“Γεια σου περήφανη κι αθάνατη εργατιά!”
Στις 14 Μαρτίου 1826 οι εργαζόμενοι στο Τυπογραφείο της Δημόσιας Διοίκησης κηρύσσουν απεργία, ζητώντας την καταβολή δεδουλευμένων, μεσούσης της Επανάστασης. Πρόκειται για την πρώτη νεοελληνική απεργιακή κινητοποίηση, όπως σημειώνουν οι ιστορικοί του εργατικού κινήματος. Αίτημα των απεργών ήταν η καταβολή των δεδουλευμένων μισθών τους, που ο επιστάτης της Εθνικής Τυπογραφίας, Θεόκλητος Φαρμακίδης, «ξεχνούσε» να καταβάλλει στην ώρα τους, ενώ όταν αποφάσιζε να πληρώσει, πλήρωνε με «εθνικές ομολογίες» που δεν εξαργυρώνονταν παρά σε εξευτελιστικές τιμές από τους επιτήδειους της πιάτσας. Οι τυπογράφοι της Εθνικής Τυπογραφίας στο Ναύπλιο, δεν διέθεταν κανέναν άλλο πόρο πέρα από το μισθό τους ως υπάλληλοι του Δημοσίου και φυσικά κατέληξαν σε αυτή την απόφαση.
Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, από τον οποίο το υπουργείο Εσωτερικών ζήτησε πληροφορίες, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τον παλιό του συνεργάτη στην έκδοση της πρώτης Ελληνικής Εφημερίδος «Σάλπιγξ Ελληνική» ως «συνωμότη» και «αποστάτη». Συγκεκριμένα ανέφερε τα εξής: «Ο κύριος Κωνσταντίνος Δόμπρας, τυπογράφος, ενωθείς μετά τινος Δημητρίου Βλαστού, εκίνησαν εις συνωμοσίαν και αποστασίαν όλους τους ανθρώπους της Εθνικής Τυπογραφίας και όντως εις μίαν ημέραν έμεινεν έρημος η Τυπογραφία. Διά την αποστασίαν λοιπόν των ανθρώπων αυτών έμεινεν η Εθνική Τυπογραφία με τόσους ανθρώπους, ώστε δεν είναι πλέον ικανή ουδέ διά την εφημερίδα της Διοικήσεως και κατά χρέος αναφέρομεν περί τούτου εις το έξοχον Υπουργείον των Εσωτερικών».
Η απεργία αποτελεί μέσο έκφρασης του δικαιώματος της συνδικαλιστικής ελευθερίας και μέσο άσκησης πίεσης των εργαζομένων σε κάθε σχέση εξηρτημένης εργασίας κατά των εργοδοτών τους και κατά του κράτους όταν το τελευταίο λειτουργεί ως εργοδότης. Πρόκειται για τη μαζική άρνηση εργατικών ομάδων να εκτελέσουν εργασία. Οι απεργίες έγιναν αρχικά σημαντικές κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης, όταν η μαζική εργασία έγινε σημαντική στα εργοστάσια και τα ορυχεία, με τις περισσότερες χώρες να την θέτουν άμεσα εκτός νόμου, καθώς οι εργοστασιάρχες είχαν κατά πολύ μεγαλύτερη πολιτική εξουσία απ’ ό,τι οι εργάτες.
Οι περισσότερες δυτικές χώρες νομιμοποίησαν εν μέρει την απεργία στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα ή στις αρχές του εικοστού, ενώ η πρώτη εμφάνιση της απεργίας ως μέσο διεκδίκησης από την πλευρά των εργαζομένων τοποθετείται στο τέλος της 20ης δυναστείας, υπό την εξουσία του Φαραώ Ραμσή Γ’ στην Αίγυπτο, δηλαδή περίπου 3500 χρόνια πριν. Οι εργάτες της βασιλικής νεκρόπολης οργάνωσαν την πρώτη γνωστή απεργία ή εργατική εξέγερση στην ιστορία, με το γεγονός να καταγράφεται λεπτομερώς σε έναν πάπυρο της εποχής, που διατηρήθηκε και βρίσκεται σήμερα στο Τορίνο.
Στην σύγχρονη εποχή του εργατικού κινήματος, η απεργία αρχίζει να κάνει τις πρώτες εμφανίσεις τις αρχές του 19ου αιώνα, με την εξέγερση του 1820 στην Σκωτία. Οι γενικές απεργίες ήταν συχνές στην Ισπανία στις αρχές του εικοστού αιώνα, όπου ήταν πολύ δημοφιλής ο Αναρχοσυνδικαλισμός. Ο αναρχοσυνδικαλισμός είναι ένας κλάδος του επαναστατικού συνδικαλισμού ο οποίος εστιάζει στην οικονομική ένωση των εργατών, με σκοπό αρχικά να υπερασπίσουν και να διευρύνουν τα δικαιώματά τους και στη συνέχεια να ανατρέψουν τον καπιταλισμό, το κράτος και την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, με μία επαναστατική γενική απεργία.
Τελικός στόχος είναι η εγκαθίδρυση του ελευθεριακού κομμουνισμού, μιας οριζόντια οργανωμένης, αυτοδιευθυνόμενης κοινωνίας με συνδικαλιστική δομή, που θα διαχειρίζεται την παραγωγή αγαθών και την παροχή υπηρεσιών εξασφαλίζοντας τη διανομή των προϊόντων στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του. Η μεγαλύτερη γενική απεργία στην πρόσφατη Ευρωπαϊκή ιστορία έγινε κατά τον Μάη του 1968 στη Γαλλία.
Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1950, η Ελλάδα ζει ακόμα στο φάντασμα που άφησαν πίσω τους ο Β’ Παγκόσμιος και ο Εμφύλιος πόλεμος. Η πείνα ως αποτέλεσμα της ανεργίας, ειδικότερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, είναι αυτό που παλεύει να αφήσει πίσω της η ελληνική κοινωνία, με τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας να βρίσκονται στα ναδίρ. Αυτές τις συνθήκες ήρθε να αποτυπώσει στο υπέροχο τραγούδι «Φάμπρικες» ο Βασίλης Τσιτσάνης, με την Μαρίκα Νίνου να χαρίζει την φωνή της, όπως και σε δεκάδες ακόμα τραγούδια του σπουδαίου Τρικαλινού δημιουργού.
Γιάννης Μπάκος
Πηγή: nostimonimar.gr