ΒΙΒΛΙΑ  παντός καιρού… της Νίκης Τρουλλινού - Ειδήσεις Pancreta

…γιατί το βιβλίο αγαπά τους αναγνώστες του και με ζέστη και με κρύο. Γιατί όλες οι εποχές είναι πιο όμορφες μ’ ένα βιβλίο στο χέρι. Και  οι δύσκολες μέρες, τότε που όλα έχουν έρθει ανάποδα, το βιβλίο, το Καλό Βιβλίο, απαλύνει τις δυσκολίες, φέρνει ανακούφιση και χαρά ζωής και απόλαυση. Και Γνώση. Και στη γνώση η ελπίδα βάζει τα γιορτινά της. Ή, απλούστερα: σας καλησπερίζουμε με μια νέα στήλη για το βιβλίο. Αναγνώσεις επιλογής της πεζογράφου Τρουλλινού Νίκης, παρουσιάσεις βιβλίων που έχουν θέση στα χέρια μας, στα ράφια μας. Δεν πρόκειται για κριτικές βιβλίων, η γράφουσα δεν υποδύεται την κριτικό, άλλα εργαλεία και άλλα προσόντα απαιτεί η βιβλιοκριτική. Εδώ απλώς απλώνουμε σκέψεις για βιβλία σε μια στιγμή που το βιβλίο, το καλό βιβλίο πρέπει να στηριχτεί. Το βιβλίο και ο κόσμος του. Γιατί, την ίδια στιγμή, το βιβλίο είναι res, πράγμα,  αγαθό, εμπόρευμα. Από την κίνησή του ζουν χιλιάδες άνθρωποι, εκατομμύρια σε όλον τον κόσμο. Από τον συγγραφέα ως τον εκδότη, από τον βιβλιοπώλη ως τον μεταφορέα, από τον μεταφραστή ως τον επιμελητή, από τον υπάλληλο της αλυσίδας ως τον δημοσιογράφο – το έχετε σκεφτεί; Και το βιβλίο δυσκολεύεται πια. Γιατί και πως είναι μεγάλη κουβέντα – δεν χωράει σε τούτη τη στήλη. Άλλωστε ευελπιστούμε όλοι στην αναμενόμενη επαναφορά της ενιαίας τιμής του βιβλίο, που αν μη τι άλλο, θα δώσει ανάσα στα μικρά βιβλιοπωλεία. Τέλος, μια καθαρή εξήγηση! Η στήλη δεν είναι διαφημιστική, η γράφουσα κατά το κέφι της λειτουργεί, όντας η ίδια μια φανατική και επί μακρόν αναγνώστρια. Έτερον ουδέν.

Και πώς να ξεκινήσουμε χωρίς το βιωματικό στοιχείο; Λοιπόν, τα βράδια   κλείνω τις σελίδες του βιβλίου, όποιο κι αν κρατώ, και λογαριάζομαι με το τοπίο. Το φέουδό του λογικά έπιανε όλα τούτα τα χωράφια μπροστά μου· Πενταμόδι και Πετροκέφαλο τα χωρίζει η κοίτη του παλιού χειμάρρου – ο Αγαδικός, άραγε;  Εδώ και ως το Κεραμούτσι κυνηγούσε, έτρεφε βόδια, καλλιεργούσαν οι δουλοπάροικοι τα χωράφια του, μάζευε τους φόρους για τους Βενετούς και την τσέπη του, την ‘’εντριτειά’’, το ένα τρίτο των εσόδων,   εμπορευόταν αυτός λάδια και κρασιά, αλλά και δούλους  στο λιμάνι του Χάνδακα, μάζευε το χρήμα για να το περιδρομιάσει με τις πολιτικές – τις πόρνες, δηλαδή. Μα και στα ζάρια δεν πήγε πίσω. Από τούτους τους δρόμους μπροστά μου, καθώς κοιτώ τα ριζά του Ψηλορείτη, έφευγε με το άλογο. Αμετανόητος και πεισμωμένος και ας έμεινε τουλάχιστον ένα χρόνο στη φυλακή των Βενετών. Μπορεί - γιατί όχι; - στα μετόχια του εδώ γύρω να έγραψε ένα μεγάλο μέρος από το έργο του. Τον λένε Στέφανο Σαχλίκη και είναι Κρητικός ποιητής. Και όχι απλώς ποιητής, μα ο πρώτος  που κάνει ’’ την πρώτη μετάβαση από τον ανομοιοκατάληκτο στον ομοιοκατάληκτο στίχο {…}  περιγράφοντας με ειλικρίνεια και ρεαλισμό, που φτάνουν στα όρια του κυνισμού, αλλά και με σατιρικό οίστρο και περιγραφική δύναμη τα διεφθαρμένα ήθη της κοινωνίας της εποχής του και ιδιαίτερα του υπόκοσμου της κρητικής πρωτεύουσας’’ ( Μανούσος Ι. Μανούσακας από τον πρόλογο του βιβλίου).   

Ο λόγος για μια εξαιρετική έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας – Μ.Ι.Ε.Τ. ‘’Στέφανος Σαχλίκης, Τα ποιήματα, χρηστική έκδοση με βάση και τα τρία χειρόγραφα’’. Συγγραφείς, Γιάννης Κ. Μαυρομάτης και ο αείμνηστος Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης. Επιτέλους, οι αναγνώστες, που δεν ανήκουμε στον χώρο των ερευνητών της Βενετοκρατίας στην Κρήτη αλλά και των λοιπών φιλολόγων, μπορούμε να απολαύσουμε αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο ποιητή και πρωτότυπο δημιουργό, που εισάγει την ομοιοκαταληξία στον ελληνικό στίχο. Και όχι μόνο. Το βιβλίο στέκεται λεπτομερώς στην εποχή του ποιητή ( 1331 – 1392) τη ζωή στον Χάνδακα των Βενετών, στην λαίλαπα της πανούκλας αλλά και της επανάστασης του Αγίου Τίτου, την ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας, τις θρησκευτικές ισορροπίες.

