτλο "Deirdre of the Sorrows", γραμμένο το 1909, στο οποίο ο Ιρλανδός δραματουργός John Millington Synge αναπλάθει έναν παλιό κέλτικο μύθο.
3 Ο «Πιερότος του φεγγαριού» (ή «Φεγγαρίσιος Πιερότος» από το πρωτότυπο στα γαλλικά "Pierrot Lunaire") είναι το πρώτο ατονικό αριστούργημα του Άρνολντ Σένμπεργκ βασισμένο σε μια σειρά ποιημάτων του Βέλγου ποιητή Άλμπέρ Ζιρό (Albert Giraud). Όπως διαβάζουμε σε πρόγραμμα της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, στο έργο κυριαρχούν οι αντιφάσεις, ο Πιερότος είναι ήρωας και παλιάτσος, άνδρας που τον υποδύεται μια γυναίκα, τραγουδά και ταυτόχρονα μιλά για τον έρωτα, τη θρησκεία, τη βία, όλα όσα περιστοιχίζουν διαχρονικά τον άνθρωπο και τροφοδοτούν τη κάθε του πράξη. Αξεπέραστος πιερότος του φεγγαριού σε θεατρικές παραστάσεις υπήρξε ο διάσημος μίμος Μαρσέλ Μαρσό.
4 Ο André Schlesser, γνωστός ως Νταντέ (Dadé) ήταν τραγουδιστής, μίμος και καλλιτέχνης του καμπαρέ. Με τον Μαρκ Σεβαλιέ είχαν δημιουργήσει το ντουέτο Marc Et André.
Πηγή:
katerinatoraki.blogspot.com