Ο Αργύρης Μπακιρτζής δεν έχει εκτεθεί ποτέ στην τηλεόραση, παρά μόνο ως ηθοποιός στις ταινίες του Σταύρου Τσιώλη. Ωστόσο τον γνωρίζουν και τον αναγνωρίζουν αρκετές γενιές, κυρίως, από αυτήν την ιδιαίτερη, «περίεργη» φωνή του. Η φωνή των Χειμερινών Κολυμβητών. Ενός θιάσου με κάποιους από τους καλύτερους έλληνες μουσικούς, που χρόνια τώρα μας αφηγούνται ιστορίες…. Ο Κώστας Σιδέρης, ο Μιχάλης Σιγανίδης, ο Δημήτρης Πολυζωίδης, ο Κώστας Βόμβολος, ο Χάρης Παπαδόπουλος, ο Θοδωρής Ρέλλος, ο Μπάμπης Παπαδόπουλος. Την Παρασκευή 24 και το Σάββατο 25 Φλεβάρη στο Ίλιον Plus.
Μετά από σαράντα χρόνια που γυροφέρνετε ως χειμερινοί κολυμβητές με τις μουσικές και τα τραγούδια σας, πλήρεις από την επαφή με τον κόσμο, τι είναι αυτό που σας κάνει να θέλετε ακόμη να βγαίνετε στο δρόμο, στη σκηνή;
Αυτό ξέρουμε να κάνουμε, μας αρέσει που το κάνουμε. Υπάρχει λόγος να σταματήσουμε; Θέλετε να μας πεθάνετε από τώρα; Όταν το πέρασμα του χρόνου σού στερεί σταδιακά τόσα πράγματα, η επιθυμία να συνεχίσουμε αυτό που κάνουμε, δεδομένων και των αλλαγών που συμβαίνουν εντός και εκτός μας, γίνεται πιο επιτακτική αλλά και απολαυστική.
Αλλάζουμε; Εμάς, ως κοινό, από τα τέλη του 60 που μας βλέπετε, είμαστε ίδιοι, αλλάζουμε σύμφωνα με την εποχή; Τι έχετε παρατηρήσει;
Kαι μόνο που εμείς αλλάζουμε, σας βλέπουμε αλλαγμένους. Μου αρκούν οι στίχοι του Ρασούλη: «Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν και μένα τα χεράκια της με λύνουν και με δένουν».
Δεκαετίες αφηγείστε αληθινές ανθρώπινες ιστορίες και μύθους, εμπνευσμένα από τη δημοτική, τη λαϊκή, τη ρεμπέτικη, την ελαφρά-κανταδορική παράδοση. Ποιο είναι το αίτημα των Χειμερινών Κολυμβητών που τους έκανε το μακροβιότερο ελληνικό μουσικό σχήμα και ποια η σοφία που συμπυκνώσατε από την εμπειρία σας;
Θα σας απαντήσω με ένα στίχο του Γιώργου Μουρέλου: «Ανέμελα παιδιά παίξαμε με τις ουσίες του χρόνου». Όταν είσαι νέος είσαι γεμάτος «σοφία», όσο περνά ο καιρός δεν ξέρεις τί σου γίνεται. Ίσως στις αποφάσεις σου παίζεται κάτι, γιατί όσο περνάει ο καιρός τόσο λιγότερο θέλεις να παριστάνεις κάτι πέρα απ’ τον εαυτό σου, ο λόγος που ο Παζολίνι έλεγε ότι δεν άντεχε τους νέους..
Τα τραγούδια σας όπως έχετε πει «προέκυψαν κάτω από πίεση δύσκολων καταστάσεων, σαν εκτόνωση, για να αμβλυνθεί η οδύνη τους». Συμφωνείτε πως η αυθεντική μουσική τέχνη προκύπτει από τον ανθρώπινο πόνο και είναι η παρηγοριά;
Δεν μπορώ να «θεοποιήσω» τον πόνο, εξάλλου η χαρά δεν μπορεί να είναι η άλλη όψη του;
Πόσο βοήθησε η μουσική να ευχαριστηθείτε και να ευχαριστιέστε τη ζωή;
Πάρα πολύ, σχεδόν όσο τίποτε άλλο. Είμαι με φίλους από χρόνια, περνάμε φανταστικά, γινόμαστε κυριολεκτικά παιδιά, δημιουργούμε καινούργια πράγματα και ευχαριστιόμαστε τα παλιά κοιταγμένα από άλλες γωνίες, βρίσκουμε αγαπημένους φίλους που θα ήταν από πολύ νωρίς «χαμένοι σαν τους πεθαμένους», γνωρίζουμε ανθρώπους, προκαλούμαστε και αντιδρούμε σε στραβούς τύπους, όπως κάποιος κύριος στη Βεντέττα πρόσφατα, που ήθελε να μου πετάξει το μπουκάλι το ουίσκυ στο κεφάλι γιατί βγήκε, υποθέτω και συμπεραίνω, Σάββατο βράδυ να γλεντήσει και να καψουρευτεί κι έπεσε σε μας, και να φανταστείτε ότι ήταν υπέροχο μουσικά βράδυ.
