Συντάκτης: Χρήστος Σκυλλάκος
Πίσω από την μουσική, στίχοι σε μια ροή. Με τον Αλκαίο, την Νικολακοπούλου, τον Δούκα και τον Μάνο Ελευθερίου πανταχού παρόντες, στο πόστο των στίχων. Μια γενιά στιχουργών, – και με τον Δούκα να εισέρχεται δυναμικά -, που μας έχουν θέσει, μέσα από την δική τους προσωπική ματιά, την συλλογική σύγχρονη ιστορία.
Και έτσι βρίσκομαι στο στούντιο όπου γίνεται η μίξη. Δίπλα μου ο Θάνος Μικρούτσικος και η Μαριάννα Πολυχρονίδη, η ερμηνεύτρια. Ακούω και τα δώδεκα κομμάτια, το ένα μετά το άλλο. Κάθε τόσο ο Μικρούτσικος γυρνάει και μου εξηγεί την διαδικασία της σκέψης του και της προσέγγισης του. Καθώς άναβε την πίπα του και εισερχόταν κι αυτός στην δυναμική των συνθέσεων του, ένιωθες την ένταση του δημιουργού. Τότε έρχεται και η ώρα να του πω την δική μου άποψη στην πρόσληψη του έργου. Δύσκολη η πρώτη εκτίμηση, δίχως στίχους ανά χείρας, με τους δημιουργούς δίπλα μου, αλλά η αίσθηση αποτυπώθηκε κατευθείαν. «Η ακρόαση του δίσκου, μου προκάλεσε την ίδια συναισθηματική ένταση που μου άφησε η ταινία «Το βλέμμα του Οδυσσέα». Το προσωπικό με το κοινωνικό και το ιστορικό το συνθέτεις εδώ και αυτό είναι κάτι σπουδαίο» του λέω και μου απαντά «Είσαι σε πολύ σωστό δρόμο και από άποψη προθέσεων και από πλευράς επίτευξης του στόχου. Έχω επίγνωση του έργου το οποίο έκανα και ξέρω τι σηματοδοτεί». Ο τίτλος του δίσκου ίσως μου έθεσε τους κανόνες και το κλίμα του, αλλά τι σημασία έχει; Ο δίσκος μιλάει από μόνος του.
Το καθοριστικό ύφος του Μικρούτσικου είναι και πάλι παρόν. Διαφαίνεται η συνεισφορά του στο ελληνικό τραγούδι. Δεν είναι μια ανάγκη προσέγγισης του «Σταυρού του Νότου», ή του «Συγνώμη για την άμυνα». Δεν είναι ο «Άμλετ της σελήνης», μα ούτε το «Στου αιώνα την παράγκα». Τούτες οι διαφορετικές στιγμές που σκέφτηκα και δείχνουν την πολυδαίδαλη μουσική τοποθέτηση του Μικρούτσικου, θέτουν πολλές φορές και κάποια όρια. Αλλά εδώ ξεπερνιούνται.
Η «Ομίχλη» ίσως θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι όλα αυτά μαζί. Ένα κράμα του κάθε φορά διαφορετικού του ύφους με την μοναδική του όμως σφραγίδα. Πως μπορεί να συνταιριάξει ο «αιώνιος» Αλκαίος, με κάποια τραγούδια που γράφτηκαν για μια σκηνή πανηγυριού σε ταινία της Φρίντα Λιάππα, δεκαετίες πριν; Ή ένα παραδοσιακό ριζίτικο κομμάτι, με την δυναμική που εκπέμπουν οι απαγγελίες των μεγαλύτερων μας ποιητών; Μπορούν όμως. Ο Μικρούτσικος το κατάφερε. Γιατί μελοποιεί τον κραδασμό της ένωσης του χθες με το σήμερα, του καθημερινού με το αιώνιο, του ατομικού με το συλλογικό. Γιατί το ζητάνε οι στίχοι του δίσκου, οι στίχοι της Λίνας Νικολακοπούλου. «Έψαξε στα βάθη του εαυτού της, στο βάθος των πραγμάτων, στο αιώνιο των πραγμάτων, ειδικά αυτούς τους καιρούς», μου λέει ο Θάνος. Ο Μικρούτσικος, εξάλλου, ποτέ δεν καταπιάστηκε με μικρά λόγια. Έχει θέσει, στα «πενήντα χρόνια στη δουλειά», μόνιμο μέλημα του, να μελοποιεί λέξεις που «σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται» όπως ακούμε με συγκίνηση τον Αναγνωστάκη να απαγγέλει στο κλείσιμο του δίσκου. Λέξεις δυνατές που μέσω της μουσικής μετατρέπονται σε κάτι άλλο και συνταράζουν.
