Φωτο: Ολυμπία Παπαδούκα, πλατεία Τρικάλων: Στο καμιόνι - σκηνή, τραγουδάει μαντινάδες που γράφει ο Γιάννης Ρ'ιτσος
Το ιταλικό τελεσίγραφο προς την ελληνική κυβέρνηση τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 δεν ξάφνιασε κανέναν. Απλώς επιβεβαίωσε επισήμως το χρονικό ενός προαναγγελθέντος πολέμου. Τα καυσαέρια από τα γερμανικά τανκς είχαν ήδη γίνει μαύρα σύννεφα που κάλυπταν τον ευρωπαϊκό ουρανό. Όσα επακολούθησαν στη χώρα μας, όπως οι ηρωικές μάχες στο Αλβανικό μέτωπο, η Κατοχή και η Εθνική Αντίσταση έχουν σχεδόν εξαντληθεί από την ιστορική έρευνα. Υπάρχουν ωστόσο κάποιες πλευρές που δεν είναι ευρέως γνωστές και αφορούν τη συμβολή της τέχνης στην συσπείρωση του κόσμου και την ανύψωση του πατριωτικού φρονήματος. Θέατρο, εικαστικές τέχνες, μουσική και λογοτεχνία συστρατεύονται και επιστρατεύονται στο τάγμα της έμπνευσης και της σκωπτικής διάθεσης.
Γέλιο μεγάλου μήκους παίζεται στις αθηναϊκές επιθεωρήσεις. Οι περισσότεροι θίασοι αλλάζουν ρεπερτόριο για να πιάσουν τον σφυγμό της επικαιρότητας. Κομπέρ επί σκηνής, σκηνικά υποτυπώδη ή φαντασμαγορικά όπως ομοίωμα του αντιτορπιλικού Έλλη και σκετσάκια σύντομα που πάνω τους μπήγεται ανηλεής η σάτιρα. Στην παράσταση Μπέλλα Γκρέτσια η Βέμπο τραγουδά το «Παιδιά της Ελλάδος Παιδιά». Στο γεμάτο θέατρο από νεοσύλλεκτους φαντάρους και τραυματίες με κρυοπαγήματα, ένα παλικάρι με κομμένα και τα δυο του πόδια φωνάζει: «Τραγούδα, Σοφία, όταν σε ακούμε δεν νιώθουμε τους πόνους». Τα πράγματα όμως δυσκολεύουν όταν έρχονται οι Γερμανοί και η αυστηρή λογοκρισία τους. Η Διεύθυνση Λαϊκής Διαφωτίσεως μοιράζει εγκύκλιο στους θιασάρχες που τους απαγορεύει να ανεβάζουν έργα συγγραφέων από τις συμμαχικές χώρες. Μπροστά στον κίνδυνο να υποστούν διώξεις και φυλακίσεις, αλλάζουν τα ονόματα. Ο Κάρολος Κουν, που ιδρύει το Θέατρο Τέχνης το 1942, «βαφτίζει» τον Αμερικάνο Κάλντγουελ στον ανύπαρκτο Γάλλο Κοντέλ και ο Βεάκης με τη Μανωλίδου παρουσιάζουν ένα ουκρανικό έργο ως πολωνικό, με τον Χριστό σε ρόλο αντάρτη. Ο Κοτζιούλας και ο Ρώτας, μαζί με τους ξενηστικωμένους ηθοποιούς των θιάσων τους, βγαίνουν στις πλατείες ή παίρνουν τα βουνά αναλαμβάνοντας τη θεατρική διαπαιδαγώγηση των απλών ανθρώπων.
Παρά τα προβλήματα για την εξεύρεση χαρτιού, μεγάλη άνθηση γνωρίζει και η λογοτεχνία. Νέοι εκδοτικοί οίκοι κάνουν την εμφάνισή τους, όπως ο ιστορικός «Ικαρος». Όταν οι σειρήνες σημαίνουν απαγόρευση κυκλοφορίας, οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια τους και διαβάζουν. Η «Αμοργός» του Γκάτσου περνάει από χέρι σε χέρι, ο Εγγονόπουλος γράφει τον «Μπολιβάρ», ενώ ο Ελύτης συλλαμβάνει την ιδέα για το «Άσμα ηρωικό και πένθιμο», όχι γιατί ήρθε η Μούσα δίπλα του, αλλά διότι είδε το αίμα και τον θάνατο να στέκεται μπροστά του στα χιονισμένα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Η απόλυτη πρωταγωνίστρια των εικαστικών τεχνών είναι η αφίσα. Οι καλλιτέχνες δεν ενδιαφέρονται πλέον για τις αισθητικές διαμάχες. Οι εικόνες του Τάσσου, της Κατράκη, του Κεφαλληνού και του Γραμματόπουλου αποτυπώνουν εύγλωττα την αντιστασιακή προπαγάνδα.
Οι ρεμπέτες αφήνουν για λίγο στην άκρη τους τεκέδες και τους απελπισμένους έρωτες, και οι χορδές του μπουζουκιού αρχίζουν να μιλούν για σαλταδόρους και μαυραγορίτες, για τον γρουσούζη και το όνειρο του Μπενίτο. Τα μουσικά μπαρουτόβολα εκτοξεύουν ο Βαμβακάρης, ο Τσιτσάνης, ο Γενίτσαρης, ο Μπαγιαντέρας, ο Παπαϊωάννου κ.ά. Το μεγαλύτερο σουξέ της εποχής είναι φυσικά το «Κορόιδο Μουσολίνι», βασισμένο σε μια ιταλική μελωδία που είχε διασκευαστεί και στα γερμανικά. Γυρνώντας 80 χρόνια πίσω, μπορούμε να φανταστούμε ένα Τζουζέπε να το σιγοτραγουδάει στη σκοπιά του, έναν Χανς να το σφυρίζει στην περιπολία του και έναν Γιώργο να το ψιθυρίζει σε κάποιο φυλάκιο χουχουλιάζοντας τα παγωμένα χέρια του. Το ίδιο τραγούδι να τους ενώνει και να τους χωρίζει συνάμα.
Πηγή: pancreta.gr