Πριν από έντεκα χρόνια, στις 23 Μαΐου 2013, έφυγε από τη ζωή, στα 79 του χρόνια ο τραγουδοποιός Ζορζ Μουστακί, ο μέτοικος.
Γεννημένος το 1934 στην Αλεξάνδρεια, από οικογένεια Κερκυραίων ρωμανιωτών Εβραίων που μιλούσαν ιταλικά και αραβικά, λεγόταν Τζουζέπε Μουστάκι ή Γιουσέφ Μουστάκι στο ληξιαρχείο ή Ζοζέφ Μουστακί στο γαλλικό σχολείο που πήγε στην Αλεξάνδρεια.
Στα 17 του χρόνια έρχεται στο Παρίσι, όπου το Ζο(ζέφ) Μουστακί πολλοί το εκλαμβάνουν ως Ζορζ, και τελικά το υιοθετεί και ο ίδιος για να τιμήσει τον μέντορά του, τον Ζορζ Μπρασένς.
Πέρα από δικά του τραγούδια, έγραψε και για άλλους, άλλοτε μουσική και άλλοτε στίχους, άλλοτε και τα δύο -ανάμεσά τους το Milord για την Εντίθ Πιαφ. Όμως το γνωστότερο τραγούδι του, αυτοαναφορικό, του 1969, είναι η μπαλάντα Le Métèque, Ο μέτοικος.
Όπως λένε οι δικοί του στίχοι στο πρωτότυπο:
Avec ma gueule de métèque, de juif errant, de pâtre grec et mes cheveux aux quatre vents
Avec mes yeux tout délavés qui me donnent l’air de rêver, (moi qui ne rêve plus souvent)
Mε τη φάτσα του μέτοικου, του περιπλανώμενου Ιουδαίου, του Έλληνα βοσκού, και τα μαλλιά μου στους τέσσερις ανέμους
Με τα μάτια μου τα ξεπλυμένα, που μου δίνουν ύφος ονειροπόλου (παρόλο που δεν ονειρεύομαι πια συχνά)…
Φυσικά, όταν μεταφέρθηκε στα ελληνικά από τον Δημήτρη Χριστοδούλου, το 1971 (το είπε πρώτος ο Νταλάρας αν θυμάμαι καλά) οι στίχοι άλλαξαν τελείως, για να μπορούν να ταιριάξουν με τη μουσική -είναι μεγάλο βάσανο να μεταγλωττίζεις από γλώσσα με πολύ μικρότερες λέξεις και με δεσμευμένο τονισμό. Ωστόσο, μπορεί να πει κανείς ότι περιγράφουν τον δημιουργό τους:
Σαν σύννεφο απ’ τον καιρό
Μονάχο μες τον ουρανό
Πήρα παιδί τους δρόμους
Περπάτησα όλη τη γη
Μ’ ένα τραγούδι στην καρδιά
Και τη βροχή στους ώμους
Στην αρχαία Ελλάδα, οι μέτοικοι ήταν αυτοί που είχαν εγκατασταθεί σε άλλη πόλη από τη δική τους, ιδίως στην Αθήνα. Πλήρωναν ειδικό φόρο, το μετοίκιον, και είχαν περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα. Η λέξη πέρασε στα λατινικά, metoecus, και από εκεί στα γαλλικά, métèque, όπου έχει σαφώς μειωτική χροιά, ο μετέκ είναι ο ξένος που μοιάζει για ξένος, που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη.
Οπότε, ο όρος métèque, που τον υιοθέτησε ο Μουστακί και που από το 1969 τον συνόδευε ως το τέλος της ζωής του, δεν ήταν ουδέτερος, και αυτό το ήξερε ασφαλώς ο Μουστακί όταν τον χρησιμοποίησε.
Οι Γάλλοι εθνικιστές δημοσιολόγοι στα τέλη του 19ου αιώνα και έως τον μεσοπόλεμο χρησιμοποιούσαν τον όρο μετέκ πολύ μειωτικά. O Charles Maurras, επιφανής ακροδεξιός συγγραφέας και μέλος της Ακαδημίας (και συνεργάτης των Γερμανών στην Κατοχή) πίστευε ότι πρέπει να εκδιωχθούν από τη Γαλλία οι τέσσερις συνασπισμένες τάξεις (quatre États confederés), δηλαδή οι Εβραίοι, οι προτεστάντες, οι μασόνοι και οι μέτοικοι, όλοι οι απάτριδες, οι χωρίς ρίζες -σε αντιδιαστολή με τους καλούς καθολικούς Γάλλους.
Άλλες φορές πάλι ο όρος métèque δηλώνει ειδικά τους Εβραίους -αν θυμάστε, στον Κανόνα του παιχνιδιού (La règle du jeu) του Ζαν Ρενουάρ, στη σκηνή του γεύματος των υπηρετών, κάποιοι χαρακτηρίζουν «μετέκ» τον μαρκήσιο, που κατάγεται από εβραϊκή οικογένεια, και ο μάγειρας τον υπερασπίζεται, λέγοντας ότι αν και μέτοικος είναι άνθρωπος του κόσμου. Η ταινία αυτή προβλήθηκε το 1939, ένα μήνα πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, και η γαλλική ακροδεξιά ήταν οργισμένη με τον Ρενουάρ, που έβαλε να υποδύεται τον μαρκήσιο ένας Εβραίος ηθοποιός, ο Μαρσέλ Ντιαλό, που έπαιζε και ρόλους Εβραίων και «μετοίκων» ταχτικά.
Δεν τους ενόχλησε που ο μαρκήσιος παρουσιάζεται με ένα σωρό ηθικά ψεγάδια, τους ενόχλησε που ένας αριστοκράτης παριστάνεται μέτοικος!
Πηγή: sarantakos.wordpress.com