Την είδα κάποτε στους δρόμους να μιλάει με θεατρικές χειρονομίες, να περπατάει στις κόχες των πεζοδρομίων κάνοντας ισορροπία κρατώντας κόκκινα μπαλόνια, τα μάτια της πάντα κοίταζαν ψηλά και φορούσε γάντια, είχα ξεχάσει πως ήταν όλα αυτά που ‘δειχνε πράσινα μάτια σε χλωμό πρόσωπο, παρανάλωμα, θα περπατήσω πάνω στην θάλασσα για να με βρει, κομμάτια αγαλμάτων πληγιάζουν τα πόδια της Κι αν είναι να φύγω να πάω που; Κράτα με γερά στην σκέψη σου, ίσως γυρίσω, στην παλιά πόλη παίζουν μουσική ακόμα για αυτούς που ερωτεύονται μόνο την άνοιξη, το όνειρο μας συνδέει κι έρχεται πάντα σαν πιστό σκυλί στα πόδια σου Κι αν είναι να φύγω να πάω που;
Κατερίνα Γώγου
«Η Κατερίνα είμαι μωρέ. Που στην ευχή είσαστε; Που,ρε;»
Είμαι τόσα χιλίομετρα μακριά από τη πατρίδα και φεύγοντας έβαλα στις βαλίτσες μου λίγα μοναχά βιβλία. Εκείνα όμως που δεν άφησα πίσω μου ήταν τα δικά της. Όλες τις συλλογές της Κατερίνας και όλες της τις λέξεις, τις κρατάω μαζί μου. «Μέσα στη νύχτα για να μην τελείως χαθώ, κρατάω στα χέρια μου ένα μικρό βιβλίο με ποιήματα»,όπως γράφει και η ίδια.
Ηθοποιός, σύζυγος, μητέρα, ποιήτρια, Μυρτώ, Τάσιος, Εξάρχεια, Δαφνί, Ασφάλεια. Αυτοκαταστροφική, καταθλιπτική, αναρχική, ακατέργαστη, σκληροπυρηνική, αντισυμβατική. Λέξεις που σημάδεψαν τη ζωή της. Ταμπέλες που της φόρεσαν γνωστοί και ξένοι. Ίσως κάποιες να ίσχυαν, ίσως πάλι και όχι.
Πάντα ήθελα να γράψω για την Κατερίνα. Όχι όμως βαθυστόχαστα κειμενάκια και συγκινητικές προτάσεις σε ρομαντικό φόντο, που ξέρω πως εκείνη θα σιχαινόταν. Δεν θα γράψω έτσι, το υπόσχομαι. Χύμα αντισυμβατικές λέξεις, με μαγκιά και αλήθεια, αυτό της αξίζει, γι’ αυτό εξάλλου αγωνίστηκε. Για αυτές τις ιδέες πάλεψε. Γιατί είχε βαρεθεί τον έλεγχο και τα πλοκάμια της εξουσίας που απλώνονταν παντού. Εξάλλου στο μυαλό είναι ο στόχος, το νου σου, ε;
«Σε ενοχοποιούν οι σκέψεις σου, οι σχέσεις σου, κάτι χαμόγελα που έσβησες, κάτι μαλακισμένες εικόνες που κουβαλάς, σχεδόν ηλιοβασίλεμα. »
Γεννήθηκε 1η Ιουνίου το 1940. Μια περίοδο που η Ελλάδα ήταν στα σχοινιά. Μια περίοδο που η χώρα πέρασε από κατοχή, από εμφύλιο και οι άνθρωποι ζούσαν στα σκοτάδια του φόβου, σαν φαντάσματα του ίδου τους του εαυτού. Εκείνη όμως όχι. Εκείνη τόλμησε να ονειρευτεί.
«Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι. Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας. Αιώνες μοναξιάς. Τώρα μη. Μη με σταματάς. Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού. Ονειρεύομαι ελευθερία.»
