Δέκα ερωτήσεις, περισσότερο αφορμές και σπινθήρες για μια άτυπη συζήτηση, αλλά και ψηλάφιση ενός προσώπου και μιας γραφής στο πέρασμα του χρόνου· ένα δούναι και λαβείν ανάμεσα σ’ έναν υποθετικό αναγνώστη κι έναν συγγραφέα. Σήμερα, ο Αχιλλέας Κυριακίδης απέναντι στο ερωτηματολόγιο ενός επίμονου, ενός ενεργού αναγνώστη.
• Γράφετε συνεχώς το ίδιο βιβλίο ή στο έργο σας εντοπίζετε τομές και ασυνέχειες;
Κάθε συγγραφέας έχει τις εμμονές του, πιεστικότερη από τις οποίες είναι η εμμονή να γράφει για τις εμμονές του. Αυτό που αλλάζει από μυθοπλασία σε μυθοπλασία (μια που με ρωτάτε ως διηγηματογράφο) έχει να κάνει όχι τόσο με το ίδιο το θέμα όσο με τους τρόπους με τους οποίους αυτό υπηρετείται, πάντα ως εκδοχές ενός είθε κατακτημένου και ευαναγνώριστου ύφους, αλλά και με τη θερμοκρασία του κειμένου – χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα δύο τελευταία μου βιβλία, όπου την εμπύρετα προσωπική νουβέλα «Σώμα» διαδέχονται μια σειρά διηγήματα εξίσου παιγνιώδη και αναίμακτα με τις μάχες στη σκακιέρα.
• Εκτός από τη λογοτεχνία, τι άλλο καθορίζει και φωτίζει το έργο σας…
Δεν υπεκφεύγω, αλλά «με τρώει» να σας παραπέμψω στον Ζιντ: «Η απάντηση είναι “ο Ανθρωπος”, όποια κι αν είναι η ερώτηση». Αν δεν διέθετα αυτήν την ασφαλή διέξοδο, θα προσέφευγα (πού άλλού;) στη μουσική.
• Υπάρχει κάποιο βιβλίο που βιαστήκατε να το παραδώσετε στον εκδότη σας και κάποιο άλλο που το απωθείτε, το «φοβάστε» μέχρι σήμερα…
Δεν εκδίδω τίποτα (που να μην έχει περάσει από το αυτοκριτικό μου ανατομείο και το διυλιστήριο του χρόνου), δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος.
• Τρεις τίτλοι βιβλίων που σας σφράγισαν, στο πέρασμα του χρόνου, εντός κι εκτός κειμένου…
«Η δίκη», «Μυθοπλασίες», «Εκατό χρόνια μοναξιά».
• Υπάρχουν αρνητικές κριτικές που σας βοήθησαν και θετικές που υπομειδιάσατε;
Αν σωστά διαγιγνώσκω μια χροιά ειρωνείας στο «υπομειδιάσατε» («Μα πού τα στηρίζει όλα αυτά τα εγκώμια ο κριτικός, αφού το βιβλίο μου δεν είναι τόσο καλό»), στοιχειώδης αυτοπροστασία μου επιβάλλει ν’ απαντήσω «όχι» στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος. Οσο για το πρώτο, με είχε εξοργίσει κάποτε, σε μια τραγική φάση της ζωής μου, το σημείωμα ενός εισέτι ενεργού κριτικού λογοτεχνίας (και φίλου!) ο οποίος, αφού εγκωμίασε το βιβλίο μου που είχε μόλις εκδοθεί, έκλεισε το κείμενό του με μια φαρμακερή βολή για το πρόσωπό μου.
• Υπάρχει κάποιος παλαιότερος και κάποιος νεότερος έλληνας συγγραφέας που σας έλκει η γραφή του…
Μ’ έχουν γοητεύσει, συναρπάσει και επηρεάσει όχι συγγραφείς, αλλά δεκάδες πεζά και ποιήματα – παλαιότερα και σύγχρονα, έως και πολύ σύγχρονα. Για να εξηγήσω αυτό που λέω, θα χρειαστεί να δώσω δύο παραδείγματα, αποφεύγοντας τον σκόπελο της εντοπιότητας και, με το δεύτερο, ξεφεύγοντας κι απ’ το στενό πλαίσιο της λογοτεχνίας: η αγάπη μου για τα ποιήματα του Μπόρχες υπολείπεται κατά πολύ εκείνης για τα πεζά και τα δοκίμιά του, ενώ, αντιθέτως, δεν υπάρχει ούτε ένα πλάνο του Ταρκόφσκι στο οποίο δεν υποκλίνομαι συγκινημένος.
• Σήμερα, υπάρχουν λογοτεχνικές συντροφιές που διαμορφώνουν το πνευματικό κλίμα της εποχής;
Οχι, γιατί το θρυλικό πατάρι έχει κατεδαφιστεί και ο τούρκικος καφές Λουμίδη έχει αντικατασταθεί από freddo espresso μέτριο.
• Για ποιον λόγο η παρουσία της ελληνικής λογοτεχνίας, εκτός συνόρων, είναι τόσο νωθρή και αποσπασματική...
Ζητάτε απάντηση από έναν συγγραφέα που μόλις φέτος, 45 χρόνια μετά την έκδοση του πρώτου του βιβλίου, ευτύχησε να τιμηθεί με την είδηση ότι ετοιμάζεται η πρώτη έκδοση μιας πλήρους συλλογής διηγημάτων του, μεταφρασμένης στα γαλλικά.
• Η πολιτική συγκυρία, εντός και εκτός της χώρας, αλλά και η γλώσσα και ο τρόπος της ενημέρωσης αγγίζουν το συγγραφικό εργαστήρι σας;
Δεν το αγγίζουν απλώς, πέφτουν κάθε μέρα πάνω του σαν μπάλα κατεδάφισης.
• Σας απασχολεί αν, μεταθανατίως, θα σας θυμούνται μέσα από το έργο σας…
Αν υπάρχει κάτι που δεν με απασχόλησε ποτέ είναι η υστεροφημία. Ισως γιατί με απασχολεί τόσο πολύ η ζωή, ώστε να μην προλαβαίνω ν’ αναλογιστώ τι θα σκέφτονται για μένα όταν τελειώσει.
Ο Αχ. Κυριακίδης (Κάιρο, 1946) είναι πεζογράφος, μεταφραστής, θεωρητικός του κινηματογράφου, σεναριογράφος, σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους.
Εχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (2004) και το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης (2006).
Τελευταίο του βιβλίο είναι η συλλογή διηγημάτων «Το μουσείο των τύψεων» (Πατάκης, 2018).
Πηγή: efsyn.gr