Ο λαός, πάντα έβρισκε έναν μαγικό τρόπο να περνάει στις επόμενες γενιές τις ιστορίες του, και ίσως ο πιο μαγικός να είναι μέσα από ήχους και στίχους, κοντολογίς μέσα από τραγούδια. Μπορεί οι ιστορίες αυτές να μην είναι αμιγώς αληθινές, είναι όμως έντονες και εξυπηρετούν τον ιερό σκοπό της μη επανάληψης των λαθών του παρελθόντος. Μια τέτοια ιστορία, αφηγείται και το τραγούδι “Ο Μενούσης”, το οποίο έχει περάσει στη λαϊκή μας παράδοση, έχει εμπνεύσει διασκευές σε συνθέτες μη παραδοσιακής μουσικής (Γιώργος Κατσαρός, Βαγγέλης Παπαθανασίου κ.ά.) και επιχειρήθηκε ακόμη και κινηματογραφική μεταφορά του στη δεκαετία του ’60 («Ο Μενούσης», σκηνοθεσία Βασίλης Κονταξής, 1969).
Η ιστορία διαδραματίζεται στην Ήπειρο την εποχή της Τουρκοκρατίας. Οι στίχοι μας μεταφέρουν στο “κρασοπουλιό” και μας συστήνουν την παρέα του Μενούση, του Μπιρμπίλη και του Μεχμέτ Αγά, που έτρωγαν, έπιναν και γλεντούσαν. Όταν το γλέντι “έχει ανάψει”, η κουβέντα φτάνει στις όμορφες γυναίκες. Χωρίς να γίνεται σαφές ποιος από την παρέα, απευθύνεται στον Μενούση, λέγοντάς του πόσο όμορφη είναι η γυναίκα του. Ακολουθεί η εξής στιχομυθία κατά την οποία ο Μενούσης, ανήσυχος και δύσπιστος, προσπαθεί να επιβεβαιώσει ότι, πράγματι, πρόκειται για τη γυναίκα του:
-Πού την είδες, πού την ξέρεις και τη μολογάς;
-Χθες την είδα στο πηγάδι που ‘παιρνε νερό, και της έδωσα μαντήλι και μου το πλυνε.
-Αν την ξέρεις κι αν την είδες, πες μου τι φορεί.
– Ασημένιο μεσοφόρι με χρυσό φλουρί.
Η απάντηση, πειστήριο της “απιστίας”, σε συνδυασμό με τη ζήλια και το μεθύσι που έχει προηγηθεί, οδηγεί τον πρωταγωνιστή στο έγκλημα. Ο Μενούσης γυρίζει στο σπίτι και “σφάζει” τη γυναίκα του, ενώ την επόμενη μέρα, “ξεμεθυσμένος την κλαίει” και την καλεί: «Σήκω πάπια, σήκω χήνα, σήκω πέρδικα./ Σήκω λούσου, και χτενίσου και έμπα στο χορό. / Να σε ιδούν τα παλικάρια να μαραίνονται/ Να σε δώ κι εγώ ο καημένος να σε χαίρομαι».
Το τραγούδι του «Μενούση» λοιπόν, αφηγείται μια δωρική και τραγική ιστορία ζήλιας. Πρόκειται για ένα δημοτικό τραγούδι που έχει γνωρίσει αρκετές παραλλαγές και ενώ ενδέχεται σε κάθε μία από αυτές να αλλάζουν τα ονόματα, το σημείο συνάντησης του άντρα με τη γυναίκα ή τα ρούχα της, ο πυρήνας της ιστορίας πάντα παραμένει ο ίδιος: ο άδικος φόνος μιας γυναίκας που έπεσε θύμα συκοφαντίας και επιπολαιότητας και ζήλιας. Είναι γνωστό ότι κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η γυναίκα έπρεπε να ακολουθεί έναν κώδικα τιμής που καθόριζε την συμπεριφορά της στην καθημερινότητα και τις κοινωνικές της σχέσεις, καταπατούσε πλήρως τα δικαιώματά της και μάλιστα τα “μεταβίβαζε” στον άνδρα, με την έννοια ότι, αυτός ήταν υπεύθυνος για την υπεράσπιση του εαυτού της(!), κι όχι η ίδια. Η ιστορικός Ευτυχία Λιάτα στο βιβλίο της «Ο Μενούσης, ιστορία και παράδοση», εξηγεί πως τελικά η γυναίκα του Μενούση έπεσε θύμα όχι της «απιστίας» ή της «ανηθικότητας» της, αλλά ενός ιδιότυπου νεωτερισμού. «Η γυναίκα του Μενούση», παρατηρεί η συγγραφέας, «τιμωρείται όχι για την απιστία της, πραγματική ή φανταστική, αλλά για τον αέρα του νέου ήθους που φαίνεται να φέρνει με τη συμπεριφορά της».