Από τα πέντε της κιόλας χρόνια συμμετέχει σε παιδικούς θιάσους, ενώ από τα μέσα αποκαλείται ‘παιδί θαύμα’. Μετά ακολούθησαν οι ταινίες και το θέατρο. Η Κατερίνα δεν ήταν αυτό το επιφανειακό κορίτσι που έβγαζε μέσα από τις ταινίες της. Ο ρόλος του θηλυκού κλόουν, όπως τη χαρακτήριζαν, δεν της ταίριαζε και ας τον ερμήνευε με τόση επιτυχία. Στη πραγματικότητα ήταν το ακριβώς αντίθετο. Ένα αγρίμι στα λούσα. Μια γυνάικα ανένταχτη στην γκλαμουριά και στην κινηματογραφική επιφάνεια. Ένα παιδί ονειροπόλο που πάλευε στον δήθεν κόσμο των ενηλίκων. Μια μοναχική και βασανισμένη ψυχή με συνεχείς αναζητήσεις, αλλά και συγκρούσεις με το κατεστημένο και ένα μυαλό που δε σταμάταγε πότε να σκέφτεται. Εδείξε την πραγματική της πλευρά μέσα απο το λυτρωτικό της γράψιμο. Γιατρειά για όσο πάλευε τα δαιμόνια μέσα της και εκείνα της εξουσίας. Όπως είχε γράψει για εκείνη ο Γιώργος Δάγλας «Οι λέξεις δεν υπάρχουν για να κρυβόμαστε πίσω τους. Οι λέξεις ανοίγουν τις κλειστές καρδιές των ανθρώπων. Έπρεπε να κρατήσω πρώτα τις τελευταίες της λέξεις: ψηλά το κεφάλι.»
«Γι ‘αυτό αν τύχει και μ‘αγαπήσεις πρόσεχε σε παρακαλώ πολύ πολύ πώς θα μ’ αγκαλιάσεις. Πονάει εδώ. Κι εδώ. Κι εκεί. Μη! Κι εδώ. Κι εκεί.»
Παρά την υπονόμευση του ποιητικού της βίου η Κατερίνα κατάφερε να σταθεί πάνω σε αυτό το συνεχώς συρόμενο κάτω απο τα πόδια της έδαφος. Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «Τρία κλικ αριστερά» πούλησε πάνω από 40.000 αντίτυπα, αριθμός που, όπως λένε οι εκδότες, ήταν σπάνιος για ποιητικές συλλογές και μόνο ο Ελύτης και ο Ρίτσος τον έφταναν. Το βιβλίο μάλιστα μεταφράστηκε και στα αγγλικά και κυκλοφόρησε το 1983 στην Αμερική. «Ταπεινά και όχι ταπεινωμένη λέω πως η τέχνη δε με λύτρωσε κι ούτε διέφυγα απο τις απόκρημνες στροφές της τρέλας... Σκληρό ναρκωτικό η μοναξιά.»
Στις 3 Οκτωβρίου 1993 όμως αποφασίζει να βάλει μόνη της τη τελεία. Η αιτία του θανάτου της, ένα «κοκτέιλ» από χάπια και αλκοόλ. Στην είδηση του θανάτου της, η κόρη της κατέρρευσε. Οι φίλοι της στεναχωρήθηκαν. Κανείς όμως δεν εξεπλάγη. Οι περισσότεροι το περίμεναν, πολλοί μάλιστα την είχαν «ξεγραμμένη» από πολύ νωρίτερα. Πίσω της άφησε εναν αγώνα ημιτελή, κάμποσες λέξεις στο χαρτί και μια ιδέα.
«Έπαιζα με τη ζωή. Κι άμα παίζεις με τη ζωή, παίζεις και με το θάνατο... Όποιος δεν έχει τίποτα μονάχα αυτός ξέρει το τίποτα. Καμιά κουβέντα απο κανέναν άλλο... τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε.»
Περπάτα Κατερίνα μου. Χρόνος είναι ο ουρανός. Εκεί που δεν υπάρχει χρόνος, δεν υπάρχει μνήμη. Περπάτα...
Αφιερωμένο σε όσους σπάσανε και σε όσους κρατάνε...
Πηγή: pancreta