Ο Σαχλίκης με τον έκλυτο βίο, άσωτη νιότη, ζάρια, πόρνες και καβγάδες, έκανε στη φυλακή του Χάνδακα ένα χρόνο, κυνηγός μετά στο φέουδό του, στο Μαλεβίζι, (από το male vicino) χωρίς να ξεχνάμε την Μαλβαζία, κρασί που θα του έκανε παρέα μάλλον συχνά. Αλλά και δικηγόρος στον Χάνδακα. Αυτοβιογραφείται στο ποίημα ‘’ Αφήγησις Παράξενος’’  και οι στίχοι του φαίνεται πως γρήγορα περνούν από στόμα σε στόμα, ακόμα και τα παιδιά στους δρόμους του Χάνδακα ξέρουν να τους τραγουδούν, όπως μαρτυρεί ο ίδιος στιχουργώντας. Ο έρωτας του για την περίφημη πόρνη της πόλης, την χήρα Κουταγιώταινα, θα του ανοίξει το δρόμο στην παρέα με τις πόρνες, τους αλήτες, τα ζάρια, αλλά και τους ξυλοδαρμούς. Θα χάσει φίλους, θα θυμώσει με τους φύλακες, δέσμιος ο ίδιος, και θα μείνει στην Ιστορία της Λογοτεχνίας. Μια φανταστική (;) και πάντως οργιαστική συνέλευση των εύκολων γυναικών θα δώσει: ‘’Βουλή των πολιτικών’’ ( οι πόρνες της εποχής αποκαλούνταν πολιτικές ) ‘’Γκιόστρα των πολιτικών’’ και ‘’Το καταλόγιν της Πόθας’’. Πρωτότυπος και αθυρόστομος είναι ο δημιουργός του πρώτου ‘’πορνογραφήματος’’της ελληνικής λογοτεχνίας. Η οργιαστική συνέλευση των πορνών του Χάνδακα, ένα κοσμοπολίτικο φάσμα γυναικών, Λατίνες, Ελληνίδες και Τατάρες: η ‘’ Βουλή των πολιτικών’’ δεν φαίνεται να απέχει από την πραγματικότητα· οι εβδομήντα τόσες περίφημες και ονομαστικά αναφερόμενες πόρνες της πόλης (ανασύρονται και σε αρχεία), μαζεύονται, γλεντούν και αποφασίζουν να ζητήσουν από τον Δούκα χωράφι για το κοινόβιο που ιδρύουν. Το δε στιχούργημά του ‘’Το καταλόγιν της Πόθας’’, η Πόθα Τζουστουνιά θριαμβευτικά περιγράφεται στις ερωτικές της περιπέτειες και τα κατορθώματά της. Ούτε για τις φυλακές και τους φύλακες θα κρατήσει το στόμα του κλειστό: ‘’ Περί φυλακής’’, ‘’Περί φυλακατόρων’’. Για δε τους φίλους που μαζί του έτρωγαν και γλεντούσαν αλλά τον πρόδωσαν στα δύσκολα ( παλιά ‘’καλή’’ συνήθεια των κοινωνικών σχέσεων σε κάθε εποχή) θα τους τα ψάλλει ποιητικώ τω τρόπω : ‘’Περί φίλων’’. Τα έργα του βρέθηκαν σε συλλογές ελληνικών κωδίκων στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Νεάπολης και στα αρχεία της Ιατρικής Σχολής του Μονπελιέ. Οι γνώσεις μας δε για τον Σαχλίκη, ένα δικό μας και στην ελληνική γλώσσα και κρητική ιδιόλεκτο Φρανσουά Βιγιόν. Μόνο που ο ομότεχνος και ‘’αδελφός’’ στον έκλυτο βίο Φρανσουά Βιγιόν, ο γενάρχης των καταραμένων ποιητών, καταπώς έλεγε ο Ρεμπώ, έζησε και έγραψε τις μπαλάντες του στην Γαλλία ακριβώς έναν ολόκληρο αιώνα αργότερα (1431) και στα τριάντα δύο του χρόνια χάνονται τα ίχνη του.   

Τις  γνώσεις μας για τον Στέφανο Σαχλίκη τις οφείλουμε σε κορυφαίους  φιλόλογους ερευνητές, τον Μ.Ι. Μανούσακα, τον Νίκο Παναγιωτάκη,  τον Ολλανδό Άρνολντ Βαν Χέμερτ, τον Γιάννη Κ. Μαυρομάτη.

Το βιβλίο περιέχει ακόμη Γλωσσάριο, πίνακες, Βιβλιογραφία κλπ. κάνοντάς το έτσι ανεκτίμητο απόκτημα τόσο για τον ερευνητή αλλά και – τόσο σημαντικό το τελευταίο – για τον φιλοπερίεργο αναγνώστη. Πολύ δε περισσότερο όταν είναι κάτοικος της Κρήτης. Τέλος, για τους ακόμη πιο περίεργους αναγνώστες, ( είθε) το βιβλίο για τον Φρανσουά Βιγιόν. Αν και δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμη στο εμπόριο. 

Καλή ανάγνωση…


Πηγή: pancreta