Σε προηγούμενες ζόρικες εποχές ήταν πολλοί οι καλλιτέχνες που παρηγόρησαν και ξεσήκωσαν. Σήμερα σε μέρες με μπόλικη κοινωνική δυστυχία και προσωπικά-μοναχικά- αδιέξοδα, γιατί κατά τη γνώμη σας οι πιο πολλοί δημιουργοί μοιάζουν άλλοι να ξύνουν τα νύχια τους, άλλοι να ταϊζουν το εγώ τους και το ελληνικό τραγούδι δείχνει αμήχανο;
Δηλαδή ο έρωτας δεν είναι παρηγορητικός; O Παπαδιαμάντης δεν είναι; Είστε σίγουρη ότι ελέγχουμε ό,τι συμβαίνει, ότι ξέρουμε τί γίνεται στη μουσική, στην ποίηση; H ιστορική μας προοπτική μπορεί να εκτιμήσει το ίδιο το τότε και το τώρα; Τότε είχαμε πληροφόρηση στη μουσική, η μουσική βιομηχανία άνθιζε, ό,τι καινούργιο άνθιζε, στο άψε σβήσε γινόταν καταναλωτική μόδα. Τώρα μήπως το μαθαίνουμε οι περισσότεροι απ’ τις έτοιμες λίστες των ραδιοφώνων; Μήπως πολλοί σιχαίνονται τα σύγχρονα τραγούδια διαμαρτυρίας που δεν μοιάζουν με αυτά που κάποτε θεωρούνταν τραγούδια διαμαρτυρίας. Τα μπλουζ, τα fados, τα ρεμπέτικα, μπορούμε να τα κατηγορήσουμε ότι «ξύνουν τα νύχιά τους»; Ένα τραγούδι ερωτικό δεν μπορεί να είναι τραγούδι διαμαρτυρίας;
Έχετε δίκιο πως ο τρόπος που μαθαίνουμε ό,τι συμβαίνει έχει αλλάξει, είναι αλήθεια ότι συμβαίνουν πράγματα στη μουσική, στην ποίηση που δεν γνωρίζουμε. Σαφώς και τα ερωτικά τραγούδια μπορούν να είναι και τραγούδια διαμαρτυρίας, εφόσον συνδέονται με τη δυναμική της κοινωνίας και το «λαϊκό αίσθημα», όπως τα μπλουζ, τα fados, τα ρεμπέτικα. Σήμερα αισθάνεστε να υπάρχει ένα τέτοιο ρεύμα στο τραγούδι; Ερωτικά ή μη, γεννάει η εποχή τραγούδια στο ύψος των περιστάσεών της;
Τι να σας πω. Ο καιρός θα δείξει. Δεν ενημερώνομαι και τόσο. Γιατί να βιαζόμαστε να βγάζουμε συμπεράσματα; Να βάζουμε τα πράγματα στο μουσείο πριν κυκλοφορήσουν, να τα σπρώχνουμε στο περιθώριο; Ας ευχαριστιόμαστε και λίγο.
Έχετε καταθέσει τραγούδια που αναφέρονται στους μύθους και στις ιστορίες που ενώνουν τους λαούς της Βαλκανικής και της εγγύς Μέσης Ανατολής, κοινούς μύθους των μουσουλμάνων και των χριστιανών. Τι πάει στραβά και τα κοινά κλείνονται σαν μυστικά στα μπαούλα ενώ ο εθνικισμός και ο φασισμός σηκώνουν ξανά κεφάλι;
Δεν είναι καινούργιο φασούλι αυτό. Αιτία, πάντα τα οικονομικά συμφέροντα των λίγων.
Έχετε ανέκδοτα τραγούδια; Θα υπάρξει καινούργιος δίσκος;
Πολλά. Τελευταία μάλιστα μελοποίησα κάποιους στίχους που ήθελα πολύ να μελοποιήσω απ’ το 1972 και νομίζω πως το πέτυχα πολύ καλά. Δίσκους θέλουμε να κάνουμε, όταν το επιτρέψει η οικονομική δυσπραγία που μαστίζει τους περισσότερους από μας, εξάλλου προηγούνται και οι νέοι που δεν περιμένουν. Τώρα γράφουν δίσκο τα παιδιά μου. Εμείς είμαστε μαθημένοι στο περίμενε, φάρος ο Σταύρος Καραμανιώλας που έγραψε τον «Ποδηλατιστή» του το 1926 και το είδε σε δίσκο το 1992.
Πως είδατε το σκάνδαλο που ξέσπασε με την ΑΕΠΙ;
Αναμενόμενο. Να ευχαριστήσω κι εγώ τον Σύλλογό μας ΤΟ ΜΕΤΡΟΝ και όσους άλλους το κυνήγησαν, και βέβαια τον κ.Ξυδάκη, που δεν έκλεισε τ’ αυτιά του όπως τόσοι και τόσοι τόσα χρόνια.
Πηγή: pancreta