Από την άλλη ο Μενούσης γίνεται θύτης αλλά ταυτόχρονα και θύμα αυτού του σκληρού κώδικα τιμής και καταστρέφει δυο ζωές. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν ο Μενούσης ζήλεψε τη γυναίκα του, που -υποτίθεται πως- μίλησε με έναν άλλο άνδρα ή ένιωσε πως ατιμάστηκε από τη συμπεριφορά της. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται σαφώς για μια τραγική φιγούρα, που διατηρήθηκε στη συλλογική μνήμη ως ένας λαϊκός ήρωας στο μεταίχμιο του παλιού με τον νέο κόσμο.
Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, πολλές φορές δεν έχει τόσο σημασία αυτή κάθ’ αυτή η ιστορία, όσο το μήνυμα που κομίζει στις επόμενες γενιές. Η ιστορία του Μενούση δεν έχει να μας διδάξει τίποτα άλλο, από την “τόλμη” μιας γυναίκας να τα βάλει με το κατεστημένο μιας πατριαρχικής κοινωνίας. Κι αν «Ο Μενούσης, γλεντοκόπος, φονιάς και θύμα του πάθους του, κυνηγημένος, λες, από τις ερινύες του, περιφέρεται ασταμάτητα αιώνες τώρα ζητώντας τη δικαίωση και τη λύτρωση μέσα από τη χαρά και τον καημό των άλλων», κατάφερε να πάρει άφεση από τις επόμενες γενιές, αυτό δε συμβεί με τους πρωταγωνιστές αντίστοιχων ιστοριών της εποχής μας (βλ. γυναικοκτονίες). Κάθε άλλο!
Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας του Μενούση, που σήμερα, κρίνεται πιο επίκαιρη από ποτέ, (3 μέρες πριν, στις 6 Δεκεμβρίου σημειώθηκε η 15η γυναικοκτονία που συμβαίνει στην Ελλάδα το 2021) συμπυκνώνεται στα λόγια του Ζήση Ρούμπου τα οποία παραθέτω αυτούσια (από την ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook, στις 19 Ιουλίου 2021) : “Καμία συμφιλίωση με το τέρας (=της πατριαρχίας). Να πάτε ψυχανάλυση μάγκες. Να το σκοτώσετε, το μόνο που αξίζει θάνατο. Το τέρας που μας φυτέψανε οι παλιοί. Κι όσο το τρέφουμε, μέρος του προβλήματος θα είμαστε κι εμείς.”
“Ο Μενούσης“
Στίχοι:
Ο Μενούσης, ο Μπερμπίλης
κι ο Ρεσούλ Αγάς,
σε κρασοπουλειό πηγαίναν
για να φαν να πιούν.
Κει που τρώγαν,
κει που πίναν
και που γλένταγαν,
κάπου πιάσαν τη κουβέντα
για τις όμορφες.
Όμορφη γυναίκα που `χεις
βρε Μενούσ’ Αγά!
Πού την είδες, πού την ξέρεις
και τη μολογάς;
Χθες την είδα στο πηγάδι
που `παιρνε νερό
και της `δωσα το μαντήλι
και μου το `πλυνε.
Αν την ξέρεις κι αν την είδες,
πες μου τι φορεί;
Ασημένιο μεσοφόρι
με χρυσό φλουρί.
Κι ο Μενούσης,
μεθυσμένος πάει την έσφαξε.
Το πρωί ξεμεθυσμένος
πάει την έκλαψε.
Σήκω πάπια μ’ ,
σήκω χήνα μ’ ,
σήκω πέρδικα μ’ .
Σήκω λούσου και χτενίσου
κι έμπα στο χορό.
Να σε δουν τα παλληκάρια
να μαραίνονται.
Να σε δω κι εγώ ο καημένος
και να χαίρομαι.
Πηγή: itravelpoetry.com