Τα όρια στα οποία ζούμε σήμερα, είναι σφιχτά. Ο δίσκος έρχεται ακριβώς μια τέτοια στιγμή, να απεικονίσει ίσως, την κατάσταση όλων μας. «Δυστυχώς, ο τίτλος του δίσκου, ταιριάζει πάρα πολύ στις εποχές μας», θα μου πει η Μαριάννα. Είναι λοιπόν, σκέφτομαι, η αίσθηση και η πρόθεση και των συντελεστών και όχι μονάχα η δική μου. Έτσι, λοιπόν, δικαιολογείται και η απόφαση, το σύνολο του δίσκου, να μοιάζει με μια – όπως σκέφτηκα – σπαραχτική προσέγγιση μέσα σε ένα μακελειό με ελάχιστο αγνάντι. Αφήνει μια γλυκόπικρη αίσθηση και ίσως μια θύμηση, μια μελαγχολία. «Υπάρχει πάντα ένα μελαγχολικό κλίμα και χαίρομαι που εντόπισες μελαγχολία», θα μου πει η Μαριάννα. «Είναι μια πολύ μαύρη εποχή». Αλλά στην μαυρίλα δεν υπάρχει ίχνος αισιοδοξίας; «Είμαι και αισιόδοξος και απαισιόδοξος» λέει ο Θάνος. «Πιστεύω ότι θα φτάσει μια στιγμή που όλα θα γίνουν καλύτερα, αλλά αν με ρωτήσεις πότε, θα σου πω, σίγουρα όχι όσο ζω εγώ. Αυτή είναι αισιοδοξία μου και η απαισιοδοξία μου ταυτόχρονα. Δεν είμαι αισιόδοξος χάχας, αλλά οφείλω να δώσω ένα κομμάτι φωτός και ετούτος ο δίσκος ανήκει σε αυτές μου τις χειρονομίες».
Με εξέπληξε μέσα σε όλα, ένα τραγούδι. Με γράπωσε, μουσικά και ερμηνευτικά. Είναι μια σύγχρονη απόδοση ενός παραδοσιακού τραγουδιού με τον τίτλο «Μάνα και γιος». Όσο το άκουγα, ο Μικρούτσικος μου έδωσε μια αίσθηση της προσέγγισης του. «Αυτός είναι ο ήχος, αυτό θα είναι το τραγούδι των καιρών, έτσι θα ακούγεται η μουσική μετά τον 5ο, τον 6ο Παγκόσμιο πόλεμο. Είναι η ερημία του τοπίου» και με πιάνει απροετοίμαστο. Αλλά ίσως αποδίδει σωστά την ουσία του. Ακούγεται σαν επίλογος ενός κόσμου που είναι μπρος μας σκληρά θρυμματισμένος. Σαν μια θανάσιμη αγωνία. «Πρόκειται για τον δαίμονα του Ιερώνυμου Μπος» λέει κάποια στιγμή και ίσως έτσι να χαρακτήριζα και το τραγούδι τούτο και τον δίσκο ολόκληρο. Ένας δίσκος που παράγει ήθος, που υπερβαίνει την επανάληψη, που έρχεται από μακριά με σοφία και δύναμη. Και πέραν του φαινομενικού, οι προβληματισμοί της αποστολής της τέχνης, βρίσκονται στα σωθικά του. «Όταν καταρρέουνε οι άμυνες μας, στα ίσια μας φέρνουνε οι ποιητές μας. Οι μεγαλοφυείς, οι άτοποι και άχρονοι, όσοι δεν είναι τοπικά και χρονικά προσδιορισμένοι». Εκεί είναι που ακούμε τον Σεφέρη, τον Καββαδία, τον Αναγνωστάκη και τον Ρίτσο, να οδηγούνται στο σήμερα από τον Μάνο Ελευθερίου, τον «καλό στίχο, που σημαδεύει εκεί που πρέπει» όπως λέει η Μαριάννα.
Ο Θάνος Μικρούτσικος, καταθέτει κάτι νέο, κάτι δυνατό σε μια συνέχεια της πολυεπίπεδης διαδρομής του. Τα κύρια στοιχεία του είναι όλα εδώ, σε σωστή ποσότητα, ανοίγοντας παράλληλα νέους δρόμους. Αλλά το σημαντικό είναι ότι βρίσκει στους συνεργάτες του, ανθρώπους με ήθος και με σπουδαίο εσωτερικό κόσμο. Αυτή την φορά είναι η Μαριάννα Πολυχρονίδη. Και έχει την σημασία του, για τον λόγο πως στήριξε το όραμα του πρώτου, κάνοντας το, παράλληλα, δικό της. Το σίγουρο, είναι πως οι δυο τους και το έργο τους, συγκρούεται στα ίσα με το «ευτελές». Και το αποτέλεσμα, αν και είναι ξεκάθαρα σημαντικό με την πρώτη ακρόαση, η δυναμική του σίγουρα θα αναπτύσσεται μέσα στον χρόνο.
*Όπως δημοσιεύθηκε στον δίσκο του Θάνου Μικρούτσικου «Στην ομίχλη των καιρών» μετά από αναδημοσίευση από το Monopoli.gr, 2 Δεκέμβρη 2016
**Η φωτογραφία του καλλιτέχνη ανήκει στον συντάκτη
Πηγή: pancreta