Δυο νέοι, η Στεφανία κι ο Νικόλας, δίνουν χωρίς να το γνωρίζουν ΡΑΝΤΕΒΟΥ στο μετρό, με μουσική υπόκρουση «το δίχτυ» σε στίχους του γητευτή συναισθημάτων και εικόνων, ποιητή Νίκου Γκάτσου που έφυγε σαν σήμερα το 1992.
"Ο συρμός είναι παραγεμισμένος σε σημείο ασφυξίας. Όλοι βιάζονται να αναχωρήσουν και στριμώχνονται στα βαγόνια. Ακουμπούν μεταξύ τους, αγκομαχούν, στηρίζονται αναγκαστικά ο ένας στον επόμενο. Χαμηλώνει τα βλέφαρά της. Αναπνέει βαθιά μα ακόμα κι ο αέρας έχει κάτι πηχτό, δεν περνάει στα πνευμόνια της. Δίπλα της, η έγκυος κοπέλα με τη μαντήλα στα μαλλιά, δείχνει να ζορίζεται. Κοντεύει να πέσει. Μόνο τότε, σηκώνεται ένας νεαρός και της προσφέρει τη θέση του. Η κοπέλα τον κοιτά με τέτοια ευγνωμοσύνη που της φέρνει δάκρυα στα μάτια. Ουφ, Στεφανία. Πόσο ευσυγκίνητη...
Διαδοχικά ο κόσμος αραιώνει. Παίρνει επιτέλους ανάσες. Τρία μελαμψά παιδάκια χώνονται στο τρένο σαν λιλιπούτειοι σίφουνες. Το ένα κρατά ακορντεόν, το δεύτερο βιολί και το μικρότερο, ένα σκελετωμένο κοριτσάκι, χτυπάει πότε στα δάχτυλα και πότε στο γοφό του ένα ξεχαρβαλωμένο ντέφι. Με σπαστά ελληνικά αρχινούν το τραγούδι.
Αν κάποτε στα βρόχια του πιαστείς
κανείς δεν θα μπορέσει να σε βγάλει...
Μονάχος βρες την άκρη της κλωστής
κι αν είσαι τυχερός, ξεκίνα πάλι...
Α, παλιοσύμπαν το κάνεις επίτηδες! Τώρα θα κλάψει... Ψαχουλεύει στη τσέπη της για τα ρέστα από το καφέ. Τα ρίχνει στο ντέφι. Μερικοί, όχι πολλοί, τη μιμούνται. Τα κέρματα αναπηδούν και αφήνουν έναν καμπανιστό ήχο που συνοδεύει το ακορντεόν.
Η Στεφανία κατεβαίνει στην επόμενη στάση, λυπημένη που θα χάσει αυτή τη γλυκιά παρουσιάση. Η μουσική τους και οι παραφρασμένοι στίχοι συνθέτουν μια ασυνήθιστη αρμονία που ημερεύει την καρδιά της. Χαμογελαστή βγαίνει μαζί με κάμποσους άλλους που τρέχουν στο πλάι της. Τα παιδιά, συνεχίζοντας με ζέση το τραγούδι τους, απομακρύνονται στο βάθος του συρμού.
Έχε τα μάτια σου ανοιχτά βράδυ πρωί...
Ο Νικόλας πέταξε ένα κέρμα στο ντέφι. Ένας καφές λιγότερος, δε βαριέσαι... Τα πλασματάκια σου ράγιζαν τη ψυχή με τον τρόπο που τραγουδούσαν. Κρατούσε σφικτά, και με τα δυο του χέρια, τον μεταλλικό σωλήνα μπροστά του, μα το σώμα του έπαιρνε τη φορά του βαγονιού που διέσχιζε την Αθήνα αστραπιαία. Οι σταθμοί εναλλάσονταν με τις εικόνες που χάνονταν μέσα στο μαύρο των τούνελ. Το ακατάπαυστο τρίξιμο και το σύριγμα των τροχών στις ράγες δεν τον άφηνε να χαζέψει σήμερα. Η σκέψη του παρέμενε στους φίλους του. Έπινε ακόμα καφέ μαζί τους. Ο Ντίνος κι η Λίνα επέμεναν να βρεθούν κι ούτε που του πέρασε από το νου να αρνηθεί την παρέα τους. Ευκαιρία να έρθουν πιο κοντά μετά από όλη εκείνη την ανακατωσούρα που προηγήθηκε. Δεν ειπώθηκε τίποτα σχετικό. Ήταν φανερό πως κι οι ίδιοι ήθελαν να το αφήσουν πίσω τους. Αναστέναξε. Το κομμένο πρόσωπο της Λίνας δεν έλεγε να ξεκολλήσει από το μυαλό του. Θα τα καταφέρεις Λίνα... θα τα καταφέρεις. Θα τα καταφέρετε. Θα τα καταφέρουμε... "
ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ [απόσπασμα] • photography: Marcel Kolacek
Αφροδίτη Φραγκιαδουλάκη
Πηγή: