Έβραζε το κύμα του Γαρμπή, είμαστε σκυφτοί κι οι δυο στο χάρτη, γύρισες και μου `πες πως το Μάρτη, σ’ άλλους παραλλήλους θα `χεις μπει
Καυτός νοτιοδυτικός άνεμος, ο λίβας που καίει τα σπαρτά, ο Γαρμπής που έβραζε. Ο χάρτης που σκύβεις για να χαράξεις πορεία. Εσύ, ο άλλος του ποιήματος, που μπορεί να είμαι και γώ, ή μια έκβαση του εαυτού μου σε ένα παράλληλο σύμπαν. Στους παραλλήλους που “θα χεις μπει” μέχρι το Μάρτη. Στους παραλλήλους της στρογγυλής μας γης, που έχει πάνω της τόσες στεριές και ακόμα πιο πολλές θάλασσες, που συνθέτουν το πανέμορφο φόρεμά της. Στους παραλλήλους που κόβουν την γη μας σε φέτες, φέτες που το κλίμα αλλάζει, φέτες πιο βόρειες, φέτες πιο νότιες, φέτες σαν ζώνες. Ή μήπως στους παραλλήλους ενός άλλου κόσμου;
Βάρδια πλάι σε κάβο φαλακρό, κι ο Σταυρός του Νότου με τα στράλια, Κομπολόι κρατάς από κοράλλια, κι άκοπο μασάς καφέ πικρό
Ο Σταυρός του Νότου, ο λαμπερός αστερισμός του Νοτιά, το σημάδι, ο προσανατολισμός, η ελπίδα. Ή μήπως εκεί ανάμεσα στα στράλια, τα σκοινιά του καραβιού, αχνοφαίνεται το σύμβολο του μαρτυρίου; Ένας Σταυρός: ελπίδα ή μαρτύριο; Μήπως θα το δείξει ο χρόνος; Ο χρόνος στις χάντρες ενός κομπολογιού φτιαγμένου απο εξωτικά κοράλλια; Ο χρόνος των αναμνήσεων;
Το Άλφα του Κενταύρου μια νυχτιά με το παλλινώριο πήρα κάτου μου `πες με φωνή ετοιμοθανάτου, να φοβάσαι τ’ άστρα του Νοτιά
Το Άλφα, το πιο λαμπερό Αστέρι στον αστερισμό του Κενταύρου, το τρίτο λαμπερότερο σε όλο τον ουρανό. Πλάι στον Σταυρό του Νότου. Τι κρύβεται όμως πίσω απο την λάμψη του; Οι αστρονόμοι βρήκαν κρυμμένο ένα αέριο σάβανο ενός ετοιμοθάνατου άστρου. Πίσω απο τη λάμψη, ο Θάνατος. Πίσω απο τον δρόμο που φαίνεται λαμπερός, και που με το παλλινώριο το ναυτικό όργανο προσανατολισμού εύκολα εντοπίζεις, κρύβεται το μοιραίο. Κι Εσύ το ήξερες, και μου πες “να φοβάσαι τα αστρα του Νοτιά”
Άλλοτε απ’ τον ίδιον ουρανό, έπαιρνες τρεις μήνες στην αράδα, με του καπετάνιου τη μιγάδα, μάθημα πορείας νυχτερινό
Μάθημα νυχτερινό. Γιατί τη νύχτα, στο σκοτάδι, βλέπεις πιο καλά. Το φως θαμπώνει την πραγματικότητα. Θαμπώνει τις κρυμμένες δυσκολίες του καιρού, τους φάρους και τις στεριές σου κρύβει, και αν πλησιάζει σύγκρουση δεν την καταλαβαίνεις. Με τη μιγάδα, τον εξάντα, που μετράει την γωνία ενος αστεριού ή ενός πλανήτη απ’ τον ορίζοντα, μέσα στο σκοτάδι καταλαβαίνεις πιο καλά που είσαι και ποιος είσαι. Ή μήπως με μια μιγάδα ερωτική; Την νύχτα στο κατάστρωμα, κάτω απ τον έναστρο νυχτερινό ουρανό, να βλέπεις τον εαυτό σου όπως είναι: γυμνό, άμαθο και αληθινό.
Σ’ ένα μαγαζί του Nossi Be, πήρες το μαχαίρι δυο σελίνια, μέρα μεσημέρι απά στη λίνια, ξάστραψες σαν φάρου αναλαμπή
Στην λίνια, στην Γραμμή του Ισημερινού που χωρίζει τον Βορρά από το Νότο, το βόρειο από το νότιο ημισφαίριο, τους “πάνω” απο τους “κάτω” έτσι όπως βλέπουν τον κόσμο οι “πάνω”. Ο Ισημερινός ο πιο κεντρικός παράλληλος που κόβει τη γη μας στα δύο. Ο παράλληλος που Σε οδήγησε στον “άλλο κόσμο” με μια λάμψη.
Κάτω στις ακτές της Αφρικής, πάνε χρόνια τώρα που κοιμάσαι, τα φανάρια πια δεν τα θυμάσαι
και το ωραίο γλυκό της Κυριακής
Ο νόστος, του νόστιμου γλυκού της Κυριακής, ο νόστος που σε κάνει να θυμάσαι και να συνεχίσεις να ζεις. Για τα κοράλλια, για τα φανάρια, τα πλευρικά τα φώτα της λοξής πορείας, για το ωραίο γλυκό, για την μιγάδα. Όχι για το Σταυρό.
Από τον Γιάννη Μπρούζο
Πηγή: pancreta